Σε επίπεδο «υποκειμενικής φτώχειας» βρίσκονται τέσσερις στους πέντε Έλληνες, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν στη δημοσιότητα. Η χώρα μας καταλαμβάνει άλλη μια θλιβερή πρωτιά συγκρινόμενη με τις άλλες χώρες της ΕΕ καθώς «υποκειμενικά φτωχός» θεωρείται, κατά μέσο όρο, ένας στους τρεις Ευρωπαίους (29,5%).

«Υποκειμενική φτώχεια» είναι η αντίληψη του ίδιου τού ατόμου για την οικονομική του κατάσταση. Πρόκειται για μια έννοια που βασίζεται στα αποτελέσματα των στατιστικών της ΕΕ για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης (EU-SILC). Στόχος του δείκτη αυτού είναι να αξιολογηθεί η αντίληψη των ερωτηθέντων σχετικά με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το νοικοκυριό για να ανταπεξέλθει στις οικονομικές υποχρεώσεις.  Η αξιολόγηση εξετάζει την κατάσταση της υλικής ευημερίας των νοικοκυριών, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος, των δαπανών, του χρέους και του πλούτου.

Η Ελλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο

Τα στοιχεία της Eurostat προέκυψαν στο πλαίσιο της έρευνας για τις συνθήκες διαβίωσης (2022) και αφορούν άτομα με απολυτήριο γυμνασίου και όχι λυκείου.

Συγκεκριμένα, μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα είχε το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (81,6%) που θεωρούνται φτωχοί. Ακολουθούν η Βουλγαρία (67,9%) και η Σλοβακία (53,3%). Η διαφορά που μας χωρίζει από τη Φινλανδία (7,3%), το Λουξεμβούργο (10,0%) και τη Σουηδία (11,3%) είναι χαώδης.

Επίσης, στην Ελλάδα καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, ατόμων με μεσαίο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο που θεωρούνται «υποκειμενικά φτωχά», με ποσοστά 70% και 49% αντιστοίχως.

Τα περισσότερα μέλη της ΕΕ ανέφεραν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων πληθυσμού με υψηλό και χαμηλό μορφωτικό επίπεδο.

Η διαφορά ήταν τουλάχιστον 20 ποσοστιαίες μονάδες σε 12 χώρες. Οι πιο αξιοσημείωτες διαφορές ήταν στη Βουλγαρία (47,7 ποσοστιαίες μονάδες), την Ουγγαρία (41,5 ποσοστιαίες μονάδες) και τη Σλοβακία (39,5 ποσοστιαίες μονάδες) και οι χαμηλότερες στη Φινλανδία (4,5 ποσοστιαίες μονάδες), τη Δανία (5,9 ποσοστιαίες μονάδες) και τη Σουηδία (7,1 ποσοστιαίες μονάδες).