«Η ασφάλεια είναι προϋπόθεση ευημερίας και αυτήν τη στιγμή την έχουμε χάσει» ανέφερε χαρακτηριστικά από το βήμα του Economist ο τέως υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, μιλώντας για ένα παγκόσμιο περιβάλλον εξαιρετικά υψηλών προκλήσεων τόσο για τη γεωπολιτική σκηνή όσο και την οικονομία.

«Για να τελειώσει αυτός ο πόλεμος χρειάζεται σίγουρα διπλωματία, όμως το μόνο που ενδιαφέρει τον Πούτιν είναι η ισχύς και το ρίσκο» τόνισε ο κ. Πομπέο, ο οποίος επεσήμανε ότι η Δύση συνολικά δεν εξάντλησε τα περιθώρια αποτροπής της ρωσικής επιθετικότητας, μεταξύ άλλων, με τις επιλογές της στον ενεργειακό τομέα. Σημείωσε δε – ασκώντας εμμέσως κριτική– ότι η Ρωσία ανέλαβε δράση στην Ουκρανία, και στις δύο περιπτώσεις (σ.σ. Κριμαία), με τους Δημοκρατικούς στην κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Ο τέως ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, επί κυβέρνησης Τραμπ, εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τις προσθήκες της Σουηδίας και της Φινλανδίας, λέγοντας μάλιστα πως εκτιμά το γεγονός ότι ο Ταγίπ Ερντογάν τελικά «το επέτρεψε, όντας διευκολυντικός, σε έναν βαθμό».

Βεβαίως, συμπλήρωσε, αυτό δεν συνιστά κάποιο νέο δεδομένο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες έχουν το μακρύ παρελθόν τους. «Τα κράτη ιστορικά έχουν διενέξεις. Σημασία έχει να τις λύνουν με διάλογο, χωρίς τη χρήση ισχύος», σχολίασε ευρύτερα και μίλησε για την ανάγκη ενίσχυσης του διαλόγου σε όλα τα επίπεδα ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Ελλάδα – ΗΠΑ

Αναφερόμενος στις διμερείς σχέσεις ΗΠΑ-Ελλάδας, σημείωσε ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχει μια εξαιρετική ομάδα στην Αθήνα, η οποία προωθεί τη συνεργασία σε άμυνα, ενέργεια και άλλους τομείς.

«Η αμερικανική οικονομία είναι ένα χάλι» είπε χαρακτηριστικά, ως προς τα εσωτερικά των ΗΠΑ, μιλώντας για Αμερικανούς πολίτες που δεν έχουν να πληρώσουν για το νοίκι και τη βενζίνη.

«Θα πρέπει όλοι να βρούμε τρόπους ώστε η πράσινη μετάβαση να γίνει με τρόπο που θα μπορούν να αντέξουν τα κράτη» πρόσθεσε, διακρίνοντας «πολιτικό ρίσκο για όλες τις κυβερνήσεις –είτε είναι αριστερές, είτε δεξιές– αν δεν καταλάβουν την κατάσταση που αντιμετωπίζει ο κόσμος».

Ερωτηθείς αν θα διεκδικούσε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, ακόμη κι αν ο Ντόναλντ Τραμπ θέσει επίσης υποψηφιότητα, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο, λέγοντας ότι η όποια απόφαση θα ληφθεί στην αρχή του 2023.