Σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς πολλών γκρινιάρηδων Θεσσαλονικέων, θέλω να σας διαβεβαιώσω προσωπικά – με κίνδυνο να ξυπνήσω την οργή τους – πως η ποιότητα ζωής στην πόλη τους είναι περίπου 100 φορές καλύτερη από ό,τι στην Αθήνα. Προφανώς και έχει σοβαρά προβλήματα και η Θεσσαλονίκη, όμως στην ποιότητα ζωής είναι πιο πάνω, πώς να το κάνουμε δηλαδή;

Ακουσα την υφυπουργό Μακεδονίας-Θράκης να λέει στη συνέντευξή της στην ΕΡΤ αυτό το εντελώς «ψωμιαδικό» (ΣτΜ: προσδιορισμός για ό,τι μας φέρνει μνήμες και νοσταλγία για τον πρώην νομάρχη Θεσσαλονίκης), ότι «το κράτος των Αθηνών ήθελε μια υποβαθμισμένη Θεσσαλονίκη, μια Θεσσαλονίκη υπό».

Υπό; Υπό το μηδέν ο έρωτάς σου, που λέει και στο άσμα το καρντάσι. Οι μόνες φορές που η Θεσσαλονίκη γίνεται αβίωτη είναι όταν μπλέκεται στα πόδια της το κράτος των Αθηνώνε (sic). Οταν γεμίζει αθηναϊκές πινακίδες. Η σχέση της Θεσσαλονίκης με το κράτος των Αθηνώνε είναι σαν τις ιδανικές σχέσεις μεταξύ πρώην γκόμενων: δεν μπλεκόμαστε για να αγαπιόμαστε.

Πολλοί από τους Θεσσαλονικείς που γκρινιάζουν, γκρινιάζουν γιατί έχουν πιο πολύ χρόνο να γκρινιάξουν, φίλες μου και φίλοι – και, όχι, δεν το λέω ως ψόγο, με ζήλεια κολασμένη το λέω. Ας ζούσα εγώ πάλι εκεί που έκανα δυο δουλειές και ανάμεσα έκανα και διάλειμμα για λαχανοσαρμάδες και τσίπουρο και σου ‘λεγα τι ωραία εκτόνωση με γκρίνια θα έκανα στη χώνεψη πάνω. Μόνο στην Αθήνα έχω ακούσει τόσους ανθρώπους να συγκρίνουμε τις διαφορετικές δράσεις των αγχολυτικών μας και ποιον έσωσε το ρέικι από την ακούσια νοσηλεία. Νόμος.

Να, δείτε τώρα την υφυπουργό. Γκρινιάζει ενώ έχει το καλύτερο υπουργείο στην Ελλάδα, διαχρονικά. Δεν ασχολείται σχεδόν κανείς με το έργο του (το όποιο έργο τέλος πάντων). Το γραφείο της στεγάζεται σε ένα, κυριολεκτικώς, παλατάκι (το γνωστό στους Θεσσαλονικείς ως Διοικητήριο χτίστηκε το 1891 με σκοπό να γίνει κατοικία του βαλή). Αφήστε που, σε αντίθεση με τα σάντουιτς και κάτι γκουρμεδιές της πλάκας που καταβροχθίζουν οι αθηναίοι συνάδελφοί της, γύρω από τη γραφειάρα στεγάζονται μερικά από τα καλύτερα μπουγατσατζίδικα της πόλης. Και, όχι, δεν θα δεχτώ να το υποβαθμίσετε αυτό, το προσμετρώ στις ιδανικές συνθήκες εργασίας.

Το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, λοιπόν, το κράτος των Αθηνών έκανε την καθιερωμένη βλαχομπαρόκ επέλασή του στη Θεσσαλονίκη και έφερε μαζί και τις ωραιότερες κλούβες του και χιλιάδες άνδρες των Σωμάτων Ασφαλείας για να φυλάνε τον Πρωθυπουργό και την κυβέρνηση (που κάποτε όλα αυτά τα είχαν καταγγείλει, αλλά τέλος πάντων). Να βλέπεις το οδόφραγμα από κλούβες στην οδό Νίκης και να σε πιάνει η ψυχή σου, να σκέφτεσαι τη φίλη Θεσσαλονικιά και τον φίλο Θεσσαλονικιό και τους χιλιάδες φοιτητές που τους έκοψαν το ράθυμο παραλιακό σουλατσάρισμα και τον καφέ που κρατάει μια ώρα, μέχρι να λιώσει το καλαμάκι στο δόντι. Δεν συζητώ καν τη δύστυχη εργατική τάξη που ήθελε να μετακινηθεί για να εργαστεί, άλλο δράμα αυτό.

Τα επεισόδια δεν τα απέφυγαν βέβαια. Ολοι είδαμε τις φωτογραφίες, όλοι είδατε τον κύριο που διαδήλωσε λίγο γυμνούλης, ελάτε, παραδεχτείτε το, κοιτάξατε (αν τη μελετήσατε κιόλας τη φωτό εντάξει, αυτό είναι μια πληροφορία που δεν χρειάζεται να μοιραστείτε με κανέναν). Να έχεις από τη μια τον γυμνό, από την άλλη μοναχές και μοναχούς σε φάση κομάντο G.I. Joe και την Αστυνομία υπό την πολιτική ηγεσία της Αριστεράς να εφαρμόζει τις απόψεις της για την αστυνομική βία και το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, λούζοντάς τους με αριστερά χημικούλια, αυτά που δεν δακρύζουν, δεν μυρίζουν, δεν παχαίνουν κι ομορφαίνουν.

Κι όλη αυτή η ταλαιπωρία γιατί; Γιατί – ξαναρωτώ – γιατί; Πότε αποφασίσαμε ότι η Διεθνής Εκθεση Θεσσαλονίκης θα γίνει η ισόβια καταδίκη του κέντρου της συμπρωτεύουσας (αχ πόσο χαζή λέξη) να γίνεται σκηνικό μιας βαρετής επαναλαμβανόμενης επικοινωνιακής παράστασης των κυβερνήσεων και των κομμάτων που την παρακολουθούμε μόνο οι δημοσιογράφοι και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι και κανένας άλλος. Ας την πάνε τουλάχιστον κάπου μακριά από το κέντρο, σε καμιά ανοιχτωσά (υπουργέ μου, την έμαθα τη λέξη), να μη στερηθούν και οι επιχειρηματίες της πόλης το εισόδημα από τους ενθουσιασμένους γκάγκαρους που, αφού τους πασάρουν ό,τι φαΐ δεν τρώνε οι ντόπιοι, με κρύα αστειάκια για το «σουβλάκι ή καλαμάκι», μετά κουβαλάνε τρίγωνα και τσουρέκια για όλη την οικογένεια και τον κοινωνικό τους κύκλο, όπως κουβάλαγαν πριν από 40 χρόνια κολόνιες από τα αφορολόγητα, λες και δεν έχουν ξαναδεί γλυκό. Διεθνής Εκθεση Εξωτισμού Θεσσαλονίκης. Με σήμα την τουλούμπα.