Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ο πρώτος πρώην πρόεδρος που αντιμετωπίζει ποινικές κατηγορίες. Το γεγονός αυτό προέκυψε ως προϊόν της έρευνας που διεξήγαγαν οι αρχές με την βοήθεια του πρώην στενού συνεργάτη του πρώην προέδρου, Μάικλ Κόεν.

Κατόπιν τούτων, σύμφωνα με πληροφορίες του CNN,  ο Τραμπ μήνυσε τον Μάικλ Κόεν για αποζημίωση 500 εκατομμυρίων δολαρίων, επειδή φέρεται να παραβίασε το συμβόλαιό του ως πρώην προσωπικός δικηγόρος του δισεκατομμυριούχου.

Με ποια κατηγορία κατατέθηκε η αγωγή

Η αγωγή, που κατατέθηκε σε ομοσπονδιακό δικαστήριο της Φλόριντα την Τετάρτη, κατηγορεί τον Κόεν ότι διέδωσε ψευδείς πληροφορίες για τον Τραμπ και ότι παραβίασε τις συμβατικές του υποχρεώσεις έναντι του πρώην προέδρου, μέσω των δημόσιων δηλώσεων του, σε δημοσιευμένα βιβλία, σε σειρές podcast και σε άλλες εμφανίσεις του στα μέσα ενημέρωσης.

Ο Κόεν, ο πάλαι ποτέ εξ απορρήτων συνεργάτης του Τραμπ, επανήλθε πρόσφατα στο εθνικό προσκήνιο αφού ο Τραμπ δήλωσε αθώος την περασμένη εβδομάδα σε 34 κατηγορίες για παραποίηση επιχειρηματικών αρχείων μετά από έρευνα σχετικά με τις πληρωμές που έγιναν για την απόκρυψη χρημάτων στην πρωταγωνίστρια ταινιών ενηλίκων Στόρμι Ντάνιελς.

Οι πληρωμές καταβλήθηκαν από τον Κόεν τις ημέρες πριν από τις εκλογές του 2016 και η συνεργασία του Κόεν με τους εισαγγελείς προκάλεσε την οργή του πρώην προέδρου. «Ο κ. Τραμπ καταχράται το δικαστικό σύστημα ως μορφή παρενόχλησης και εκφοβισμού εναντίον του Μάικλ Κόεν», ανέφερε σε δήλωσή του ο Λάνι Ντέιβις, δικηγόρος του Κόεν. «Ο κ. Κοέν δεν θα πτοηθεί και είναι βέβαιος ότι η αγωγή θα αποτύχει με βάση τα γεγονότα και το νόμο», πρόσθεσε.

Οι ψευδείς δηλώσεις του Κοέν κατά του Τραμπ

Η νομική ομάδα του Τραμπ ανέφερε στη μήνυση ότι ο πρώην πρόεδρος δεν έχει «άλλη εναλλακτική λύση από το να αναζητήσει νομικά μέσα» για να καταπολεμήσει έναν ενθαρρυμένο Κόεν, ο οποίος, όπως ισχυρίζονται, έχει πρόσφατα αυξήσει τις ψευδείς δηλώσεις για το πρώην αφεντικό του.

Σύμφωνα με τη μήνυση, ο Κόεν αποκάλυψε εμπιστευτικές πληροφορίες μιλώντας για την προηγούμενη δικηγορική-πελατειακή σχέση του με τον Τραμπ κατά τη διάρκεια συνεντεύξεων στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με την έρευνα του σώματος ενόρκων του εισαγγελέα του Μανχάταν που οδήγησε στην παραπομπή του πρώην προέδρου.

«Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας εμφάνισης, για παράδειγμα, ο εναγόμενος συζήτησε ότι κατέθεσε ενώπιον του σώματος ενόρκων του εισαγγελέα του Μανχάταν και πρότεινε ότι ο ενάγων ήταν, λόγω της γνώσης του εναγομένου για εμπιστευτικές πληροφορίες, ποινικά εκτεθειμένος», αναφέρεται στην αγωγή.

Παραβίαση και της συμφωνίας εμπιστευτικότητας

Σύμφωνα με την αγωγή, ο Κόεν παραβίασε επίσης τη συμφωνία εμπιστευτικότητας υπαλλήλου που υπέγραψε με τον Οργανισμό Τραμπ όταν δημοσίευσε τα δύο βιβλία του που αναφέρονται στον πρώην πρόεδρο.

Ο Cohen «επέλεξε να κεφαλαιοποιήσει την εμπιστευτική σχέση του με τον (Trump) για να επιδιώξει οικονομικό κέρδος και να αποκαταστήσει μια φήμη που είχε συντριβεί από τις επανειλημμένες παραπλανητικές δηλώσεις και παραπλανητικές πράξεις του, που τροφοδοτήθηκαν από την εχθρότητά του προς τον ενάγοντα και τα μέλη της οικογένειάς του», αναφέρεται στην αγωγή.

Ο Κόεν δεν ζήτησε ποτέ την άδεια του Τραμπ για να αποκαλύψει εμπιστευτικές πληροφορίες που θα έπρεπε να προστατεύονται από την εν λόγω συμφωνία και τις υποχρεώσεις του ως δικηγόρου-πελάτη πριν από τη δημοσίευση των βιβλίων, σύμφωνα με την αγωγή. Η αγωγή ισχυρίζεται επίσης ότι, όπως και τα βιβλία του, ο Κόεν έχει δημοσιεύσει «εμπρηστικές, παραπλανητικές ή εντελώς ψευδείς» πληροφορίες στο podcast του «Mea Culpa».