Οι φεμινιστικές διεκδικήσεις και το γυναικείο κίνημα έχουν διαγράψει ήδη από τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα μια σημαντική πορεία με ορατές επιπτώσεις στη γυναικεία χειραφέτηση και τις πολιτικές ισότητας των φύλων.

Ωστόσο με την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα η οικονομική κρίση – σύμφωνα με όλες τις έρευνες – επέφερε μια αναδιάταξη των πολιτικών προτεραιοτήτων και έπληξε τις πολιτικές ισότητας, ιδιαίτερα στη χώρα μας. Την αδράνεια που σημειώθηκε, ήρθε να διαταράξει το κίνημα #MeToo («Κι εγώ επίσης»), ένα παγκόσμιο κίνημα ενάντια στη σεξουαλική βία, κακοποίηση και παρενόχληση ανηλίκων και ενηλίκων.

Από το 2006 που η αμερικανίδα ακτιβίστρια Ταράνα Μπερκ χρησιμοποίησε την έκφραση «Me Too» για να βοηθήσει αφροαμερικανικής καταγωγής γυναίκες, ιδίως έφηβες, ώστε να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να διαμαρτυρηθούν δημόσια για τη βίαιη θυματοποίησή τους, το κίνημα έχει διαγράψει μια σημαντική πορεία. Το κίνημα γιγαντώθηκε από το 2017 κι εντεύθεν στο εξωτερικό με τη δημοσιοποίηση περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης στο καλλιτεχνικό στερέωμα.

Στη χώρα μας το #MeΤoo έκανε την εμφάνισή του τον χειμώνα του 2021 μετά τη δημοσιοποίηση της καταγγελίας της Σοφίας Μπεκατώρου για τη σεξουαλική επίθεση που είχε δεχτεί από παράγοντα του αθλητισμού και εξαπλώθηκε ταχύτατα αποδεικνύοντας το μέγεθος του προβλήματος και συμβάλλοντας σε μια δυναμική ευαισθητοποίηση θυμάτων και κοινού.

Κύριο χαρακτηριστικό του είναι η καταπολέμηση της ντροπής και της ταπείνωσης που οι μορφές σεξουαλικής βίας συνεπάγονται για τα θύματα, με τη δημοσιοποίηση των περιστατικών. Με τον τρόπο αυτό το κίνημα μετέφερε την ιδιωτική σφαίρα στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής και καταπολέμησε την αναπόδραστη συνθήκη της διατήρησης σκοτεινών και απαραβίαστων τραυματικών μυστικών εντός του εαυτού ή του οίκου.

Δεν είναι τυχαία η γιγάντωση του κινήματος μέσα από τους χώρους των καλλιτεχνών και του αθλητισμού, καθώς αποτελεί σημαντική συμβολή του #MeΤoo η ανάδειξη των επιτελεστικών λειτουργιών του σώματος ως ενός πεδίου μάχης της δυτικής έμφυλης ταυτότητας. Ως της επιφάνειας πάνω στην οποία εγγράφονται και αρθρώνονται σχέσεις ισχύος καθώς και οι πολιτισμικές αξίες της δύναμης, της νεότητας, της ανταγωνιστικότητας, αλλά και αναμετριούνται και εγκαθιδρύονται αμφιλεγόμενες εννοιολογήσεις της έμφυλης ταυτότητας. Το κίνημα #MeΤoo, τέλος, συνέβαλε στη διαμόρφωση μιας συναντίληψης ως προς το ότι το φύλο είναι επίκτητο και όχι έμφυτο.

Ωστόσο σε χώρες όπως η Ελλάδα, παρά τις προόδους που έχουν επιτευχθεί σε θεσμικό επίπεδο ως προς την ισότητα των φύλων, το κράτος εξακολουθεί να παραμένει «ανδροκρατούμενο», η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από ισχυρό επαγγελματικό διαχωρισμό κατά φύλο και η οικογένεια δεν έχει ακόμη αποβάλει τον πατριαρχικό της τόνο. Ως αποτέλεσμα, τα περιθώρια μεταρρυθμίσεων ή ανατροπών ως προς το φύλο είναι περιορισμένα και ανελαστικά.

Οι δημόσιες κοινωνικές παρεμβάσεις επηρεάζουν διαφορετικά την καθημερινή ζωή των ανδρών και των γυναικών, προδιαγράφοντας τους περιορισμούς, αλλά και τις δυνατότητες κάθε προσώπου να οργανώσει την οικογενειακή, την προσωπική και την εργασιακή του ζωή. Η έμφυλη διάσταση της πολιτικής είναι εμφανής σε κάθε πεδίο του ιδιωτικού και του δημόσιου χώρου και επηρεάζει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι και των δύο φύλων δημιουργούν τις οικογένειές τους, φροντίζουν τα παιδιά και τους γονείς τους, εργάζονται και ασφαλίζονται, εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους, εντείνουν ή αποδυναμώνουν τις προσωπικές εξαρτήσεις τους, υφίστανται ή αποτρέπουν την άσκηση βίας σε βάρος τους και εντάσσονται στις κοινωνίες όπου μεταναστεύουν.


← Επιστροφή στο μενού του αφιερώματος