Για τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης και διάφορων «εργαλείων» της όπως είναι το ChatGPT στην εκπαιδευτική διαδικασία έχουν γραφεί ήδη πολλά – και θα γραφούν ακόμη περισσότερα. Το ίδιο και για τις αλλαγές που μπορεί να επιφέρει στην παραγωγική διαδικασία και τον δημόσιο βίο, καθώς και για τις ευκαιρίες που προσφέρει στα κάθε είδους αυταρχικά καθεστώτα να χειραγωγούν πιο αποτελεσματικά τις κοινωνίες, αξιοποιώντας τα εργαλεία αυτά ως μέσα προπαγάνδας και παραπληροφόρησης.

Μήπως, όμως, έχει έρθει η ώρα να αναρωτηθούν στα σοβαρά οι επαγγελματίες και οι επιχειρήσεις της ενημέρωσης πόσο μπορεί να αλλάξει τη μορφή και το περιεχόμενο της δουλειάς τους η τεχνητή νοημοσύνη; Να μελετήσουν πόσο και πώς θα απειληθούν οι θέσεις εργασίας – και ποιες ακριβώς – στον κλάδο των ΜΜΕ, που έτσι κι αλλιώς βρίσκεται σε φάση διαρκών και συχνά επώδυνων αλλαγών μετά την εμφάνιση του Internet, πριν από δύο περίπου δεκαετίες;

Δεν είναι λίγοι, άλλωστε, εκείνοι που θεωρούν ότι το «σοκ» που πρόκειται να επιφέρουν (και μάλιστα πιο σύντομα από ό,τι πιστεύει η πλειοψηφία) η τεχνητή νοημοσύνη και τα εργαλεία της στα μίντια θα είναι ανάλογο, αν όχι πιο μεγάλο από αυτό που ακολούθησε την εμφάνιση και κυριαρχία του Διαδικτύου. Χωρίς να αποκλείουν, μάλιστα, το ενδεχόμενο η παραδοσιακή, ερευνητική και ποιοτική δημοσιογραφία να βρει την ευκαιρία για να πάρει ρεβάνς από το μοντέλο του «copy paste» και του κυνηγιού των «κλικ» και των «likes».

Ανάμεσα στους πολλούς που προβληματίζονται με τις εξελίξεις και προσπαθούν να τις αποκρυπτογραφήσουν και να προσαρμοστούν είναι και η Axios, στελέχη της οποίας ήρθαν σε επαφή, εδώ και αρκετούς μήνες, με ανθρώπους που εμπλέκονται άμεσα με την τεχνητή νοημοσύνη και την κατασκευή των εργαλείων της. Συνοψίζουν δε τις αλλαγές που πιθανότατα θα συμβούν σε οκτώ ενότητες, όπως αυτές παρουσιάζονται συνοπτικά στη συνέχεια.

Οι 8 μεγάλες αλλαγές

1Η πρώτη αφορά την εξειδίκευση καθώς, όπως τονίζεται, «το εμπορικό ή γενικής λήψης περιεχόμενο θα δει την αξία του να υποβαθμίζεται». Κατά συνέπεια, «κάθε εταιρεία η οποία ποντάρει αποκλειστικά στην υψηλή κυκλοφορία μοιάζει καταδικασμένη», ενώ «η ζήτηση για εξειδικευμένα θέματα που απαιτούν συγκεκριμένες γνώσεις θα αυξηθεί».

2 Η δεύτερη έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη και η ερμηνεία είναι απλή: «Η τεχνητή νοημοσύνη θα προκαλέσει έναν καταιγισμό ψευδούς και κατευθυνόμενου περιεχομένου (…) κάτι που θα οδηγήσει τους αναγνώστες να αναζητήσουν πιο ασφαλείς και έμπιστες πηγές πληροφόρησης – κατά προτίμηση απευθείας και όχι από την πίσω πόρτα των κοινωνικών μέσων».

3 Η τρίτη αλλαγή σχετίζεται ακριβώς με αυτές τις απευθείας σχέσεις που αναμένεται να οικοδομηθούν. Η αιτία είναι ότι καθώς το ChatGPT και άλλα παρόμοια εργαλεία θα προσφέρουν πλέον ολοκληρωμένες απαντήσεις και όχι παραπομπές (links), οι εταιρείες θα είναι υποχρεωμένες, εάν θέλουν να επιβιώσουν, να ενισχύσουν τους απευθείας δεσμούς τους με τους πελάτες – καταναλωτές του περιεχομένου που παράγουν.

4 Η τέταρτη θεωρεί πως σταδιακά θα ενισχυθεί η σημασία των εισερχόμενων «πακέτων», κάτι που συνεπάγεται την καλύτερη αξιοποίηση των newsletters, ειδικά καθώς Microsoft και Google μετατρέπουν σε «μαγικά εύκολη» τη διαχείριση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

5 Η πέμπτη επικεντρώνεται στο «υγιές περιεχόμενο», μιας και εκτιμάται πως υπάρχει πολλή «σαβούρα» στην τηλεόραση και αρκετές ειδησεογραφικές ιστοσελίδες. Κι αυτό παρά το ότι «οι καταναλωτές δικαιούνται καλύτερο περιεχόμενο, άρα και πιο υγιές και χρήσιμο».

6 Η έκτη έγκειται στο γεγονός ότι «οι καταναλωτές επιθυμούν οι περισσότερες ειδήσεις, όπως και οι πρακτικές πληροφορίες, να τους προσφέρονται με τη μεγαλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα». Ετσι, όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, «η ανάγκη να βλέπει και να διαβάζει κανείς ειδήσεις δεν θα πεθάνει, όμως το νεότερο σε ηλικία κοινό θα θέλει αυτές να είναι πιο σύντομες και να του παρέχονται κατά παραγγελία».

7 Η έβδομη αλλαγή βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την έκτη και αφορά το βάθος της ενημέρωσης. «Καθώς το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου θα είναι πιο σύντομο, οι καταναλωτές θα έχουν παραπάνω χρόνο για podcasts και άρθρα εμβάθυνσης, όπως αυτά που περιλαμβάνουν τα περιοδικά. Ταυτόχρονα, θα αυξηθεί η ανάγκη αυτά να είναι πραγματικά εξαιρετικά και πρωτότυπα. Ετσι, όλα τα ενδιάμεσα – οι βαρετές ιστορίες που οι δημοσιογράφοι γράφουν για τους εαυτούς τους ή για να γεμίσουν τρύπες στις ιστοσελίδες – θα εξαφανιστούν».

8 Τέλος, εντοπίζεται μια επικίνδυνη αντίφαση, η οποία έχει να κάνει με την «ανισότητα στην πληροφόρηση». Κι αυτό διότι «ενώ ποτέ δεν ήταν καλύτερη στιγμή για τους χρήστες να απαιτήσουν περιεχόμενο υψηλής ποιότητας, που θα τους προσφέρεται πολύ πιο αποτελεσματικά (…) ποτέ δεν ήταν πιο εύκολο να δημιουργήσει και να διαδώσει κανείς παραπλανητικές, απεχθείς ή ψευδείς πληροφορίες σε τόσο μεγάλη έκταση και χωρίς κόστος».

Σε αυτό το τελευταίο σημείο, που αποτυπώνει τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στις τεράστιες δυνατότητες και τις απειλές των νέων τεχνολογιών για τον άνθρωπο, μοιάζει να παίζεται και το πιο μεγάλο στοίχημα. Το ποια από τις δύο τάσεις θα επικρατήσει, τελικώς, θα κρίνει πολλά – αν όχι τα πάντα.

«FINANCIAL TIMES»

Το νέο «συμβόλαιο» με τους αναγνώστες

«Η δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη αποτελεί την πιο σημαντική νέα τεχνολογία από την εμφάνιση του Internet (…) Παρ’ όλα αυτά, εάν χειραγωγηθούν αποτελεσματικά, τα μοντέλα της είναι σε θέση να παράγουν εντελώς ψευδείς εικόνες και ειδήσεις».

Αυτά σημείωνε η διευθύντρια έκδοσης των «Financial Times», Ρούλα Χαλάφ, σε ανοιχτή επιστολή της προς τους αναγνώστες – αφήνοντας ουσιαστικά να εννοηθεί ότι αυτό που θα επιδιώξει είναι η σύναψη ενός νέου «συμβολαίου» αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας. Κι αυτό διότι, σύμφωνα με την ίδια, στην 130ετή πορεία τους οι «FT» έχουν αποδείξει πως «ποιότητα σημαίνει πάνω από όλα ακρίβεια, όπως επίσης δικαιοσύνη και διαφάνεια».

Ετσι, αφού αναγνώρισε τη σημασία των εξελίξεων και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η τεχνητή νοημοσύνη, καθώς «έχει τη δυνατότητα να αυξήσει την παραγωγικότητα και να προσφέρει περισσότερο χρόνο για τους ρεπόρτερ και τους συντάκτες ώστε να επικεντρώσουν στην παραγωγή πρωτότυπου περιεχομένου», ξεκαθάρισε τα εξής: «Το δημοσιογραφικό έργο των “FT”, στη νέα εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, το ρεπορτάζ και η συγγραφή, θα συνεχίσει να εκπονείται από τους ανθρώπους που είναι οι καλύτεροι στον τομέα τους, ενώ είναι ταυτόχρονα αποφασισμένοι να παρουσιάζουν και να αναλύουν τον κόσμο όπως αυτός είναι, επακριβώς και δίκαια».

Σε αυτό το πλαίσιο, η ίδια υπογράμμισε πως «το γραφείο σύνταξης πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί ένα κέντρο καινοτομίας». Πρόσθεσε δε πως «είναι σημαντικό και αναγκαίο για τους “FT” να διαθέτουν μια ομάδα στο γραφείο σύνταξης η οποία να πειραματίζεται υπεύθυνα με τα εργαλεία της AI, προκειμένου να βοηθά τους δημοσιογράφους σε τομείς όπως η άντληση στοιχείων, η ανάλυση κειμένων και φωτογραφιών και η μετάφραση». «Οπως μας έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία – καταλήγει η Χαλάφ στο άρθρο της – ο ενθουσιασμός πρέπει να συνοδεύεται από προσοχή όσον αφορά στους κινδύνους παραπληροφόρησης και παραποίησης της αλήθειας».