Στις 21 Σεπτεμβρίου 1933 ξεκίνησε στη Λειψία της Γερμανίας η δίκη των συλληφθέντων για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ, του γερμανικού κοινοβουλίου που τη νύχτα της 27ης Φεβρουαρίου του ίδιου έτους παραδόθηκε στις φλόγες.

Κατηγορούμενοι ήταν:  για την πράξη του εμπρησμού, ο ολλανδός κομμουνιστής Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε – που είχε συλληφθεί στο σημείο της πυρκαγιάς, για συμμετοχή στον εμπρησμό και προδοσία ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας Έρνστ Τόργκλερ και για ηθική αυτουργία, προετοιμασία και οργάνωση της επιχείρησης, οι τρεις Βούλγαροι κομμουνιστές Βασίλι Τάνεφ, Μπλαγκόι Ποπώφ και Γκεόργκι Δημητρόφ, μετέπειτα ηγέτης της Τρίτης Κομμουνιστικής Διεθνούς και της  Βουλγαρίας.

Ο κατηγορούμενος Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε, Πηγή: dirkdeklein.ne

Το πολιτικό πλαίσιο

Ο Χίτλερ βρισκόταν στην εξουσία από τον Iανουάριο του 1933. Η Βουλή είχε διακόψει τις εργασίες της και είχαν ορισθεί εκλογές για τις 5 Μαΐου. Ήδη είχαν ξεκινήσει από τα στελεχή του ναζιστικού κόμματος ενέργειες βίας και τρομοκρατίας.

Όπως αναφέρουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 20ης Ιανουαρίου 1963 «Στις 27 Φεβρουαρίου [1933] το απόγευμα, ήρθε το γεγονός που συνεκλόνισε όλον τον κόσμο: Η πυρκαϊά του Ράιχσταγκ. Το ραδιόφωνο ανήγγειλε πριν από κάθε ανάκρισι: ‘Οι κομμουνισταί έβαλαν φωτιά στο Ράϊσταγκ’. Την ίδια νύχτα συνελήφθησαν 4.500 πρόσωπα κατά το πλείστον στελέχη του Κομμουνιστικού κόμματος, αλλά και πολλά στελέχη άλλων κομμάτων. Την άλλη μέρα έγιναν άλλες 7.000 συλλήψεις. Οι φυλακές δεν εχωρούσαν πια. Και τότε ο Γκαίριγκ ίδρυσε τα περιώνυμα στρατόπεδα συγκεντρώσεων»

Μεγάλα ερωτηματικά προέκυψαν για το ποιοι πραγματικά κρύβονταν πίσω από τον εμπρησμό αυτό και δεν ήταν λίγοι αυτοί που μιλούσαν για προβοκάτσια της ναζιστικής κυβέρνησης.

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 1.3.1933, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Λίγες ημέρες μετά τον εμπρησμό, «ΤΑ ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ» της 1ης Μαρτίου 1933 γράφουν: «Ολίγαι ημέραι χωρίζουν την Γερμανίαν από τας εκλογάς της προσεχούς Κυριακής, και η χώρα του Χίντερμπουργ και του Χίτλερ σπαρράσσεται εις έναν άγριον εμφύλιον πόλεμον».

»Είς το Ράϊχσταγ εξερράγη πυρκαϊά, και τα τηλεγραφήματα που εκπέμπονται από το Βερολίνον, αποδίδουν την πυρκαϊάν εις τους κομμουνιστάς και την χαρακτηρίζουν ως σύνθημα μιας απόπειρας των κομμουνιστών προς επαναστατικήν των επικράτησιν, την χαρακτηρίζουν ως σύνθημα του εμφυλίου πολέμου».

»Τα τηλεγραφήματα είνε φανερόν ότι ομιλούν την γλώσσαν του Χίτλερ. Διότι και αν ακόμη η πυρκαϊά οφείλεται εις ‘κομμμουνιστικόν δάκτυλον’, δεν δύναται να χαρακτηρισθή ως σύνθημα προς τον εμφύλιον πόλεμον, αλλά συνέπεια του εμφυλίου πολέμου, του οποίου άλλο υπήρξε το σύνθημα: Η άνοδος του Χίτλερ εις την αρχήν».

»Αι διαθέσεις των εθνικοσοσιαλιστών ήσαν πολύ γνωσταί, και ο Χίτλερ ο οποίος τον τελευταίον καιρόν δεν εκουράζετο να ομιλή περί της νομιμοφροσύνης του δια να φθάση ασφαλέστερα εις την αρχήν, τώρα που επέτυχε τον σκοπόν του λησμονεί τα μεταμορφώσεις του από δημαγωγού των δρόμων εις νομιμόφρονα πολιτικόν και ζητών την ψήφον του γερμανικού λαού, όλο ειδοποιεί ότι και αν ο συνασπισμός του δεν συγκεντρώση την πλειοψηφίαν εις τας εκλογάς, δεν σκέπτεται να παραδώση την αρχήν εις τους αντιπάλους του»

Η διεθνής «δίκη» στο Λονδίνο

Οι υπόνοιες για ναζιστική προβοκάτσια ήταν τόσο ισχυρές που συστήθηκε μια διεθνής επιτροπή σημαντικών νομικών της εποχής με στόχο τη διερεύνηση των πραγματικών γεγονότων του εμπρησμού.

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 21.9.1933, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Μέλη της επιτροπής ήταν «ο Ντ. Ν. Πριττ, περίφημος δικηγόρος του Λονδίνου, ο οποίος και προήδρευσε των συνεδριάσεων της επιτροπής, ο Αμερικανός Εδουάρδος Γκάρφηλντ Χαίηζ, ο γνωστός Παριστινός δικηγόρος Μορό Τζιαφφερί, ο δόκτωρ Μπράντιγκ, υιός του αποθανόντος Σουηδού πρωθυπουργού, η Ολλανδίς νομομαθής δοκτορέσσα Μπέτσυ Μπάκκε- Νόρντ, ο πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Φραντσέσκο Νίττι, ο διαπρεπέστατος των ποινικολόγων της Ελβετίας, μέλος του διεθνούς διαιτητικού δικαστηρίου της Χάγης και δημιουργός του σχεδίου του ελβετικού ποινικού κώδικος Χανς Χούμπερ και δύο νομομάθείς από το Βέλγιον και την Ολλανδίαν, ο δόκτωρ Βιρμόυλεν και δόκτωρ Βάλντ Χούιτ».

Όπως αναφέρουν τα «ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ» της 21ης Σεπτεμβρίου 1933 η συγκεκριμένη επιτροπή συγκροτήθηκε «δεδομένου ότι διεθνώς είχεν εγερθή η υπόνοια ότι το έγκλημα του Φεβρουαρίου δεν ήταν παρά έργον ενός ‘agent provocateur’ προωρισμένον να δειυκολύνη τον χιτλερισμόν εις τας διώξεις του των κομμουνιστών και ότι η δίκη της Λειψίας δεν πρόκειται να είνε παρά σκηνοθεσία, διά να αποκρύψη τους αληθείς εμπρηστάς του γερμανικού Ράιχσταγ»

Η διεθνής επιτροπή του Λονδίνου εξέδωσε την απόφασή της την ημέρα, που ξεκινούσε η δίκη στη Λειψία.

«Η απόφασις εν αρχή περιέχει δριμύ κατηγορητήριον κατά των εισηγητών και οργανωτών της δίκης της Λειψίας, έπειτα δε διαπιστώνει τα εξής:

1)    Ότι ο Βαν Ντερ Λύμπε δεν δύναται να θεωρηθή ως κομμουνιστής, αλλ’ ως πράκτωρ αντικατασκοπείας, όστις διετέλει εις την υπηρεσίαν των εχθρών του κομμουνιστικού κόμματος.

2)    Ότι οι Τόργκλερ, Ποπώφ, Δημητρώφ και Τένεφ είνε τελείως αθώοι.

3)    Ότι ο Βαν Ντερ Λύμπε ενήργησε μετά συνενόχων και ότι το πυρ ετέθη δι’ υπογείου στοάς ενούσης του Ράιχσταγ με το μέγαρον του προέδρου αυτού.

4)    Ότι υπάρχουν βάσιμοι ενδείξεις δικαιολογούσαι την γνώμην ότι οι ένοχοι είνε εκ των προσωπικοτήτων, αι οποίαι διευθύνουν τους εθνικοσοσιαλιστάς.

Τέλος δηλούται ότι η διεθνής επιτροπή είνε έτοιμη να συνέλθη εκ νέου κατά την διάρκειαν η μετά την λήξιν της δίκης της Λειψίας».

Ο γάλλος δικηγόρος Μορό Τζαφφέρι, μέλος της επιτροπής μιλώντας για τον κατηγορούμενο και το ενδεχόμενο να έδρασε όντως αυτοβούλως, ανέφερε:

«Η πεποίθησίς μου είνε ότι το ταξείδι, αι περιπέτεια, αι αισθηματικαί και ερωτικαί περιπέτειαι του ανωμάλου βαν ντερ Λύμπε, τον έφεραν να γνωρίση μερικά από τα της αυτής υποστάθμης πρόσωπα, που βρίθουν εις το κόμμα του Χίτλερ! Επί τη υποθέσει ότι οι χιτλερικοί εχρειάζοντο να έχουν εις την διάθεσίν των ένα εξημμένον, ένα νοσηρώς φιλόδοξον, που με κάθε τρόπον ήθελε να προκαλή θόρυβον περί το όνομά του, δεν μπορούσαν να εύρουν καταλληλότερον από αυτό του βαν ντερ Λύμπε»

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 23.9.1933, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

» ‘Ολίγον πριν επιστρέψη εις Γερμανίαν, την 13ην Φεβρουαρίου 1933, φεύγων από το σπίτι που κατοικούσεν εις Λάιντεν της Ολλανδίας, εδήλωσεν ότι του είχεν ανατεθή σπουδαία αποστολή. Χαρακτηριστικόν είνε ότι εδήλωσε πώς διά το ταξείδι του εκείνο δεν είχεν ανάγκην διαβατηρίων…»

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 26.9.1933, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τελικά ο Βαν ντερ Λύμπε κρίθηκε, υπό την πίεση της ναζιστικής εξουσίας, ένοχος και εκτελέσθηκε.

«ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ», 11.1.1934

Τα «ΑΘΗΝΑΪΚΑ ΝΕΑ» χαρακτηρίζουν την απόφαση ως  «μία από τας σκοτεινοτέρας σελίδας της συγχρόνου πολιτικής ιστορίας, μία σελίς, η οποία θα παραμείνη σκοτεινή παρά τας γιγαντιαίας φλόγας αι οποίαι εφώτισαν τα σχετικά γεγονότα, αι οποίαι όμως δεν διεφώτισαν πλήρως το δράμα της 28ης Φεβρουαρίου, το οποίον ετελείωσε με την καρατόμησιν ενός ανθρώπου. Ενός αθώου θύματος του χιτλερικού καθεστώτος λέγει ο μισός κόσμος, ενός ψυχοπαθούς ισχυρίζονται άλλοι, ενός θύματος της εγκληματικής προπαγάνδας των κομμουνιστών διατείνονται τρίτοι»

»Ποτέ ίσως δεν θα κατορθωθή να διαλευκανθή το μυστήριον της πυρκαϊάς του γερμανικού Ράιχσταγ, πυρκαϊάς επισυμβάσης ολίγας ημέρας προ των εκλογών της 5ης Μαρτίου, αι οποίαι εγκατέστησαν οριστικώς – άγνωστον διά πόσον χρόνον – τον δαιμόνιον Αυστριακόν ελαιοχρωματιστήν εις τον θώκον του Γερμανού αρχικαγκελαρίου»

Ως και σήμερα για την υπόθεση αυτή υπαρδεν έχουν δοθεί σαφείς απαντήσεις. Τα περισσότερα ιστορικά στοιχεία πάντως επιβεβαιώνουν ότι ο Βαν Ντερ Λούμπε ήταν όντως ο εμπρηστής του Ράιχσταγκ, χωρίς πάντως να επιβεβαιώνονται με κανέναν τρόπο οι ναζιστικές κατηγορίες για οργανωμένο χτύπημα των Κομμουνιστών, αλλά ούτε και οι υπόνοιες για ναζιστική προβοκάτσια.

Όποια κι αν ήταν πάντως η συμμετοχή του Αδόλφου Χίτλερ και των ναζιστών συντρόφων του στον εμπρησμό του Ράιχσταγκ λίγη σημασία έχει.

Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος με τον οποίο έσπευσαν και επιτυχώς εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός αυτό.

Την επόμενη αμέσως ημέρα, ο Αδόλφος Χίτλερ, κάνοντας λόγο για κομμουνιστικό κίνδυνο, ζητά και πετυχαίνει την περιστολή μέρους του γερμανικού συντάγματος και, όπως προαναφέρθηκε, φυλακίζει χιλιάδες ανθρώπους.

Η Γερμανία και η ανθρωπότητα κάνουν τα πρώτα βήματά τους προς τον όλεθρο.