Βάσει των όσων είχα διαβάσει και ακούσει για την πολύκροτη υπόθεση της δωδεκάχρονης στον Κολωνό, η εισαγγελική πρόταση για τον Ηλία Μίχο μού προκάλεσε κατάπληξη: δεν περίμενα ο μπακαλόγατος του Κολωνού να γλιτώσει την κατηγορία της μαστροπείας. Από την άλλη όμως, ούτε εγώ ούτε κανείς μας ήταν μέσα στο δικαστήριο, ώστε να έχει γνώση των πραγματικών στοιχείων της υπόθεσης και θυμίζω ότι, ευτυχώς, η Δικαιοσύνη σε αυτή τη χώρα ακόμη εξακολουθεί να κρίνει βάσει πραγματικών γεγονότων και πράξεων, όχι βάσει των αισθημάτων και των δοξασιών της κοινής γνώμης. Ευτυχώς, επαναλαμβάνω. Γι’ αυτό και είναι ακόμη μεγαλύτερη η κατάπληξή μου από την προθυμία μεγάλου μέρους του κόσμου να θεωρήσει την εισαγγελική πρόταση περίπου ως απαλλακτική για τον κατηγορούμενο και προϊόν συναλλαγής για τη συγκάλυψη των εγκλημάτων του.

Να εξαιρέσουμε, κατ’ αρχάς, εκείνους που αγανακτούν εκ προοιμίου και για πολιτικούς λόγους, όσους δηλαδή πιστεύουν ότι ο Μίχος αντιμετωπίστηκε επιεικώς επειδή είχε στενές σχέσεις με το κυβερνών κόμμα, διότι αυτοί θα έβρισκαν λόγο να διαμαρτύρονται όποια και αν ήταν η πρόταση της εισαγγελέως. Από τους άλλους που αντέδρασαν οι περισσότεροι είναι επειδή πιστεύουν ότι στην Ελλάδα η Δικαιοσύνη είναι, αν όχι κατευθυνόμενη, πάντως δεν είναι ανεξάρτητη. Εν μέρει και υπό πολλές προϋποθέσεις θα μπορούσα να πω ότι συμφωνώ μαζί τους. Στον πραγματικό κόσμο, κανένα σύστημα απονομής της δικαιοσύνης δεν μπορεί να είναι απολύτως ανεξάρτητο, πόσω μάλλον στον Υπαρκτό Ελληνισμό. Διαφορετικά, δεν θα χρειαζόμασταν υπουργό Δικαιοσύνης και τον σχετικό μηχανισμό που τον πλαισιώνει. Ούτε η κυβέρνηση θα επέλεγε την ηγεσία της Δικαιοσύνης, όπως γίνεται σήμερα και γινόταν πάντα. Προσοχή, όμως. Δεν αρνούμαι την ανεξαρτησία της, απλώς τη θέτω εντός εισαγωγικών.

Και η επίδραση της πολιτικής λοιπόν είναι αναπόφευκτη στη Δικαιοσύνη, αλλά και η επίδραση της επικαιρότητας. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάποιοι πολιτικοί να επιστήσουν την προσοχή των δικαστών σε μια υπόθεση υψηλής ευαισθησίας για την κοινή γνώμη. Δεν χρειάζεται, δηλαδή, ένας υπουργός να παραγγείλει στον δικαστή να εξαντλήσει την αυστηρότητά του στην περίπτωση ενός εγκληματία όπως ο Μίχος. Το αντιλαμβάνεται μόνος του. Οι δικαστές δεν ζούνε εκτός κόσμου, έχουν πλήρη γνώση τού τι εξάπτει την κοινή γνώμη και δεν είναι ανόητοι να τη στρέψουν εναντίον τους. Δεν έχω καμία αμφιβολία, λοιπόν, ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση η εισαγγελέας πρέπει να εξάντλησε την αυστηρότητά της και, επομένως, για να μην προτείνει την καταδίκη του για την κατηγορία της μαστροπείας, δεν πρέπει να υπήρχαν τα απαραίτητα στοιχεία.

Αλλωστε, αν το δούμε και από την πλευρά των συνωμοσιολογούντων, τι ήταν τέλος πάντων αυτό το σπουδαίο που έπρεπε να συγκαλυφθεί πάση θυσία και παρά τις πρεοξοφλούμενες αντιδράσεις; Ο Μίχος; Μην τρελαθούμε τώρα! Το να πάρουμε στα σοβαρά τον Μίχο ως πολιτική προσωπικότητα ισοδυναμεί με το να πάρουμε τοις μετρητοίς τις ηλίθιες σέλφι που έβγαζε με διασημότητες του μικρόκοσμου της λαϊκής Δεξιάς, Παυλόπουλους, Πατούληδες και άλλους. Ενα μικροοργανισμός του κομματικού ιζήματος ήταν ο Μίχος και το περισσότερο στο οποίο μπορούσε να προσβλέπει ήταν καμιά δουλίτσα με το Δημόσιο, με τίποτα χαρτιά υγείας ή καθαριστικά για τουαλέτες. Χιλιάδες υπάρχουν σαν κι αυτόν. Είναι ανόητο να πιστεύει κανείς ότι η προστασία του μπορεί να αξίζει το κόστος της δημόσιας κατακραυγής.

Το αντίθετο είναι που ισχύει. Δεδομένης της απέχθειας που προκάλεσε η υπόθεση της εκπόρνευσης ενός δωδεκάχρονου κοριτσιού, το πραγματικό όφελος για το κυβερνών κόμμα και για την κυβέρνηση θα ήταν από την παραδειγματική τιμωρία του Μίχου. Επομένως, η θεωρία της συνωμοσίας δεν στέκεται.

Δεν μπορώ, ωστόσο, να προσπεράσω μία από αυτές τις χαριτωμένες αντιφάσεις, μέσω των οποίων εκδηλώνεται η πολυσχιδής παραδοξότητα του Υπαρκτού Ελληνισμού. Εκείνοι που, με αφορμή την πρόταση της εισαγγελέως για τον Μίχο, υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει Δικαιοσύνη ή ότι η Δικαιοσύνη είναι κατευθυνόμενη είναι ως επί το πλείστον οι ίδιοι με εκείνους που θέλουν να δουν τον Κώστα (Αχ-Βαχ) Καραμανλή στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Σε ποια Δικαιοσύνη όμως; Σε αυτή την οποία σήμερα μέμφονται για την υπόθεση του Κολωνού;