«Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που καταλογίζετε στην κυβέρνηση ότι έχουν παραποιηθεί; Πού υπάρχει ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραποίησης και της κυβερνητικής λειτουργίας; Από πού προκύπτει ότι η κυβέρνηση ήταν εκείνη που παραποίησε στοιχεία;», κάλεσε την αντιπολίτευση να απαντήσει ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης, κατά την τοποθέτησή του στη συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, που έχουν καταθέσει ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά και Πλεύση Ελευθερίας.

Ο κ. Γεραπετρίτης, ο οποίος διαδέχθηκε τον Κώστα Αχ. Καραμανλή στο υπουργείο Μεταφορών μετά την τραγωδία στα Τέμπη, ρώτησε ευθέως τον ΣΥΡΙΖΑ  και το ΠΑΣΟΚ «πόσες εξεταστικές επιτροπές επί των ημερών σας κάνατε για τα δικά σας πεπραγμένα;», για να δώσει ο ίδιος την απάντηση: «Στα 20 χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ: Καμία. Στα 5 χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ: Μηδέν».

«Στεκόμαστε με σεβασμό απέναντι στη μνήμη των νεκρών και στη θλίψη των οικογενειών και των οικείων τους», τόνισε και πρόσθεσε ότι «θα κριθούν όλοι και θα κριθούμε όλοι για το τι έχουμε πράξει. Δεν μπορεί όμως να υπάρχουν λαϊκά δικαστήρια και δεν μπορεί να υπάρχει τέτοιου είδους στοχοποίηση χωρίς στοιχεία», υποστήριξε.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε διεξοδικά στη διαχρονική πορεία υλοποίησης της Σύμβασης 717, που υπογράφηκε αρχικά το 2014 και μέσα σε δύο έτη θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί. Το 2016, όμως είπε, «το ποσοστό υλοποίησης είχε φτάσει σε ένα ποσοστό μικρότερο του 18% και ουσιαστικά η σύμβαση διακόπηκε, καθώς διαπιστώθηκε πως η κατάτμηση σε δύο πεδία (Βόρειο και Νότιο) δημιουργούσε ασυμβατότητες και ήταν αδύνατον να είναι λειτουργικά μεταξύ τους τα συστήματα».

«Μέχρι το τέλος της θητείας της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, το 2019», όπως είπε, «δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόοδο των εργασιών και συνεπώς λιγότερο του 20% του έργου ήταν λειτουργικό».

«Η κυβέρνησης της ΝΔ», ανέφερε ο κ. Γεραπετρίτης, «πήρε την πρωτοβουλία να επιταχύνει τις διαδικασίες, κάτι που δεν ήταν εύκολο, διότι πρώτα έπρεπε να υπάρξει συνεννόηση με την αρμόδια ΕΕ, να περάσει από το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας και το ΤΕΕ. Η πραγματικότητα είναι ότι η σύμβαση αυτή, ολοκληρώνεται δυστυχώς τραγικά με καθυστέρηση τον περασμένο Σεπτέμβριο και αφού υπήρξε το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών», σημείωσε.

Έκανε λόγο, επίσης, για «μία σειρά από σφάλματα» που οδήγησαν στο δυστύχημα, αναφέροντας πως δεν υπήρξε η αυτόματη χάραξη της γραμμής παρ’ όλο που ο ίδιος σταθμάρχης είχε προβεί σε άλλες προηγούμενες χαράξεις.

«Πραγματικές και νομικές πλημμέλειες στην πρόταση δυσπιστίας»

«Αποδείχθηκε ότι το σύστημα αυτόματης χάραξης λειτουργούσε και πριν και μετά το δυστύχημα. Τα κλειδιά δρομολογήθηκαν προς την αντίθετη μεριά, με συνέπεια η αμαξοστοιχία να βρεθεί στην αντίθετη κατεύθυνση. Η τοπική τηλεδιοίκηση, ο πίνακας ελέγχου, που ήταν σε απόλυτη λειτουργία όπως έχει διαπιστωθεί, έδειχνε την λάθος πορεία των δύο τρένων και ο σταθμάρχης θα μπορούσε επί 5,5 χιλιόμετρα να δει ότι τα τρένα είχαν πορεία μετωπικής σύγκρουσης», προσέθεσε επιμένοντας στο κυβερνητικό αφήγημα περί ανθρώπινου λάθους.

«Σημειώθηκαν», όπως είπε, «μια σειρά από σφάλματα που οδήγησαν σε απανωτές παραβιάσεις του πρωτοκόλλου ασφαλείας που έχει πολλαπλές δικλείδες και έπρεπε όλες να παραβιαστούν για να σημειωθεί αυτό το τραγικό αποτέλεσμα που έγινε εκείνη την τραγική ημέρα».

Τσακαλώτος: Πόσα από αυτά που ξέρουμε σήμερα θα έπρεπε να είχε κάνει ο κ. Καραμανλής για να μην γίνει το δυστύχημα;

Παρατήρησε πως στην πρόταση δυσπιστίας που έχει κατατεθεί και αναφέρεται στο δυστύχημα των Τεμπών «υπάρχουν πολλές πραγματικές και νομικές πλημμέλειες», υποστηρίζοντας ότι «παραπλανητικά έχει αναγραφεί στην πρόταση ότι η κυβέρνηση αγνόησε πλήρως το πόρισμα της τριμελούς Επιτροπής, που συνέστησε ότι το τραγικό δυστύχημα θα είχε μετά βεβαιότητας αποτραπεί εάν υπήρχε η οποιαδήποτε ολοκλήρωση της Σύμβασης 717», λέγοντας ότι «αυτό δεν υπάρχει πουθενά μέσα στο κείμενο του πορίσματος της Επιτροπής, αντιθέτως, εγώ διαβάζω πολλά πράγματα που είναι χρήσιμα και μας βοηθούν για το μέλλον, αλλά δεν λένε αυτό που γράφετε», επέμεινε.

Και κατέληξε σχολιάζοντας την αναγγελία κατάθεσης της πρότασης δυσπιστίας μετά το αποκαλυπτικό δημοσίευμα του Βήματος, λέγοντας πως «πάντοτε, όταν υπάρχει μια ζέση πολιτική για να στραφεί η αντιπολίτευση κατά της κυβέρνησης, θα υπάρξει πολλή δουλειά», ενώ απευθυνόμενος στους βουλευτές  της αντιπολίτευσης που συνυπογράφουν την πρόταση δυσπιστίας, ρώτησε: «Αλήθεια, διαβάσατε την πρότασή σας πριν την υπογράψετε; Είστε σίγουροι ότι θέλετε να είναι η πολιτική σας παρακαταθήκη αυτό που γράφεται ότι ‘φαίνεται πως ο σταθμάρχης είχε υποδείξει λάθος πορεία στο μοιραίο τρένο’ – αλήθεια ‘φαίνεται;’», διερωτήθηκε.

Ομαδικά πυρά από τα κόμματα

Απάντηση στον υπουργό Εξωτερικών έδωσε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος, με παρέμβασή του, τονίζοντας ότι «υπήρχε απελπιστικά μειωμένος αριθμός εργαζομένων, άρα πολύ εύκολο το ανθρώπινο λάθος. Κανένα από τα συστήματα ασφαλείας δεν λειτουργούσε, μόνο ο τοπικός πίνακας και αυτό για ενάμιση χιλιόμετρο, γιατί είχαν καεί κάποια λαμπάκια και τρίτον. Κανένας δεν μπορούσε να ελέγξει τι μεταφέρει μια εμπορική αμαξοστοιχία. Υπήρχε ένα εκρηκτικό μείγμα από σειρά παραγόντων, άρα γιατί μιλάμε μόνο για ανθρώπινο λάθος;».

Χαρακτήρισε «διάτρητη την Σύμβαση 717, που δεν μπορούσε να υλοποιηθεί, όπως και πολλά έργα της ΕΡΓΟΣΕ για τα οποία έχει πιεστεί από τα λόμπι της ΕΕ».

Από την πλευρά του, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Αριστεράς, Ευκλείδης Τσακαλώτος, έθεσε στον υπουργό «τρία δεδομένα και δύο ερωτήματα».

Τα δεδομένα, όπως είπε, είναι: «Ο κ. Καραμανλής, γιατί έλεγε σε βουλευτές της αντιπολίτευσης ότι ήταν ντροπή να θέτουν θέματα σιδηροδρομικής ασφάλειας; Γιατί δεν κλήθηκαν στην εξεταστική ο κ. Γενιδούνιας και ο κ. Τσαλίδης, που είχαν ενημερώσει τον υπουργό για αυτούς τους κινδύνους ασφάλειας που υπήρχαν; Εσείς, γιατί πήρατε αμέσως μέτρα το δυστύχημα και όχι ο  κ. Καραμανλής; Δεν θα έπρεπε να είχαν κληθεί στην επιτροπή οι κ.κ. Γενιδούνιας και Τσαλίδης; Με αυτά που ξέρουμε σήμερα, πόσα από αυτά που ξέρουμε σήμερα θα έπρεπε να είχε κάνει ο κ. Καραμανλής για να μην γίνει το δυστύχημα;».

Απαντώντας στους δύο κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους, ο Γιώργος Γεραπετρίτης σημείωσε πως η μείωση του προσωπικού συντελέστηκε κυρίως την περίοδο της οικονομικής κρίσης 2010- 2019, ενώ «επί κυβέρνησης της ΝΔ υπήρξαν συνολικά 417 νέες θέσεις, όταν την περίοδο του ΣΥΡΙΖΑ είχαμε μηδέν».

«Τα προβλεπόμενα και υπάρχοντα συστήματα αυτόματης χάραξης λειτουργούσαν και αυτό καταγράφεται στην έκθεση της Επιτροπής», είπε και προσέθεσε: «Πείτε μου την σελίδα που το αναγράφει. Με τα συστήματα αυτά που υπήρχαν λειτούργησε ο σιδηρόδρομος επί 50 χρόνια, χωρίς να έχουν υπάρξει τέτοιες τραγωδίες. Πρέπει σαφώς να τα ενισχύσουμε και ενισχύθηκαν πάρα πολύ τα συστήματα τηλεπικοινωνιών, ο φωτισμός, η επικοινωνία εντός των σηράγγων και βέβαια ολοκληρώθηκε η φωτοσήμανση και η τηλεδιοίκηση πριν έρθει η καταστροφή του Daniel, που τώρα και εκεί αποκαθίστανται οι ζημιές».

Απέρριψε τις καταγγελίες ότι κανείς δεν ελέγχει τι μεταφέρουν τα τρένα, υποστηρίζοντας πως «γίνονται όλοι οι επαρκείς έλεγχοι».