Το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου προκάλεσε σεισμό στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, όπως έσπευσε να δηλώσει πανηγυρικά και ο Πρωθυπουργός το ίδιο βράδυ. Συνήθως, τέτοιους σεισμούς προκαλεί η αλλαγή βάρδιας στο Μέγαρο Μαξίμου και στην κυβέρνηση. Εν προκειμένω, όμως, ο πρωταγωνιστής δεν ήταν η Νέα Δημοκρατία, που είναι καταφανώς η μεγάλη νικήτρια της αναμέτρησης, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ, η κατάρρευση του οποίου δείχνει να δημιουργεί νέες πραγματικότητες στα πολιτικά πράγματα του τόπου.

Κι αν η νίκη της Νέας Δημοκρατίας με ένα μεγάλο ποσοστό, κοντά σε αυτό που είχε επιτύχει στις εκλογές του Ιουλίου του 2019, θεωρούνταν λίγο – πολύ δεδομένη, σύμφωνα και με την εικόνα που έδιναν τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί για τη στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν στο 26%-30% στις περισσότερες δημοσκοπήσεις που δημοσιεύθηκαν πριν από τις εκλογές, το τελικό του ποσοστό δεν ξεπέρασε το 20,1%. Ακόμα και στο exit poll που, όπως τονίζουν δημοσκόποι στα «ΝΕΑ», αποτελεί και το μοναδικό προβλεπτικό εργαλείο (καθώς οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν τις τάσεις) ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στο 23,5%-27,5%.

Η υπερεκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ

Ο καταποντισμός του ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, ήταν η μεγαλύτερη έκπληξη των εκλογών. Το 20,07% που έλαβε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν το περίμεναν ούτε οι πιο φανατικοί του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου. «Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα ζήτημα πολυπαραγοντικό, δεν είναι ένας ο λόγος και δεν μπορούμε να βρούμε την αιτία μέσα σε λίγα μόλις 24ωρα από τις εκλογές», σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Γιώργος Αράπογλου, διευθύνων σύμβουλος της δημοσκοπικής εταιρείας PULSE RC. Οπως εκτιμά ο ίδιος, η απόκλιση του τελικού ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ από τις δημοσκοπήσεις οφείλεται σε τρεις βασικούς λόγους.

Ενας εξ αυτών είναι η τεχνική και μεθοδολογική προσέγγιση των εταιρειών δημοσκοπήσεων, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις σταθμίσεις και τις εκτιμήσεις – υποθέσεις που γίνονται για την πιο εύστοχη αποτύπωση του αποτελέσματος. Οπως εξηγεί η Μαρία Καρακλιούμη, πολιτική αναλύτρια της RASS, στις έρευνες εμφανιζόταν συχνά το πρόβλημα της υποεκπροσώπησης των ανθρώπων που είχαν ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ το 2019. «Δεν βρίσκαμε το 31% του ΣΥΡΙΖΑ. Στα δεδομένα πριν από τη στάθμιση με βάση την προηγούμενη ψήφο, δηλαδή με στάθμιση μόνο σε ό,τι αφορά την ηλικία και το φύλο, βρίσκαμε ποσοστά πολύ πιο κοντά στο τελικό αποτέλεσμα των εκλογών», εξηγεί. «Εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως η κομματική ταύτιση έχει καταρρεύσει και πως δεν έπρεπε να σταθμίσουμε με βάση την ψήφο αυτή τη φορά», προσθέτει, υπογραμμίζοντας όμως ότι «η στάθμιση με βάση την προηγούμενη ψήφο είναι κάτι που – δημοσκοπικά – συμβαίνει πάντα».

Αλλωστε, η χθεσινή ανακοίνωση του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκόπησης και Ερευνας Αγοράς σημείωνε ότι οι αποκλίσεις μεταξύ των προεκλογικών δημοσκοπήσεων και του exit poll σχετικά με το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ οφείλονται εν μέρει «στην υπόθεση ότι οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, λόγω της εκτεταμένης από το κόμμα τους αμφισβήτησης των δημοσκοπήσεων, δεν συμμετείχαν σε αυτές και για τον λόγο αυτό υποαντιπροσωπεύονταν στις έρευνες κοινής γνώμης, όπως και στο exit poll. Με αυτή την παραδοχή, η στάθμιση των στοιχείων έδινε υψηλότερο ποσοστό στον ΣΥΡΙΖΑ από αυτό που τελικά πήρε στις εκλογές».

Δεύτερο και ιδιαιτέρως σημαντικό στοιχείο που επίσης οδήγησε στην υπερεκτίμηση του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά αποτέλεσαν οι λεγόμενες «γκρίζες ζώνες» των δημοσκοπήσεων και ειδικότερα το τμήμα των αναποφάσιστων και των νέων ψηφοφόρων. «Οι εκτιμήσεις που κάναμε ήθελαν τους αναποφάσιστους να μοιράζονται εξίσου, ωστόσο το exit poll δείχνει πως κινήθηκαν σε πολύ μεγάλο ποσοστό προς τη Νέα Δημοκρατία», τονίζει ο Γιώργος Αράπογλου. Βάσει των στοιχείων του exit poll, εξ αυτών που αποφάσισαν την τελευταία ημέρα το 51,3% ψήφισε το κυβερνών κόμμα, ενώ μόλις ένα 13% επέλεξε αυτό της αντιπολίτευσης. Οπως, άλλωστε, τονίζουν και οι δημοσκόποι στη χθεσινή ανακοίνωσή τους, το 19% (ένας στους πέντε) των ψηφοφόρων πήρε την απόφασή του την ημέρα των εκλογών.

Ακόμα ένα σημείο που ξέφυγε από τα δημοσκοπικά ραντάρ ήταν η ψήφος των νέων. «Για να κάνουμε τη στάθμιση, ρωτάμε τι ψηφίσατε στις προηγούμενες εκλογές. Οταν μεσολαβούν τέσσερα χρόνια από τις προηγούμενες εκλογές, δημιουργείται ένα μεγάλο κομμάτι νέων ανθρώπων που δεν έχουν ξαναψηφίσει», λέει στα «ΝΕΑ» ο διευθύνων σύμβουλος της PULSE RC, σημειώνοντας ότι οι νέοι που ψήφιζαν για πρώτη φορά αναλογούν περίπου στο 8% του εκλογικού σώματος – αν και θεωρείται δεδομένο ότι αρκετοί εξ αυτών δεν προσήλθαν στην κάλπη. Μάλιστα, ενώ οι νέοι 17-24 είναι μια ομάδα ψηφοφόρων που το 2019 είχε υποστηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ (38% στο exit poll του 2019, έναντι 30% για τη Νέα Δημοκρατία), σύμφωνα με το exit poll της 21ης Μαΐου, έγειραν σημαντικά προς τη Νέα Δημοκρατία (32,5%, έναντι 22,7% για τον ΣΥΡΙΖΑ).

Τρίτο σημαντικό παράγοντα για την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελούν οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών πριν από την κάλπη και ειδικότερα το «αυτογκόλ» του Γιώργου Κατρούγκαλου περί αύξησης των εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών, αλλά και το κάλεσμα του Αλέξη Τσίπρα στους αντισυστημικούς ψηφοφόρους της Ακρας Δεξιάς. Οι συνέπειες της δήλωσης Κατρούγκαλου είναι εμφανείς και στα στοιχεία του exit poll, που δείχνουν πως οι ελεύθεροι επαγγελματίες ψήφισαν μαζικά (54,8%) υπέρ της Νέας Δημοκρατίας, με μόλις 13,3% εξ αυτών να επιλέγουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Σε ό,τι αφορά, δε, το «κλείσιμο του ματιού» του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στους «ορφανούς» ψηφοφόρους των ακροδεξιών μορφωμάτων, πιθανολογείται πως οδήγησε σε περαιτέρω αποσυσπείρωση του κόμματός του, χωρίς καν να φέρει εκλογικά οφέλη, καθώς η Ακροδεξιά φέρεται να ψήφισε… Ακροδεξιά ή κάποιο άλλο μικρό, «αντισυστημικό» κόμμα. Οπως σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Στράτος Φαναράς, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Metron Analysis, «στην έρευνα που κάναμε την Παρασκευή 19/5 ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανιζόταν 4 μονάδες κάτω».

Τέλος, οι συνεχείς αλλαγές πλεύσης του ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά το εκλογικό του αφήγημα και την επόμενη ημέρα, με το σενάριο της κυβέρνησης ειδικού σκοπού να εμφανίζεται λίγες ημέρες πριν από την κάλπη, φαίνεται πως κόστισαν έτι περαιτέρω στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Πάντως, σύμφωνα με τους δημοσκόπους που μίλησαν στα «ΝΕΑ», το «bullying» που δέχονταν από τον ΣΥΡΙΖΑ τα τελευταία χρόνια, και δη κατά την προεκλογική περίοδο, κακώς ερμηνεύθηκε από μερίδα των ΜΜΕ ως λόγος που οδήγησε στο «μαγείρεμα» των στοιχείων τους για να εμφανίσουν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ψηλότερα από τα πραγματικά του ποσοστά. Ωστόσο, οι συνεχείς επιθέσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ κατά των «πουλημένων» δημοσκοπήσεων δημιούργησαν στους ερευνητές τον φόβο ότι ψηφοφόροι του κόμματος, επηρεασμένοι από τη ρητορική αυτή, αρνούνταν να απαντήσουν. Η υπόθεση αυτή σε συνδυασμό με την υποτίμηση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ σε προηγούμενες προεκλογικές περιόδους οδήγησαν εν μέρει στην απόκλιση που είδαμε το βράδυ της Κυριακής.

Το μεγάλο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας

Το κυβερνών κόμμα εμφανιζόταν στις προεκλογικές δημοσκοπήσεις με ποσοστά χαμηλότερα του 40,8% που κατέγραψε το βράδυ των εκλογών, αν και τα διαστήματα εμπιστοσύνης στην εκτίμηση ψήφου έδειχναν τη Νέα Δημοκρατία σε τιμές που ακουμπούσαν το 40% (π.χ. 34%-39% στη δημοσκόπηση της Metron Analysis της 19/5 για το Mega).

Οι λόγοι που οδήγησαν τη Νέα Δημοκρατία άνω του 40% βρίσκονται εν πολλοίς στα στοιχεία που προκάλεσαν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, τα λάθη προβεβλημένων στελεχών της Κουμουνδούρου στο παρά ένα των εκλογών φαίνεται πως οδήγησαν ψηφοφόρους στη Νέα Δημοκρατία. Μάλιστα, όπως φαίνεται από τα στοιχεία του exit poll της Κυριακής, 8% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογές (2019) μετακινήθηκαν δεξιότερα και συγκεκριμένα στο κυβερνών κόμμα.

Επιπλέον, η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να συγκεντρώσει στην κάλπη της περισσότερους από τους μισούς (51,3%) ψηφοφόρους που αποφάσισαν την ημέρα των εκλογών, επιβεβαιώνοντας ως έναν βαθμό τους δημοσκόπους που σε προεκλογικές έρευνες έβρισκαν στην «γκρίζα ζώνη» των αναποφάσιστων κυρίως ψηφοφόρους της, όπως έγραφαν και «ΤΑ ΝΕΑ» σε σχετικό ρεπορτάζ (φύλλο Παρασκευής 19/5).

Η δυναμική του ΠΑΣΟΚ

Το ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε αδιαμφισβήτητα έναν εκ των νικητών της εκλογικής αναμέτρησης της περασμένης Κυριακής, καταγράφοντας 11,5%. Το ποσοστό αυτό βρισκόταν στα ανώτερα όρια που έδιναν στην εκτίμηση ψήφου αρκετές προεκλογικές δημοσκοπήσεις για το κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη (9%-12% στη δημοσκόπηση της Metron Analysis της 19/5 για το Mega), αν και οι μέσες τιμές κινούνταν λίγο χαμηλότερα.

«Η νίκη του ΠΑΣΟΚ δεν είναι τεράστια, όμως ο κρότος από την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ είναι τέτοιος που κάνει τον κόσμο να βλέπει το ΠΑΣΟΚ με άλλο μάτι», σημειώνει στα «ΝΕΑ» η Μαρία Καρακλιούμη.

Η ήττα του ΜέΡΑ25

Η έξοδος του ΜέΡΑ25 από τη Βουλή είναι ένα ακόμη σημείο που «έχασαν» οι περισσότερες εταιρείες ερευνών στις προεκλογικές τους δημοσκοπήσεις. Η RASS, ωστόσο, είχε δει το «ξεφούσκωμα» του κόμματος του Γιάνη Βαρουφάκη, καταγράφοντάς το στο 2,4%-4,8% στην εκτίμηση ψήφου στην τελευταία της δημοσκόπηση πριν από το άνοιγμα της κάλπης.

«Το ΜέΡΑ25 κινήθηκε εκτός ορίων, το βρίσκαμε με χαμηλότερη τιμή το 3% στην τελευταία δημοσκόπηση της PULSE RC», σημειώνει ο Γιώργος Αράπογλου. «Για πολύ καιρό το ΜέΡΑ25 φαινόταν να μένει εκτός Βουλής με χαμηλά ποσοστά, ενισχύθηκε όμως την περίοδο μετά το δυστύχημα των Τεμπών. Από ό,τι αποδείχθηκε, αυτό ήταν προσωρινό και έσβησε στην κάλπη, προτού να φανεί στις δημοσκοπήσεις. Ισως το ΜέΡΑ25 να ήταν εν μέρει και θύμα της καθίζησης του ΣΥΡΙΖΑ», εκτιμά ο ίδιος.

Τα κόμματα εκτός Βουλής

Κατά την προεκλογική περίοδο, οι εκτιμήσεις των δημοσκόπων ήθελαν τα κόμματα που θα έμεναν εκτός Βουλής να συγκεντρώνουν αθροιστικά ένα ποσοστό της τάξεως του 8%-10%. Σε αυτή τη βάση γίνονταν, εξάλλου, και οι εκτιμήσεις για την κατανομή των εδρών. Εντούτοις, η κάλπη έδωσε άλλα αποτελέσματα, με τα «λοιπά κόμματα» να καταγράφουν το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό τους – 16%.

Σε αυτό, κεντρικό ρόλο φέρεται να έπαιξε, και πάλι, η μεγάλη έκπληξη των εκλογών, δηλαδή το χαμηλό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ. «Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ πριμοδότησε όλα τα κόμματα», υπογραμμίζει στα «ΝΕΑ» ο διευθύνων σύμβουλος της MARC Θωμάς Γεράκης.

«Βασικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι το ΜέΡΑ25 έμεινε εκτός Βουλής, αλλά και το γεγονός ότι δύο κόμματα (Πλεύση Ελευθερίας και Νίκη) έλαβαν από 2,9% έκαστο, δηλαδή ποσοστό μόλις 0,1% χαμηλότερο από το όριο εισόδου», σημειώνει ο Γιώργος Αράπογλου. Μάλιστα, η αλήθεια είναι ότι τα δύο αυτά κόμματα που έφτασαν στο κατώφλι της Βουλής καταγράφονταν στις τελευταίες προεκλογικές δημοσκοπήσεις, οι οποίες τους έδιναν ποσοστά που στα ανώτερά τους όρια στην εκτίμηση ψήφου ξεπερνούσαν το 3%.