Της Ρίκας Μπενβενίστε

Το 2018, ένας παράξενος άνδρας πλησίασε τον Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν, στο τέλος του σεμιναρίου του, για να του δείξει ορισμένες αδημοσίευτες φωτογραφίες. Προέρχονταν από το υλικό, που σήμερα αποκαλούμε «αρχείο Ρίνγκελμπλουμ», το οποίο συγκέντρωσε η ομάδα του ιστορικού Εμάνουελ Ρίνγκελμπλουμ μέσα σε μεγάλα κιβώτια και μεταλλικά δοχεία για το γάλα, που έθαψε στο χώμα. Τα μέλη της ομάδας έζησαν τις τελευταίες ημέρες του γκέτο της Βαρσοβίας συγκεντρώνοντας τεκμήρια της καθημερινής ζωής και της καθημερινής δολοφονίας: παράνομο Τύπο, εισιτήρια του τραμ, επιστολές, ποιήματα, δελτία για το ψωμί, αφίσες του θεάτρου, φωτογραφίες. Ολοι τους συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Αντίσταση δεν ήταν μονάχα η ένοπλη εξέγερση του γκέτο την άνοιξη του 1943, ύστατη απεγνωσμένη προσπάθεια να σταματήσουν οι εκτοπίσεις στα στρατόπεδα του θανάτου. Μέσα σε ένα σύμπαν τρομοκρατίας και θανάτου, αντίσταση ήταν επίσης, μας υπενθυμίζει ο συγγραφέας, όλες εκείνες οι μικρές ή μεγάλες χειρονομίες της αλληλεγγύης και της επιβίωσης, της πάλης ενάντια στις φήμες, της προσπάθειας να ακουστεί ο κώδωνας του κινδύνου, να κερδηθεί χρόνος, να μην παραδοθεί κάποιος στην τόσο δικαιολογημένη απελπισία. Αντίσταση ήταν και η ριψοκίνδυνη διάσωση των τεκμηρίων. Ανάμεσά τους, φωτογραφίες, εικόνες που επιβιώνουν… σαν πυγολαμπίδες.

Ο Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν φεύγει, για να δει τον τόπο, παρ’ όλα αυτά. Αποφασίζει να ταξιδέψει στον τόπο όπου, τον Νοέμβριο του 1940, οι Γερμανοί εγκαθίδρυσαν το μεγαλύτερο γκέτο της κατεχόμενης Ευρώπης. Θα επισκεφτεί την πόλη και το Εβραϊκό Ιστορικό Ινστιτούτο. Φεύγει για να δει, όπως επτά χρόνια νωρίτερα, το 2011, είχε κάνει ένα άλλο ταξίδι στο Αουσβιτς-Μπιρκενάου, για να δει με τα μάτια του τον τόπο απ’ όπου οι Ζοντεκομάντο, τον Αύγουστο του 1944, τράβηξαν 4 φωτογραφίες…

Οπως τότε, έτσι και τώρα φεύγει με την επιθυμία να μην αφήσει να τον παραλύσει το πένθος, φεύγει για να ξαναρχίσει: να ανοίξει νέους ορίζοντες γνώσης, επιθυμιών, σκέψεων, εικόνων. Ο τόπος είναι εκεί, στη Βαρσοβία, παρόλο που τίποτα πια δεν απομένει από το γκέτο που οι Γερμανοί βομβάρδισαν και ισοπέδωσαν την άνοιξη του 1943. Περπατά στην πόλη του γκέτο και της εξέγερσης, μέσα σε ένα σκηνικό που ψυχικά το γνωρίζει από παιδί, και κοιτάζει. Κοιτάζει στο έδαφος, όπως οι αρχαιολόγοι, πέτρινα και μεταλλικά απομεινάρια της ιστορίας: μια γραμμή του τραμ από τη δεκαετία του 1930 που διακόπτεται απότομα στον λιθόστρωτο δρόμο, κοιτάζει το πάτωμα του Ινστιτούτου, που φέρει πάνω του τα σημάδια της πυρκαγιάς που έκαψε τη διπλανή συναγωγή. Φωτογραφίζει ένα κομμάτι του τείχους που έμεινε όρθιο και κοιτάζει μικρές πέτρες τις οποίες κάποιοι εναπόθεσαν σε κοιλότητες στο τείχος, όπως πάνω στους εβραϊκούς τάφους. Στα πετραδάκια βλέπει δάκρυα που κρυσταλλώθηκαν περιμένοντας έναν λόγο, που δεν ήταν μονάχα προσευχή…

Φεύγει για να δει εικόνες που επιβίωσαν, παρ’ όλα αυτά. Στο Ινστιτούτο, στέκεται επιτέλους πάνω από το μικρό κιβώτιο-κιβωτό, που περιέχει το άγνωστο φωτογραφικό αρχείο, έναν θησαυρό από βουβές κραυγές ή έναν θησαυρό από βάσανα, σκόρπια χαρτιά που είναι τα αληθινά μνημεία, «πυγολαμπίδες». Οι φωτογραφίες είναι τραβηγμένες μέσα στο γκέτο. Πρώτο και βασικό τους χαρακτηριστικό: το χέρι που κράτησε τη φωτογραφική μηχανή και το βλέμμα που την καθοδήγησε ανήκαν στους καταπιεσμένους. Οι φωτογραφίες τεκμηριώνουν και μεταδίδουν τρία ιστορικά και πολιτικά παραδείγματα : Tης τυραννικής κυριαρχίας που εικονίζεται συμβολικά, στον τοίχο που απομόνωσε το γκέτο. Το Εβραϊκό Συμβούλιο που κλήθηκε να διαπραγματευτεί με τους Γερμανούς, εξαπατήθηκε από αυτούς και μοιραία εξαπάτησε τον λαό. Το παράδειγμα, τέλος, του λαού των ανωνύμων, των ναυαγών, τη φτωχολογιά του γκέτο, με κουρελιασμένα ρούχα, παιδιά σε τελική φάση ασιτίας, αγγελίες θανάτου… Κάθε φωτογραφία είναι ένα γεγονός, που συμπυκνώνει έναν τρόπο να βλέπεις, κάθε εικόνα δηλώνει την επιλογή ενός θέματος. Η κατανόησή τους εξαρτάται από τον δικό μας τρόπο να τις βλέπουμε. Η φωτογραφία αλλάζει τον φωτογράφο της, αλλάζει αυτούς που την κοιτάζουν, αλλάζει εντέλει το μέλλον…

Φεύγει για να επιστρέψει σε μια οικογενειακή ιστορία, παρ’ όλα αυτά. Μια μάνα, με καταγωγή από την Πολωνία, είχε περιβάλει με σιωπή την ιστορία της εκτόπισης και της εξόντωσης. Τώρα, στο Ινστιτούτο, βρίσκει ένα κομματάκι από την οικογενειακή ρίζα. Κοιτάζει μια ταυτότητα, με όνομα, επάγγελμα (ράφτης φυσικά), ημερομηνία γέννησης, υπογραφή…: ένα ίχνος του σοφού ραβίνου που υπήρξε κάποτε ο παππούς του, και τον οποίο γνώριζε μονάχα από ασαφείς οικογενειακές ιστορίες.

Το ταξίδι στη Βαρσοβία γίνεται η μήτρα της αφήγησης και η συγγραφή του βιβλίου ξεκινά εντατικά μόλις το ταξίδι τελειώνει. Να γράφεις, είναι να ξαναρχίζεις. Μήπως και να δίνεις διέξοδο στον οικογενειακό θρήνο; Επειδή, το πένθος μπορεί να θέσει τον κόσμο σε κίνηση… η κίνηση να μαλακώσει τον πόνο… το πένθος να μεταμορφωθεί σε κάτι άλλο… κάτι που θα ζήσει, θα επιζήσει, στα βλέμματα και στις λέξεις.

Ενα μοντάζ με τις πρώτες λέξεις των κεφαλαίων συνθέτει ένα ποίημα. Είναι ποιητική η δοκιμιακή γραφή του Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν, πράγμα που σημαίνει πυκνό νόημα και λεπταίσθητες αποχρώσεις, ένα παιχνίδι με τους ήχους των λέξεων (κάτι που υποχρέωσε τη μεταφράστρια να καταφύγει σε κάποιες άχαρες υποσημειώσεις), μια γραφή που εκκινεί – κινείται από τη συγκίνηση, ένα κείμενο που δίνει χώρο στο συναίσθημα που τρέφει τον στοχασμό ώστε η κριτική να παραμένει αιχμηρή. Ισως αφήνει χώρο και για τον θρήνο, αλλά για έναν θρήνο που τον νικά η ελπίδα πριν ο θρήνος πάρει ξανά το πάνω χέρι και πριν η ελπίδα τον ξανανικήσει, και πάλι, πάντα από την αρχή…

Χειρονομίες αντίστασης, αρχείο, βλέμμα που γεννά εικόνες που επιβιώνουν. Μέριμνες που διατρέχουν ολόκληρο το έργο του ΖΝΤΟΥ, νήματα που συνδέουν την ιστορία της τέχνης και τον στοχασμό γύρω από τις εικόνες με τη φιλοσοφία, την κριτική και την πολιτική.

Τα Σκόρπια αποτελούν, νομίζω, μια ξεχωριστή ενότητα μαζί με τους Φλοιούς, καθώς και ένα από τα πιο γνωστά βιβλία του, το Εικόνες, παρ’ όλα αυτά. Σε αυτό το τελευταίο, στο επίκεντρο βρίσκονται τέσσερις φωτογραφίες που με κίνδυνο της ζωής τους τράβηξαν Ζοντερκομάντο του Αουσβιτς-Μπιρκενάου, τον Αύγουστο του 1944, για να τις προωθήσουν στην Αντίσταση έξω από το στρατόπεδο. Ενα οπτικό θραύσμα της εξόντωσης: πτώματα ανθρώπων που μόλις εξοντώθηκαν σε θαλάμους αερίων και καίγονται, σε ένα χαντάκι, και μια ομάδα από γυμνές γυναίκες που οδηγούνται στους θαλάμους αερίων. Εικόνες, όχι από τους θύτες, αλλά από τους μελλοθανάτους που απαθανατίζουν στιγμές της γενοκτονικής διαδικασίας. Μαρτυρία μιας πραγματικότητας της οποίας τα ίχνη οι θύτες θέλησαν να εξαλείψουν. Η φωτογράφηση ως «γεγονός», αποτελεί πράξη αντίστασης, και μαρτυρία. Στη διαμάχη που ξέσπασε, ο Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν αντιτάχθηκε στην ευκολία με την οποία κάποιοι καταφεύγουν στους χαρακτηρισμούς «αδιανόητο» ή «μη αναπαραστάσιμο», με αποτέλεσμα συχνά να ιεροποιούν ή να αισθητικοποιούν την πραγματικότητα, και επιμένει με σαφήνεια: η φωτογραφία δεν αποτελεί εικόνα της φρίκης αλλά ένα τεκμήριο για τη φρίκη, δεν είναι όλη η αλήθεια για τη Shoah, αλλά ένα ίχνος της.

Στην ίδια ενότητα ανήκει και το πιο πρόσφατο βιβλίο πάνω στα ημερολόγια του Βίκτορ Κλέμπερερ. Ο Κλέμπερερ είναι γνωστός για το δοκίμιό του για την LTI, τη γλώσσα του Γ’ Ράιχ, αλλά και για τα ημερολόγιά του τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί από τους ιστορικούς ως σημαντική «μαρτυρία»/«πηγή». Ο Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν ξαναδιαβάζει τα ημερολόγια του Κλέμπερερ, στο πλαίσιο των νεότερων ερευνών του, γύρω από τα αισθήματα και τα συναισθήματα ως γεγονότα [faits d’affects]. Αναδεικνύει τη συναισθηματική διάσταση και λειτουργία της γλώσσας του Κλέμπερερ που έχει τη δύναμη να συλλαμβάνει τα άρρητα και τις αποχρώσεις, δηλαδή την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας. Αυτό χαρίζει στη μαρτυρία του την ακρίβεια του σεισμογράφου, και η ευαίσθητη γραφή του ορθώνεται ενάντια στα ψέματα του ολοκληρωτισμού, καθιστώντας τον μάρτυρα μέχρι το τέλος.

Από το μεγάλο έργο του Ζορζ Ντιντί- Ουμπερμάν θέλησα να αναφερθώ με συντομία σε ορισμένα βιβλία που συνδέονται με τα Σκόρπια, βρίσκονται κοντά και στα δικά μου ενδιαφέροντα και θα ευχόμουν να μεταφραστούν στα ελληνικά. Ο ευρύχωρος αλλά και διεισδυτικός λόγος του φιλοσόφου και του ιστορικού των εικόνων προσφέρει στην ιστοριογραφία έναν τρόπο να σκεφτόμαστε το βλέμμα και να βλέπουμε τις εικόνες, ώστε να γίνονται οργανικό κομμάτι της ιστορικής αφήγησης, έναν τρόπο να αναγνωρίζουμε το συναίσθημα και να το λαμβάνουμε υπόψη ως γεγονός καθαυτό του παρελθόντος. Προσφέρει επίσης κάτι ακόμη: ποιητικό λόγο και κριτική που μας συγκινούν, στοχασμό που συν-κινεί.

Το κείμενο αυτό διαβάστηκε στην Αθήνα, στις 2 Νοεμβρίου 2023, στην εκδήλωση της παρουσίασης του βιβλίου Σκόρπια. Ταξίδι στο αρχείο του γκέτο της Βαρσοβίας, μτφρ. Ρ. Μπενβενίστε, νήσος 2023. Τα πλάγια γράμματα παραπέμπουν σε λόγια του συγγραφέα, στα «Σκόρπια» ή αλλού. Τα βιβλία του Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν που αναφέρονται στο κείμενο είναι: Επιβίωση των πυγολαμπίδων, μτφρ. Μ. Πατεράκη-Γαρέφη, Vesta 2015, Pour commencer encore. Dialogue avec Phililppe Roux, Argol 2019, Ecorces, Minuit, 2011, Images malgré tout, Minuit, 2004, Le témoin jusqu’au bout. Une lecture de Victor Klemperer, Minuit 2022.