Ολοι κινδυνεύουν από πνευμονία, όμως τα μικρά παιδιά, οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με χρόνια νοσήματα είναι πιο ευάλωτα στη σοβαρή αυτή νόσο.

Εξού και με αφορμή τον πρόσφατο εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας Πνευμονίας (12 Νοεμβρίου), οι ειδικοί επιμένουν πως η πρόληψη είναι σε κάθε περίπτωση το πρώτο και σημαντικότερο βήμα ώστε να μη φτάσουν οι ασθενείς στο στάδιο της θεραπείας ή της νοσηλείας.

Αναλυτικότερα, η πνευμονία είναι λοίμωξη που προκαλείται από μία ποικιλία μικροοργανισμών (όπως ιοί και βακτήρια), προσβάλλει τον έναν ή και τους δύο πνεύμονες, προκαλώντας φλεγμονή και γεμίζει τους αεροφόρους σάκους με υγρό.

Εκδηλώνεται με πόνο στο στήθος κάθε φορά που ο ασθενής βήχει ή αναπνέει, δυσκολία στην αναπνοή, αίσθημα κόπωσης, πυρετό, εφίδρωση και ρίγη. Μάλιστα, στους ασθενείς άνω των 65 ετών η πνευμονία προκαλεί και συμπτώματα που μοιάζουν ασύνδετα με τη νόσο, φαίνονται για παράδειγμα αποπροσανατολισμένοι ή/και σε σύγχυση, γεγονός που μεταξύ άλλων οφείλεται στην έντονη καταπόνηση του οργανισμού τους.

Η λίστα με τα παθογόνα

Και μπορεί εν μέσω πανδημίας να εστιάσαμε όλοι στον SARS-CoV-2, δεδομένου πως εκείνα τα χρόνια ο συγκεκριμένος ιός αποτελούσε τη βασική απειλή για το αναπνευστικό, η λίστα όμως με τα παθογόνα που την προκαλούν δεν περιορίζεται μόνον σε αυτόν. Στην πραγματικότητα, ο  πνευμονιόκοκκος είναι παραδοσιακά το συχνότερο αίτιο βακτηρίασης πνευμονίας, ενώ η γρίπη, ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV) αλλά και σπανιότερα διάφοροι μύκητες συμπεριλαμβάνονται στους «συνήθεις υπόπτους».

Εντούτοις και όπως υπογράμμισε στην αρχή της εβδομάδας ο καθηγητής Πνευμονολογίας του ΕΚΠΑ και γ.γ. της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ), Πέτρος Μπακάκος, σε σχετική εκδήλωση, «δυστυχώς, τα τελευταία 40 χρόνια δεν έχει επιτευχθεί μείωση στη θνητότητα από την πνευμονία». Γι’ αυτό, όπως συμπλήρωσε, «είναι ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη να γίνει κατανοητό από όλους ότι η πρόληψη είναι βασικό μέτρο για τη μείωση των επιπτώσεων της νόσου».

Τα δεδομένα άλλωστε, που παρουσίασαν επιστήμονες στην ίδια εκδήλωση της ΕΠΕ με κεντρικό μήνυμα «Ενημερωνόμαστε για μια νόσο που μας αφορά Ολους! Εμβολιαζόμαστε και Προστατεύουμε εμάς και τους γύρω μας!», δείχνουν πως χρειάζεται να διανυθεί μεγάλη απόσταση για την ορθή ενημέρωση του κοινού.

Ερευνα

Προκαταρκτικά δεδομένα της επιδημιολογικής μελέτης ΕΓΝΑΤΙΑ (2017-2023), που πραγματοποιήθηκε σε 3.097 ασθενείς που νοσηλεύθηκαν με ακτινογραφικά επιβεβαιωμένη πνευμονία της κοινότητας, έδειξαν ότι μόνο το 27% των συμμετεχόντων ηλικίας 65 ετών και άνω ήταν εμβολιασμένοι έναντι του πνευμονιόκοκκου. Ομως, ο πνευμονιόκοκκος ανιχνεύθηκε στο 7,4% των ασθενών.

Επιπρόσθετα, σε σχέση με τη μη-πνευμονιοκοκκική πνευμονία, οι ασθενείς με πνευμονιοκοκκική πνευμονία κοινότητας ανέφεραν, μεταξύ άλλων, σε μεγαλύτερο ποσοστό ιστορικό καπνίσματος, προηγούμενο επεισόδιο πνευμονίας και έκθεση σε μικρά παιδιά (κάτω των 5 ετών). Επίσης είχαν βαρύτερη κλινική εικόνα κατά την εισαγωγή τους (αναπνευστική ανεπάρκεια, επιπλεγμένη παραπνευμονική συλλογή/εμπύημα) και είχαν υψηλότερη θνητότητα τόσο εντός νοσοκομείου όσο και τις επόμενες 30 ημέρες.

Αντίστοιχη εικόνα φαίνεται και από τα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), που δείχνουν ότι μόνο μια μειονότητα (36%) των ασθενών, που χρήζουν εμβολιασμού έναντι του πνευμονιόκοκκου, ήταν εμβολιασμένοι. «Μετά το καθαρό πόσιμο νερό, τα εμβόλια έχουν τη μεγαλύτερη συμβολή στη δημόσια υγεία, και γι’ αυτό άλλωστε και θεωρούνται το μεγαλύτερο επίτευγμα της Ιατρικής. Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι έχουμε πλέον ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια στη φαρέτρα μας για να προστατέψουμε τους ενηλίκους από τις λοιμώξεις του αναπνευστικού, η εμβολιαστική κάλυψη στη χώρα μας παραμένει χαμηλά», σχολίασε από την πλευρά της η αναπληρώτρια καθηγήτρια Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος του ΔΣ της ΕΠΕ, Παρασκευή Κατσαούνου.

Συστάσεις

Υπό τα δεδομένα αυτά, οι επιστήμονες της εταιρείας συνέταξαν οδηγίες για τον εμβολιασμό των ενηλίκων, οι οποίες επικαιροποιούνται συνεχώς, ώστε να γίνεται έγκαιρα ο εξατομικευμένος προγραμματισμός των εμβολιασμών.

Συγκεκριμένα, συστήνονται για τις ομάδες πληθυσμού με συννοσηρότητες και ηλικιωμένους οι παρακάτω εμβολιασμοί:

n Ετησίως έναντι της γρίπης.

n Εφάπαξ έναντι του πνευµονιόκοκκου (PCV20).

n Ανά διετία έναντι του Ιού Αναπνευστικού Συγκυτίου (RSV).

n Ετησίως (1 δόση) έναντι της νόσου COVID-19, σύμφωνα µε τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα.

n Ανά 10ετία έναντι του κοκκύτη.

n Εναντι του έρπητα ζωστήρα, σε ανοσοκατεσταλµένους ενηλίκους ≥18 ετών και σε ανοσοεπαρκείς ενηλίκους ≥60 ετών [σε δύο δόσεις (RZV)].

Είναι σημαντικό να τονιστεί όμως ότι η πνευμονία απειλεί και τα παιδιά, εξακολουθώντας να προκαλεί σημαντική νοσηρότητα, επιπλοκές και θνητότητα, παρά το γεγονός ότι μπορεί να προληφθεί και να αντιμετωπισθεί.

«Ο εμβολιασμός δίνει δυνατότητα πρόληψης, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εξίσου σημαντική είναι η έγκαιρη ανίχνευση και θεραπεία», υπογράμμισε από την πλευρά του ο καθηγητής Παιδιατρικής – Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ, υπεύθυνος του τμήματος στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία», Αθανάσιος Μίχος.