Στα ελληνικά το λένε αρτεμισία ή δρακόντειο, στα αγγλικά τεραγκόν και στα γερμανικά και τα γαλλικά εστραγκόν. Η γεύση του είναι λεπτή πικάντικη, στυφή και πικρή. Παρ’ όλα αυτά, στη σωστή ποσότητα μπορεί να μπει και ωμό στις σαλάτες. Τα ξηρά φύλλα του αρωματίζουν το ξίδι και το βούτυρο, ενώ ως καρύκευμα ταιριάζει στο κρέας και στα λαχανικά. Είναι φυτό πολυετές, αντέχει στη ζέστη και στο κρύο, σε γλάστρα και κήπο, αλλά δεν αγαπά τον ήλιο. Και όλα αυτά διότι δεν θα το βρείτε εύκολα «ελεύθερο» σε βραχώδεις κρημνούς ή σε χωράφια.

Τόπος καταγωγής του θεωρείται η Δυτική Ασία, αλλά τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται συχνά στην ελληνική κουζίνα και έτσι δεν μπορούσαμε να μην το συμπεριλάβουμε στο αφιέρωμα. Ωστόσο ήταν γνωστό στους αρχαίους Ρωμαίους και κατά τον Πλίνιο, το χρησιμοποιούσαν για τόνωση του οργανισμού από την κούραση. Το έβαζαν επίσης πάνω σε πληγές από δαγκώματα φιδιών.Το μείγμα χυμού εστραγκόν και μάραθου ήταν δημοφιλές ποτό για τους βασιλείς της Ινδίας. Ο Ερρίκος Η’, βασιλιάς της Αγγλίας, λέγεται ότι χώρισε την Αικατερίνη της Αραγωνίας επειδή χρησιμοποιούσε αλόγιστα το εστραγκόν.

Χρήσεις στην κουζίνα

Το εστραγκόν θεωρείται ένα από τα πλέον χρήσιμα βότανα στη μαγειρική. Είναι το μυρωδικό των καλοφαγάδων. Τα φύλλα του προστίθενται σε σούπες για άρωμα και οι βλαστοί του μαγειρεύονται ως λαχανικό. Είναι από τα καλύτερα αρωματικά ξιδιού και μουστάρδας.

Συντήρηση

Μαζεύουμε τα φύλλα τους καλοκαιρινούς μήνες προσέχοντας να μην τα τραυματίσουμε, διότι δεν θα χαθεί μόνο μέρος από το χρώμα αλλά και από τη γεύση. Τα φύλλα μπορούν να αποξηρανθούν, αλλά δεν θα έχουν την ίδια έντονη γεύση με τα φρέσκα, σε αντίθεση με άλλα βότανα. Τα τοποθετούμε σε ράφια ή τα κρεμάμε σε ζεστό και ξηρό μέρος, μετά τα αποθηκεύουμε σε βάζα. Στην κατάψυξη διατηρούνται για περισσότερους από έξι μήνες.

Μια φορά κι έναν καιρό

Το όνομα Αρτεμισία λέγεται ότι το πήρε από την ίδια τη θεά Αρτεμη, ενώ η ονομασία δρακόντειος δόθηκε λόγω της ιδιαίτερης ρίζας του, που είναι οφιοειδής και τυλίγεται στις ρίζες άλλων φυτών και τα πνίγει.