Αρκεί να διαθέτει κανείς τον μεγεθυντικό φακό και το μικροσκόπιο της έρευνας για να ανακαλύψει τις πολλαπλές αποχρώσεις που κρύβουν οι επιστολές του Νίκου Καζαντζάκη προς την οικογένεια Αγγελάκη, οι οποίες αποτελούν τη σημαντική προσφορά του «ΒΗΜΑΤΟΣ» προς τους αναγνώστες την ερχόμενη Κυριακή. Η παρουσίασή τους –που ξεκίνησε χθες από το «Νσυν»- φωτίζει τον ψυχισμό του συγγραφέα, τις αγωνίες, την πίκρα, τη νοσταλγία και τη μοναξιά του.

Το σύνολο του υλικού, που έχει εκδοθεί από το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη με την ευγενική συγκατάθεση των εκδόσεων Καζαντζάκη, και ανατυπώνεται από «ΤΟ ΒΗΜΑ», αποτελείται από 74 τεκμήρια (επιστολές και επιστολικά δελτάρια) και καλύπτει ένα διάστημα σαράντα ετών, από το 1917 ώς το 1957, φέρνοντας στην επιφάνεια πολλές ανθρώπινες στιγμές του δημιουργού του «Ζορμπά»: τις περιπλανήσεις του στην Ευρώπη, την οικονομική ανασφάλεια, τις διενέξεις του με εκδότες όπως ο Δημητράκος και ο Ελευθερουδάκης, την πολιτική του δράση, τις σχέσεις με τις δύο συζύγους του, Γαλάτεια και Ελένη, την επιθυμία του να αναζητήσει αραξοβόλι στην Αίγινα, την οριστική εγκατάστασή του στη Γαλλία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τη σχέση του με τη βαφτισιμιά του και κατοπινή σπουδαία ποιήτρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.

Στο υπουργείο Περιθάλψεως

Σε αρκετές από τις επιστολές αυτές αναφέρεται στη θητεία του ως γενικού διευθυντή του υπουργείου Περιθάλψεως όπου τον τοποθετεί τον Μάιο του 1919 ο Ελευθέριος Βενιζέλος με υπουργό τον Σπυρίδωνα Σίμο. Αποστολή του Καζαντζάκη, όπως αναφέρεται σε μία από τις διαφωτιστικές υποσημειώσεις του τόμου, είναι να βοηθήσει στον επαναπατρισμό 150.000 Ελλήνων από τον Καύκασο οι οποίοι διώκονται από τους μπολσεβίκους του Λένιν επειδή ο Βενιζέλος, τηρώντας συμμαχική δέσμευσή του προς τις δυνάμεις της Αντάντ, είχε στείλει εκστρατευτικό σώμα που πολέμησε κατά των μπολσεβίκων. Στο υπουργείο ο Καζαντζάκης θα παραμείνει έναν χρόνο και θα αποχωρήσει μετά την ήττα των Φιλελευθέρων τον Νοέμβριο του 1920.

«Αγαπητέ μου Αγγελάκη», γράφει στην επιστολή της 10ης Ιουνίου 1919, «είμαι ενθουσιασμένος γιατί έχω πολλή δουλειά και κάνω καλό δίχως να βρίσκω πολλά εμπόδια. Σήμερα έλαβα τηλεγράφημα του Υπουργού από Αιδηψό: εγκρίνει, λέει, το Σημείωμα που του υπέβαλα περί οργανώσεως υπηρεσίας παλιννοστήσεως προσφύγων και σε 3-4 μέρες έρχεται, για να κανονίσει εντελώς το ζήτημα. Σημαίνει αυτό ότι δέχεται σε όλη τη γραμμή ό,τι του υπέβαλα; Θα δούμε. Αν ναι, γλήγορα θα ετοιμαστούμε για την Alma Mater και θα δουλέψουμε με ζήλο και με σύστημα πρωτοφανή για την Ελλάδα. Ο αγώνας και η επαφή με τους ανθρώπους μού κάνουν πολύ καλό και όπως εσύ τονώνεσαι κολυμπώντας στη θάλασσα, έτσι κι εγώ μαχόμενος με το ανθρώπινο στοιχείο».

«Μελετώ 5-6 μέρες»

Και συνεχίζει σε επόμενη επιστολή: «Αγαπητέ μου, λαβαίνω τα καλό Σου γράμμα. Ναι, να μου μεταφράσεις για να λάβω μιαν ιδέα –μόνο όσα φαντάζεσαι πως θα ενδιαφέρουν την Ελλάδα. Είναι ανάγκη γλήγορα γιατί δεν ξέρω πόσο θα μείνω ακόμα στην Αθήνα. Το ταξίδι για την Ανατολή πάει καλά. Μελετώ κάθε ζήτημα 5-6 μέρες και έπειτα υποβάλλω στον Υπουργό Υπόμνημα όπου του λέω όλες τις δυνατές ή προτεινόμενες λύσεις και διατυπώνω ποια, κατά τη γνώμη μου, είναι ορθή. Ετσι του δίδω μια γνώμη και είναι πολύ ευχαριστημένος. Στέλνει ταχτικά τα σημειώματά μου στον Βεν[ιζέλο] με πολλή ευχαρίστηση. Γι’ αυτό δέχτηκε όλη μου την οργάνωση για Αποστολή και τώρα περιμένει τηλεγραφική έγκριση από το Παρίσι για να υποβληθεί στους άλλους Υπουργούς. –Σήμερα έρχεται ο Φανουρ[άκης] και έτσι θα του ξεφορτώσω όλη τη μηχανική υπηρεσία και θ’ αναλάβω τα γενικότερα ζητήματα του Υπουργείου, ωσότου αποφασιστεί η Αποστολή. Μη μου λες να μην κουράζομαι… Γράφε μου πάντα και μη ξεχνάς πως υπάρχω». Για την ιστορία, ο Γεώργιος Φανουράκης υπήρξε παιδικός φίλος και συμμαθητής του Καζαντζάκη, κουμπάρος στο γάμο με τη Γαλάτεια και έγραψε τη μελέτη «Ερμηνευτικαί παρατηρήσεις στον «Καπετάν Μιχάλη»» («Καινούρια Εποχή», φθινόπωρο 1958, αφιέρωμα στον Νίκο Καζαντζάκη, Αθήνα, σ. 184-189).

INFO: «Επιστολές του Νίκου Καζαντζάκη προς την οικογένεια Αγγελάκη» σε επιμέλεια, εισαγωγή και σχόλια Θανάση Αγάθου. Προλογίζει η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ. Την Κυριακή 10 Δεκεμβρίου μαζί με «ΤΟ ΒΗΜΑ»