«Όσο λυπημένοι και θυμωμένοι νοιώθουμε, τόσο αποφασισμένοι είμαστε  να αλλάξουμε όλα όσα μας πόνεσαν,  κενά δεκαετιών στις υποδομές αλλά και απαράδεκτες συμπεριφορές κρατικών υπαλλήλων που έρχονται από το χθες», τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης για το δυστύχημα στα Τέμπη στην αρχή των δηλώσεών του μετά τη συνάντηση που είχε με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη.

Ο κ. Μητσοτάκης όπως τόνισε, ανέλαβε πλήρως την ευθύνη εκ μέρους του πολιτικού συστήματος για την τραγωδία σημειώνοντας ακόμη ότι «θα είμαι πρώτος στη μάχη για να ξεριζωθεί από τη χώρα κάθε νησίδα του παλιού αναχρονιστικού κράτους».

O πρωθυπουργός τόνισε ότι οι δύο λαοί είναι μαζί και σε αυτή τη δοκιμασία. «Διαχρονικά είμαστε δίπλα δίπλα από την ίδια πλευρά. Αυτό θα συνεχίζουμε να κάνουμε. Ανέλαβες εν μέσω μιας μεγάλης γεωπολιτικής ρευστότητας» τόνισε ο κ. Μητσοτάκης απευθυνόμενος στον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, προσθέτοντας ότι οι δύο χώρες είναι έτοιμες να συνεχίσουν το όραμα για επίλυση του Κυπριακού.

Για τα ελληνοτουρκικά

Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στα ελληνοτουρκικά, σημειώνοντας ότι «μετά από μία μακρά περίοδο απαράδεκτων προκλήσεων και επιθετικής συμπεριφοράς, βιώνουμε σήμερα και μετά τους φονικούς σεισμούς μία αποκλιμάκωση και μία πιο θετική συμπεριφορά».

Στη στάση αυτή, πρόσθεσε, ανταποκριθήκαμε τονίζοντας ακόμη ότι αυτή η εξέλιξη μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο και στο Κυπριακό.

Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ακόμη επισήμως τη θεσμοθέτηση Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου.

Κλείνοντας τις δηλώσεις του, ο Έλληνας πρωθυπουργός είπε προς τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας «Αν η τουρκική αδιαλλαξία εμπόδιζε κάθε βήμα, η εμπειρία σου ως υπουργός εξωτερικών με κάνει πιο αισιόδοξο. Πρέπει να εκκινήσει ο διάλογος για το κυπριακό με πιθανόν μεγαλύτερη ευρωπαϊκή εμπλοκή».

Δηλώσεις Χριστοδουλίδη

Ο κ. Χριστοδουλίδης εξέφρασε για μία ακόμη φορά τα συλλυπητήριά του για το δυστύχημα στα Τέμπη.

«Η σημειολογία της πρώτης επίσκεψης του εκάστοτε προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα των αδελφικών δεσμών ανάμεσα στις δύο χώρες» τόνισε για να προσθέσει ότι η πρώτη επίσκεψη δεν είναι απλά συμβολικής σημασίας.

«Έχει ιδιαίτερη σημασία λαμβάνοντας υπόψη τις κοινές προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για το Κυπριακό. Τον ενημέρωσα για την ανάγκη μεγαλύτερης εμπλοκής της ΕΕ για να αρχίσουν και πάλι οι συνομιλίες. Γνωρίζουμε τις δυσκολίες. Δεν μπορεί όμως η Κύπρος να παραμένει μοιρασμένη και υπό κατοχή».

Νωρίτερα ο κ. Χριστοδουλίδης συναντήθηκε με την πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, την οποία ευχαρίστησε για την εγκάρδια υποδοχή και τις ευχές και μετέφερε εκ μέρους του κυπριακού λαού τα θερμά συλλυπητήρια για το τραγικό συμβάν στα Τέμπη.

Όπως τόνισε «Ελλάδα και Κύπρος, Κύπρος και Ελλάδα πενθούν και ευθύνη όλων εμάς, που βρισκόμαστε σε θέσεις εξουσίας, και το καλύτερο μνημόσυνο για όλους αυτούς, που αδίκως έχασαν τη ζωή τους, είναι μέσα από τις ενέργειές μας, να πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν για να μην τύχουν ξανά τέτοιου είδους περιστατικά».

Αναφερόμενος στην επίσκεψή του στην Αθήνα, την πρώτη με την ιδιότητα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, έκανε λόγο για «μια επίσκεψη συμβολικής σημασίας, που καταδεικνύει τους αδελφικούς δεσμούς ανάμεσα στις δυο χώρες, αλλά και ουσιαστικής σημασίας λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις, που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, την ανάγκη να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο τις εξαίρετες διμερείς μας σχέσεις, αλλά και το γεγονός ότι Ελλάδα και Κύπρος ως μέλη της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας, οφείλουμε μέσα από τις ενέργειές μας, μέσα από την εξωτερική μας πολιτική, μέσα από τις δράσεις μας στο εσωτερικό των χωρών μας, να αποδείξουμε στην πράξη ότι είμαστε πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας».

Απευθυνόμενος στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας σημείωσε ότι «χαίρομαι ιδιαίτερα και θα ήθελα, με την ευκαιρία, να σας ευχαριστήσω, για το γεγονός ότι προσεγγίζετε το Κυπριακό, ως κορυφαίο εθνικό θέμα, ως κορυφαίο -θα έλεγα εγώ- ευρωπαϊκό θέμα. Η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο, δεν μπορεί να αποτελεί το μέλλον της Κύπρου. Δεν μπορεί η Λευκωσία να συνεχίσει να είναι η τελευταία διαιρεμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης».