Έως και τρία χρόνια νωρίτερα από ό,τι συμβαίνει συνήθως σήμερα θα μπορούσε να ανιχνευθεί στους ασθενείς ο καρκίνος του παγκρέατος, μία από τις πιο θανατηφόρες μορφές καρκίνου. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να δοθεί έγκαιρα προσοχή σε δύο μεταβολικούς δείκτες: την ξαφνική μεγάλη απώλεια βάρους και την υπεργλυκαιμία (αύξηση του επιπέδου του σακχάρου στο αίμα) που δεν οφείλεται σε διαβήτη.

Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας βρετανικής επιστημονικής έρευνας, που θα μπορούσε να βοηθήσει στην πιο έγκαιρη διάγνωση της νόσου, βελτιώνοντας έτσι το ποσοστό επιβίωσης και το προσδόκιμο ζωής των ασθενών που σήμερα είναι χαμηλό.

Η μελέτη, η μεγαλύτερη του είδους της, από επιστήμονες των πανεπιστημίων του Σάρεϊ και της Οξφόρδης με επικεφαλής τη δρ Ανιέσκα Λεμάνσκα, βασίστηκε στην ανάλυση στοιχείων για 8.777 ασθενείς με καρκίνο παγκρέατος, καθώς και μια ομάδα 34.979 υγιών ατόμων (η ομάδα ελέγχου για λόγους σύγκρισης).

Όπως διαπιστώθηκε, στους ανθρώπους με παγκρεατικό καρκίνο μια δραματική απώλεια σωματικού βάρους μπορούσε να γίνει αισθητή έως δύο χρόνια πριν τη διάγνωση της νόσου. Τη στιγμή της διάγνωσης ο δείκτης μάζας σώματος των ασθενών ήταν πλέον κατά μέσο όρο τρεις μονάδες μικρότερος σε σχέση με τους υγιείς. Επίσης βρέθηκε ότι η υπεργλυκαιμία, όπως διαπιστώνεται από την αύξηση του δείκτη γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c), ήταν ανιχνεύσιμη ακόμη νωρίτερα, έως τρία χρόνια πριν τη διάγνωση του παγκρεατικού καρκίνου.

Το πάγκρεας είναι ένα ζωτικό όργανο με δύο σημαντικές λειτουργίες: την παραγωγή της ορμόνης ινσουλίνης (που ρυθμίζει το σάκχαρο στο αίμα) και πεπτικών ενζύμων. Ο καρκίνος μπορεί να επηρεάσει τη μία ή και τις δύο αυτές λειτουργίες. Σήμερα σχεδόν το 90% των ασθενών διαγιγνώσκονται πολύ καθυστερημένα για να τύχουν θεραπείας.

«Λόγω της δυσκολίας στην ανίχνευση του παγκρεατικού καρκίνου, τα ποσοστά επιβίωσης είναι υπερβολικά χαμηλά σε σχέση με άλλους καρκίνους, με λιγότερο από το 10% των ανθρώπων να επιβιώνουν πέντε ή περισσότερα χρόνια μετά τη διάγνωση», δήλωσε η Λεμάνσκα. Μόνο το 1% με παγκρεατικό καρκίνο ζει πάνω από δέκα χρόνια.

Η νέα μελέτη δείχνει ότι η απώλεια βάρους στους διαβητικούς σχετίζεται με ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο για τον εν λόγω καρκίνο, σε σχέση με όσους δεν έχουν διαβήτη αλλά χάνουν βάρος. Από την άλλη, η υπεργλυκαιμία στους μη διαβητικούς σχετίζεται με μεγαλύτερο κίνδυνο παγκρεατικού καρκίνου από ό,τι στους διαβητικούς.

Σύμφωνα πάντως με τη Λεμάνσκα, «με τον διαβήτη να είναι τόσο πιο διαδεδομένος σε σχέση με τον παγκρεατικό καρκίνο, είναι δύσκολο για τους γιατρούς να αναγνωρίσουν την υπεργλυκαιμία που οφείλεται σε καρκίνο του παγκρέατος και όχι σε διαβήτη».

«Η έρευνα μας δείχνει ότι μια δραματική και ανεξήγητη απώλεια βάρους, κυρίως στους ανθρώπους με διαβήτη, αλλά επίσης σε εκείνους χωρίς διαβήτη, καθώς και μια ανεξήγητη υπεργλυκαιμία, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με υψηλά επίπεδα καχυποψίας», ανέφερε ο καθηγητής Σιμόν ντε Λουζινιάν της Οξφόρδης.