Στον δικό της «Αλκιβιάδη» (εκδ. Αστυ, 1995) η Ζακλίν ντε Ρομιγί επικεντρωνόταν στην πολιτική διαδρομή του υπερφιλόδοξου Αθηναίου, στη θέση της μέσα στην κλασική Αθήνα και τα συμπεράσματα που μπορούμε ακόμη και σήμερα να κρατήσουμε για τη σαγήνη που ασκεί ο ναρκισσισμός στην πολιτική ζωή. Οχι ότι και ο ερευνητής –και θεατρικός σκηνοθέτης –Ντέιβιντ Στάταρντ δεν ενδιαφέρεται για τα ίδια στοιχεία. Αλλά το δικό του έργο, «Nemesis: Alcibiades and the fall of Athens» (Harvard University Press, 2018), που κυκλοφορεί μέσα στον Απρίλιο, είναι μια ολοκληρωμένη βιογραφία. Η πρώτη που αφορά μία από τις πλέον αινιγματικές προσωπικότητες του Χρυσού Αιώνα, σύγχρονη του Περικλή, του μετριοπαθούς Νικία και του δημαγωγού Κλέωνα.

Ο Αλκιβιάδης Κλεινίου Σκαμβωνίδης είναι ένας άνθρωπος με πολλές ιδιότητες. Φίλος του Σωκράτη, μεγαλωμένος υπό την αιγίδα του Περικλή, ατρόμητος στρατιώτης (στη μάχη του Δηλίου το 424 π.Χ έσωσε τον Σωκράτη από πιθανό θάνατο), χαρισματικός στις δημόσιες εμφανίσεις και ομιλίες του, αυτόμολος στη Σπάρτη και την Ασία όταν έπρεπε να εξασφαλίσει το προσωπικό του συμφέρον. Αλλά ακόμη κι αυτά ακούγονται γνωστά και τετριμμένα –και δικαίως. Αυτό που νομιμοποιεί τη νέα έκδοση είναι ότι ο Στάταρντ έσκαψε τα κείμενα της αρχαίας γραμματείας (στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν 50 σελίδες με σχετικές σημειώσεις), έφερε στην επιφάνεια άγνωστες λεπτομέρειες και συνέθεσε σταδιακά μία καινούργια προσωπογραφία. Ακόμη και ο αναγνώστης που γνωρίζει σπαράγματα από τον Πλάτωνα ή τον Ξενοφώντα, εδώ βρίσκεται αντιμέτωπος με μία βιογράφηση που κινείται σε τρεις άξονες: ο βίος και η πολιτεία του Αλκιβιάδη, η ζωή στις ελληνικές πόλεις, οι διεθνείς σχέσεις στον μέχρι τότε γνωστό κόσμο (την έκφραση χρησιμοποιεί αρκετές φορές ο συγγραφέας). Εδώ το υλικό που έχει συσσωρευτεί επιτρέπει ακόμη και εικασίες όχι αναμενόμενες σε πρώτη ανάγνωση: «Οι «Βάκχες» θα μπορούσαν να είναι –ίσως ήταν πράγματι –μια παραβολή για τον Αλκιβιάδη, μία προβολή για την αμοραλιστική του επίδραση στην Αθήνα. Οπως και ο Διόνυσος, ο Αλκιβιάδης ήταν όμορφος, αλλά αδίστακτος, άλλαζε μορφές (σαν χαμαιλέοντας λέει ο Πλούταρχος) για να προσαρμόζεται στις περιστάσεις, ένας αποφασισμένος άνθρωπος που τον ακολουθούσε ένα πλήθος από πιστούς οπαδούς».

ΕΠΙΔΕΙΞΙΑΣ. Για τη μόνη σύγχρονη πηγή του Αλκιβιάδη, από την άλλη, τον Θουκυδίδη, ο Στάταρντ δεν μπορεί παρά να κρατήσει αποστάσεις: «Είναι σήμερα γενικώς αποδεκτό ότι ο Θουκυδίδης… έγραψε ίσως ορισμένα επεισόδια της «Ιστορίας» του βασισμένος σε συνεντεύξεις με τον ίδιο τον Αλκιβιάδη και άρα η περιγραφή του αναπαριστά εν μέρει την οπτική του Αλκιβιάδη για κομβικά σημεία της πολιτικής του σταδιοδρομίας». Πράγματι, σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα χωρία του μνημειώδους έκτου βιβλίου (Θ. Ζ.15, 3-5) οι αποχρώσεις του κορυφαίου ιστορικού δίνουν τον τόνο: «Οι συμπολίτες (σ.σ.: του Αλκιβιάδη) τον είχαν σε μεγάλη υπόληψη, κι ο ίδιος παραδινόταν σε επιθυμίες δαπανηρές, αναντίστοιχες προς την περιουσία του, στη διατήρηση στάβλων και σε άλλα αναλώματα –και αυτό αποτέλεσε αργότερα μία από τις κυριότερες αιτίες για την καταστροφή της Αθήνας. Διότι πολύς κόσμος φοβήθηκε τις πέρα από κάθε μέτρο υπερβολές στην προσωπική ζωή του και τη μεγαλοπραγμοσύνη σε καθετί με το οποίο κάθε φορά καταπιανόταν και πήρε εχθρική στάση απέναντί του, νομίζοντας ότι επεδίωκε να γίνει τύραννος. Και ενώ στη δημόσια σφαίρα χειριζόταν με τον καλύτερο τρόπο τα ζητήματα του πολέμου, οι πολίτες δυσανασχετούσαν με την ιδιωτική του ζωή και εμπιστεύθηκαν τις υποθέσεις της πόλης σε άλλους, και με αυτό την οδήγησαν ύστερα από λίγο στην καταστροφή» («Θουκυδίδη Ιστορία», Εισαγωγή -Μετάφραση – Σημειώσεις Ν. Μ. Σκουτερόπουλου, εκδόσεις Πόλις). Επιδειξίας μεν, αλλά ετοιμοπόλεμος, τον οποίο η Αθήνα δεν εμπιστεύτηκε την κρίσιμη στιγμή (κατά τη Σικελική Εκστρατεία) και καταστράφηκε.

Εκτός, όμως, από αφοσιωμένος ερευνητής, ο Στάταρντ επενδύει την ίδια στοχοπροσήλωση και στην αφήγηση. Γραμμένα σαν το flipside του Πελοποννησιακού Πολέμου τα κεφάλαια της ζωής του Αλκιβιάδη, έχουν σασπένς, λάμψη, σκοτεινιά, τραγικότητα και χιούμορ. Από την εκμάθηση με τον θρακιώτη παιδαγωγό του, Ζώπυρο, και τη συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες με τα επτά άρματα ώς την de facto αρχηγία στη Σικελική Εκστρατεία (μαζί με τους Λάμαχο και Νικία), την αυτομόληση στη Σπάρτη, το στρατηγικό πλήγμα στην Αθήνα με τον δικής του έμπνευσης επιτειχισμό της Δεκέλειας, την αποστασία στην Ασία (όπου υπηρέτησε ως σύμβουλος του σατράπη της Λυδίας Τισαφέρνη, χαρίζοντάς του πολύτιμες συμβουλές κατά των Σπαρτιατών) και τον θάνατό του στη Φρυγία από πληρωμένους εκτελεστές.

ΤΣΙΠΡΑΣ ΚΑΙ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗΣ. Για να καταλήξουμε, ωστόσο, όπως ξεκινήσαμε, η περιγραφή όλων των στιγμιότυπων υπενθυμίζουν τη διαβρωτική επιρροή στη δημόσια σφαίρα του ακατέργαστου ναρκισσισμού, που μπορεί να παίρνει διαφορετικές μορφές για να πείσει. Και ο λαϊκισμός του Αλέξη Τσίπρα, για παράδειγμα, αλλά και ο αυτοθαυμασμός του Γιάνη Βαρουφάκη υπηρετούν την ίδια φαντασίωση ηγεμονίας, που εντοπίζεται στη συναρπαστική διαδρομή του Αλκιβιάδη. Θυμάστε το εμπριμέ πουκάμισο του Βαρουφάκη στη Βουλή; Τα δερμάτινα της μοτοσικλέτας; Τη φωτογράφιση στο «Paris Match»; Fast rewind στο παρελθόν: «Η μεγάλη γκαρνταρόμπα του», γράφει ο Στάταρντ για τον Αλκιβιάδη, «σχολιαζόταν απ’ όλους στην Αθήνα και ο ίδιος πολύ συχνά εμφανιζόταν, προκλητικά ανδρόγυνος, να ακολουθείται από θαυμαστές του, μέσα σ’ ένα «σύννεφο» εξεζητημένου αρώματος, καθώς φορούσε τα ξεχωριστά σανδάλια του και να σέρνει τους ακριβούς μοβ χιτώνες του μέσα στη σκόνη ή τη λάσπη, ακόμη και αν κινδύνευαν να καταστραφούν». Πέρα, λοιπόν, από την ιστορία ενός χαρακτήρα –εν μέρει ιστορικού, εν μέρει λογοτεχνικού -, ο Στάταρντ προσφέρει κι ένα παράδειγμα στην τυπολογία των πολιτικών. Κι αυτό φαίνεται ευκρινέστερα απ’ οπουδήποτε στον τίτλο του βιβλίου του: το επιμύθιο ύστερα από τη βιογράφηση του Αλκιβιάδη δεν μπορεί παρά να είναι η νέμεση. Και η πτώση της Αθήνας όπου ο Αλκιβιάδης λειτούργησε ως ένας από τους πολλούς παράγοντες.