Το διπλωματικό επεισόδιο με την άρνηση του Ρίσι Σούνακ να συναντηθεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη εξαιτίας των αναφορών του Έλληνα πρωθυπουργού για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, φέρνει ξανά στο προσκήνιο το ζήτημα των αρχαιοτήτων ξένων χωρών που έχουν καταλήξει στην Αγγλία και στο Βρετανικό Μουσείο.

Υπό τον τίτλο «Γιατί το Βρετανικό Μουσείο αντιμετωπίζει πάντα προβλήματα;» ο Economist αναλύει το θέμα των αρχαιοτήτων που φυλάσσονται στο παλαιότερο εθνικό δημόσιο μουσείο στον κόσμο και περιγράφει την «περιπέτεια» των γλυπτών της ζωφόρου που κοσμούσε τον ναό της Αθηνάς στην Ακρόπολη της Αθήνας.

Το δημοσίευμα θυμίζει ότι τα γλυπτά που εκπλάπησαν από τον Παρθενώνα στις αρχές του 19ου αιώνα έχουν πολλά ονόματα. Ονομάζονται τα «Γλυπτά του Παρθενώνα», τα «Μάρμαρα του Παρθενώνα» και, από τους παραδοσιακούς, «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα».

Το Βρετανικό Μουσείο αντιμετωπίζει προβλήματα ακριβώς επειδή ο κόσμος γνωρίζει πώς απέκτησε τόσο τα γλυπτά αυτά, όσο και πολλές άλλες αραχιότητες. Ο αρθρογράφος κάνει ιδιαίτερη αναφορά στη «διαμάχη μεταξύ του επισκέπτη Έλληνα πρωθυπουργού, ο οποίος παρομοίασε την παρουσία των γλυπτών στο Λονδίνο με το κόψιμο της Μόνα Λίζα στη μέση, και του Βρετανού πρωθυπουργού, ο οποίος αντέδρασε με οργή ακυρώνοντας την προγραμματισμένη συνάντησή τους»

Ανταγωνιστικός εθνικισμός

Πράγματι, ο ανταγωνιστικός εθνικισμός διατρέχει όλη την ιστορία των μουσείως. Και ουσιαστικά ήταν αυτός που βοήθησε να δημιουργηθούν μουσεία.

Το Βρετανικό ήταν ένα από τα πρώτα ιδρύματα που χρησιμοποίησε τη λέξη «Βρετανικό» στον τίτλο του και το πρώτο εθνικό μουσείο που άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό, το 1759.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον Economist, ο κόσμος μπορεί να μην έχει ακούσει ποτέ για ένα εργο τέχνης ή ένα έκθεσμα μέχρι να γίνει το επίκεντρο μιας διαμάχης μεταξύ χωρών, όπως έγινε με τα Γλυπτά του Παρθενώνα και πάλι αυτή την εβδομάδα. Στους καταλόγους του μουσείου περιλαμβάνονται 1.699 αντικείμενα που σχετίζονται επίσης με τον Έλγιν. Εφόσον κανένα έθνος δεν διαφωνεί γι’ αυτά, κανείς δεν νοιάζεται.

Προβλήματα

Η ιστορία του Βρετανικού Μουσείου μπορεί να προκαλεί προβλήματα, ωστόσο έχει και τη θετική της πλευρά, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα. Σήμερα, θεωρείται δεδομένο ότι το προφανές πράγμα που έχει να κάνει με τα παλιά αντικείμενα είναι να τα μαζεύεις όλα σε ένα δωμάτιο, να προσθέτεις ετικέτες, κι ένα κατάστημα δώρων που θα πουλά αναμνηστικά και μετά να τα εκθέτεις στο κοινό. Αυτό δεν ήταν πάντα έτσι.

Το Βρετανικό Μουσείο βρίσκεταο στο επίκεντρο, εν μέρει επειδή συμπεριφερόταν άσχημα στα αντικείμενα αλλά και επειδή τους συμπεριφέρθηκε καλά.

Σε αντίθεση με τα κομμάτια του Παρθενώνα που χάθηκαν στις τσέπες των τουριστών, τα γλυπτά του εξακολουθούν να είναι εκεί και μπορεί κανείς να τα θαυμάσει. Κι από τη θετική πλευρά, αυτό περιστασιακά απέτρεπε και τους Γάλλους.

Πηγή: OT