Μια αποστροφή του υφυπουργού Εργασίας Πάνου Τσακλόγου έδωσε το έναυσμα για τις ανησυχίες στους κόλπους των ασφαλισμένων, σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι με τα όρια ηλικίας.

«Στην επόμενη τριετία, δεν πρόκειται να δούμε αύξηση στα όρια συνταξιοδότησης.

Αλλά ότι αυτό κάποια στιγμή θα γίνει, μην έχετε την παραμικρή αμφιβολία» σημείωσε.

Πάντως το υπουργείο Εργασίας επισημαίνει κατηγορηματικά ότι καμία μεταβολή δεν θα προκύψει στα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης μέσα στην επόμενη τριετία.

Από την πλευρά τους, ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση επισημαίνουν ότι ουδεμία υποχρέωση δεν προκύπτει από τον νόμο 3863/2010 για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, ενώ παράλληλα κανένας λόγος δεν υφίσταται πλέον για οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των ηλικιακών ορίων, αφού είμαστε ήδη από τις χώρες με τα υψηλότερα όρια στην Ευρώπη.

Ο νόμος για τον προσδιορισμό των ορίων συνταξιοδότησης (ν.3863/2010) προβλέπει ότι από το 2024 και μετά, τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης ανακαθορίζονται ανά τριετία, με βάση τη μεταβολή του προσδόκιμου της επιβίωσης, με σημείο αναφοράς την ηλικία των 65 ετών.

Λόγω του ότι κατά την προηγούμενη περίοδο αναφοράς η μεταβολή του προσδόκιμου της επιβίωσης στα 65 ήταν πολύ μικρή, δεν προβλέπεται καμία μεταβολή των ορίων συνταξιοδότησης κατά την επόμενη τριετία.

Η όποια επανεξέταση, σε σχέση με το προσδόκιμο ζωής της χώρας, θα πραγματοποιηθεί από το 2027 και μετά, όπως προβλέπει η ασφαλιστική νομοθεσία.

Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος αύξησης των ορίων ηλικίας, αν διαπιστωθεί στην πράξη ότι προκύπτει πρόβλημα λειτουργίας του ασφαλιστικού συστήματος.

Δεδομένα.

Ομως, για να συμβεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρξει σχετική αναλογιστική μελέτη, η οποία θα πρέπει να αξιολογηθεί από ειδικούς της Κοινωνικής Ασφάλισης και να αναλυθούν μια σειρά από δεδομένα, όπως είναι και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.

Σήμερα, τα όρια ηλικίας έχουν κλειδώσει σε δύο βασικές κατηγορίες: οι εργαζόμενοι μπορούν να συνταξιοδοτηθούν είτε στα 62 έτη, με την προϋπόθεση όμως ότι θα έχουν συμπληρώσει 40 έτη ασφάλισης (12.000 ένσημα), είτε στα 67 έτη, με συμπληρωμένη απλώς μια 15ετία (4.500 ένσημα).

Ολες οι προγενέστερες «ειδικές περιπτώσεις» συνταξιοδότησης έχουν καταργηθεί από το 2015. Ετσι, από το 2022 και μετά ισχύουν οι ανωτέρω δύο βασικές προϋποθέσεις για χορήγηση σύνταξης, σε όλους ανεξαιρέτως τους εργαζομένους.

Ομως, σε μεταγενέστερο χρόνο, το 2015, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, έγινε μεταρρύθμιση των ορίων ηλικίας και δημιουργήθηκε ως βάση το 67ο έτος.

Ετσι ήδη έχει ξεπεραστεί και καλυφθεί η συγκεκριμένη προϋπόθεση. Ενδεχόμενη επανεξέταση των ορίων ηλικίας, όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι, ακόμα κι αν γίνει το 2027, δεν αναμένεται να επιφέρει σημαντικά αποτελέσματα.

Στην έκθεσή του για τα συνταξιοδοτικά συστήματα των χωρών – μελών του, ο ΟΟΣΑ αναφερόμενος στη χώρα μας κάνει την εκτίμηση ότι ίσως μέχρι το 2050, λόγω βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να αυξηθεί το όριο ηλικίας κατά 2,8 έτη.

Η αναπροσαρμογή αυτή θα προκύψει σε σχέση με το 62ο έτος ηλικίας (και 40 έτη ασφάλισης), που είναι ένα εκ των δύο ορίων που έχει θέσει το ισχύον ασφαλιστικό σύστημα στη χώρα (το άλλο είναι το 67ο έτος με 15 χρόνια ασφάλισης).