Mε αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νεολαίας, η Eurostat εξετάζει τη μέση ηλικία κατά την οποία οι νέοι εγκαταλείπουν το πατρικό τους. Το 2020, σε ολόκληρη την ΕΕ, οι νέοι εγκατέλειψαν την γονεϊκή εστία κατά μέσο όρο σε ηλικία 26,4 ετών. Ωστόσο, αυτός ο μέσος όρος ποικίλλει μεταξύ των διαφόρων κρατών μελών της ΕΕ.

Οι μεγαλύτερες ηλικίες καταγράφηκαν στην Κροατία (32,4), τη Σλοβακία (30,9), τη Μάλτα και την Ιταλία (και τα 30,2) Αντίθετα, η Δανία (21,2 έτη), το Λουξεμβούργο (19,8) και η Σουηδία (17,5) κατέγραψαν τον χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας, όλοι κάτω των 22 ετών.

Στις περισσότερες βόρειες και δυτικές χώρες, οι νέοι εγκατέλειψαν το σπίτι των γονέων κατά μέσο όρο στις αρχές έως τα μέσα της εικοσαετίας, ενώ στις νότιες και ανατολικές χώρες η μέση ηλικία ήταν λίγο πριν ή λίγο μετά τη συμπλήρωση των 30 ετών.

Στην Ελλάδα, τα παιδιά εγκαταλείπουν το σπίτι των γονιών τους σε μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με την αντίστοιχη μέση ηλικία στην ΕΕ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το 2020, οι Έλληνες αφήνουν το σπίτι των γονιών τους, κατά μέσο όρο, σε ηλικία 29,4 ετών, έναντι 26,4 ετών στην ΕΕ.

Στις περισσότερες χώρες τα αγόρια αργούν περισσότερο να εγκαταλείψουν το σπίτι των γονιών τους, σε σχέση με τα κορίτσια.

Στην Ελλάδα τα αγόρια αφήνουν το πατρικό τους σε μέση ηλικία τα 30,8 έτη, έναντι 27,4 έτη στην ΕΕ. Αντίθετα, τα κορίτσια στην Ελλάδα αφήνουν το πατρικό τους σε μέση ηλικία τα 28 έτη, έναντι 25,4 έτη στην ΕΕ. Εκτός από την Ελλάδα, σε άλλες επτά χώρες (Κροατία, Σλοβακία, Βουλγαρία, Ιταλία, Μάλτα, Πορτογαλία και Ισπανία) παρατηρείται ότι οι άνδρες εγκαταλείπουν το σπίτι των γονιών τους σε ηλικία άνω των 30 ετών.