Ο νικητής, Όσκαρ Πιάστρι, εκκίνησε από την pole, κατάφερε να παραμείνει επικεφαλής της κούρσας από την αρχή έως την καρό σημαία και σημείωσε τον ταχύτερο γύρο του αγώνα. Έτσι, εξασφάλισε το πρώτο Grand Slam της καριέρας του. Το προηγούμενο Grand Slam της McLaren είχε πετύχει ο Λιούις Χάμιλτον στο κινέζικο Grand Prix του 2008. Ήταν η ένατη νίκη του Αυστραλού, ο οποίος ισοφάρισε έτσι τον συμπατριώτη του και μάνατζέρ του, Μαρκ Γουέμπερ, αλλά και τον έτερο οδηγό της McLaren, Λάντο Νόρις, ο οποίος εγκατέλειψε λόγω προβλήματος στην υβριδική μηχανή.

Ήταν η νίκη υπ’ αριθμόν 201 για τη McLaren και η πέμπτη της στο Ζάντβορτ. Ο τοπικός ήρωας, Μαξ Φερστάπεν, ανέβηκε στη 2η θέση του βάθρου. Ήταν η πρώτη φορά, μετά το Grand Prix του Καναδά, που ο πρωταθλητής επέστρεψε στο βάθρο.

Στο Ζάντβορτ έχει ανέβει σταθερά στο βάθρο στη σύγχρονη εκδοχή του αγώνα, από το 2021, έχοντας τρεις νίκες και δύο δεύτερες θέσεις.  Στην τρίτη θέση, ο Ίσακ Χατζάρ (Racing Bulls) εξασφάλισε το παρθενικό του βάθρο και έγινε ο νεότερος Γάλλος οδηγός που το έχει πετύχει αυτό, σε ηλικία 20 ετών, 11 μηνών και τριών ημερών. Ήταν η πρώτη εμφάνιση της ιταλικής ομάδας στο βάθρο μετά το Grand Prix του Αζερμπαϊτζάν το 2021 – και τότε, Γάλλος οδηγός, ο Πιερ Γκασλί, είχε τερματίσει τρίτος.

 

Ο αγώνας ήταν απρόβλεπτος, με πολλά συμβάντα. Στην εκκίνηση χρησιμοποιήθηκαν και οι τρεις τύποι σλικ ελαστικών. Για το πρώτο μέρος του αγώνα, 14 οδηγοί επέλεξαν τη μέση γόμα, 4 οδηγοί τη μαλακή και 2 οδηγοί τη σκληρή. Η σκληρή γόμα (C2) χρησιμοποιήθηκε περισσότερο, καλύπτοντας σχεδόν το 50% της συνολικής απόστασης (658 γύρους, 48,28%), ακολουθούμενη από τη μέση (399 γύροι, 29,27%) και τη μαλακή (306 γύροι, 22,45%). Το Grand Prix παρέμεινε απρόβλεπτο μέχρι το τέλος, κυρίως λόγω των πολλών εμφανίσεων του αυτοκινήτου ασφαλείας, εξαιτίας συγκρούσεων και εγκαταλείψεων. Ο Πιάστρι κέρδισε όχι μόνο επειδή διέθετε ένα πολύ ανταγωνιστικό μονοθέσιο, αλλά και επειδή διαχειρίστηκε άψογα όλες τις κρίσιμες στιγμές — ιδιαίτερα τις τρεις επανεκκινήσεις μετά τις περιόδους του αυτοκινήτου ασφαλείας, που προκλήθηκαν από τις συγκρούσεις των Ferrari (ο Χάμιλτον μόνος του, ο Λεκλέρ με τον Αντονέλι), καθώς και από την εγκατάλειψη του Νόρις.

Μετά το τέλος του αγώνα, ο 24χρονος νικητής τόνισε: «Είχα τον έλεγχο του αγώνα όταν χρειαζόταν και, προφανώς, ήταν απίστευτη ατυχία για τον Λάντο στο τέλος, αλλά ένιωθα ότι είχα τον έλεγχο και απλώς χρησιμοποίησα τον ρυθμό όταν τον χρειαζόμουν. Ήταν ένας κάπως διαφορετικός αγώνας σε σχέση με πριν από 12 μήνες, οπότε είμαι πολύ χαρούμενος με όλη τη δουλειά που κάναμε για να βελτιωθούμε εδώ. Είμαι πολύ ικανοποιημένος που βγήκα νικητής. Προσπαθούμε να βελτιωθούμε, όπου μπορούμε. Στην αρχή αυτού του Σαββατοκύριακου φαινόταν σαν να ήταν δύσκολο, και κατάφερα να πάρω την pole. Σήμερα είμαι ευχαριστημένος με τον ρυθμό που είχα. Είμαι πολύ χαρούμενος. Προφανώς, το αυτοκίνητο ασφαλείας μου έδωσε λίγη περισσότερη ένταση – το αντιμετώπισα τρεις φορές. Είμαι πολύ περήφανος για όλη την ομάδα. Δεν ήμουν μόνο εγώ που βελτιώθηκα για να φτάσω εδώ. Ήταν όλη η ομάδα γύρω μου που έχει βελτιωθεί. Χωρίς αυτούς, τίποτα από όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατό».