Στη χειρότερη φάση τους φαίνεται να εισέρχονται οι σχέσεις ΗΠΑ και Τουρκίας μετά την επίσημη αναγνώριση από τον Τζο Μπάιντεν, της Γενοκτονίας των Αρμενίων. Η εξέλιξη αυτή που είναι απόρροια του εκνευρισμού που έχει προκαλέσει η Αγκυρα στην αμερικανική γραφειοκρατία, και όχι μόνο, δεν είναι απολύτως σαφές πόσο μακριά μπορεί να φτάσει.  Ομως γεγονός είναι ότι σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, ο Τζο Μπάιντεν, δεν δίνει τόσο μεγάλη βαρύτητα στη συμμαχία του με την Τουρκία ενώ και ο Ερντογάν, δεν σκοπεύει να έρθει σε ρήξη με την Ουάσινγκτον, επιλέγοντας να μην προχωρήσει στους γνωστούς του λεονταρισμούς διατηρώντας ανοικτούς διαύλους με την υπερδύναμη.

Επί του παρόντος, τη δουλειά αυτή έχει αναθέσει στον γνωστό εκπρόσωπό του Ιμπραήμ Καλίν ενώ ο ίδιος συμφώνησε να συναντηθεί με τον Μπάιντε στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ τον Ιούνιο.

Προκαλεί εκνευρισμό στην Αγκυρα

Η συμπεριφορά του Ταγίπ Ερντογάν έχει εκνευρίσει το αμερικανικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Με την αντιδυτική ρητορική, τις επιθέσεις στο Ισραήλ, την ιδιαίτερη σχέση του με τον Πούτιν, ο Τούρκος πρόεδρος έχει καταφέρει κάτι όχι εύκολο, να έχει απέναντί του και τα δύο κόμματα των ΗΠΑ.

Η «φιλία» του με τον Ντόναλντ Τραμπ ήταν σε προσωπικό επίπεδο και δεν αντανακλούσε το πως τον βλέπει το ρεπουμπλικανικό κόμμα στην πλειοψηφία του.

Στο πλαίσιο της έντονης δυσφορίας που αναπτύσσεται στην Ουάσινγκτον για τη συμπεριφορά του Ερντογάν, κυρίως σε ό,τι αφορά την προμήθεια των S-400, αλλά και κινήσεις του σε άλλα μέτωπα που βρίσκουν αντίθετες τις ΗΠΑ, όπως στη Συρία, αλλά και σε μικρότερο βαθμό στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, οι άνθρωποι επιρροής στα κέντρα εξουσίας, που διάκεινται φιλικά προς την Άγκυρα, λιγοστεύουν συνεχώς.

Ο Τζο Μπάιντεν παρέκαμψε την επί δεκαετίες προσεκτικά βαθμονομημένη γλώσσα του Λευκού Οίκου για τις σφαγές του 1915, ικανοποιώντας την Αρμενία και τη διασπορά της στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά επιτείνοντας περαιτέρω τις εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Άγκυρας, δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ.

Απειλές από Καλίν

«Θα υπάρξει αντίδραση διαφορετικής μορφής και είδους και βαθμού τις επόμενες ημέρες και μήνες», δήλωσε ο Ιμπραήμ Καλίν, ο εκπρόσωπος και σύμβουλος του προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, Ιμπραήμ Καλίν, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters.

Ο Καλίν δεν διευκρίνισε εάν η Άγκυρα θα περιορίσει την πρόσβαση των ΗΠΑ στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ στη νότια Τουρκία, η οποία έχει χρησιμοποιηθεί για την υποστήριξη του διεθνούς συνασπισμού που πολεμά τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ ή άλλα μέτρα που μπορεί να λάβει.

Τούρκοι αξιωματούχοι καταδίκασαν αμέσως τη δήλωση του Μπάιντεν και ο Καλίν είπε ότι ο Ερντογάν θα διευθετήσει το θέμα μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου τη Δευτέρα. «Σε χρόνο και τόπο που θεωρούμε κατάλληλο, θα συνεχίσουμε να απαντάμε σε αυτήν την πολύ ατυχή και άδικη δήλωση», τόνισε.

Η Τουρκία δέχεται ότι πολλοί Αρμένιοι που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις με τις οθωμανικές δυνάμεις στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά αρνείται ότι οι δολοφονίες οργανώθηκαν συστηματικά και ότι συνιστούν γενοκτονία.

Προβληματικές σχέσεις

Επί δεκαετίες, μέτρα για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων καθυστέρησαν στο αμερικανικό Κογκρέσο και οι περισσότεροι πρόεδροι των ΗΠΑ απέφυγαν να την αποκαλέσουν έτσι, καθώς εμποδίζονταν λόγω των ανησυχιών για τις σχέσεις με την Τουρκία και το έντονο λόμπινγκ της Άγκυρας.

Αλλά αυτές οι σχέσεις έχουν ήδη διαταραχθεί. Η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις στην Τουρκία για την αγορά ρωσικών αντιπυραυλικών συστημάτων, ενώ η Άγκυρα θύμωσε που οι Ηνωμένες Πολιτείες όπλισαν τους μαχητές της  πολιτοφυλακής των Κούρδων της Συρίας YPG (Μονάδες Προστασίας του Λαού) και δεν εξέδωσαν στην Τουρκία τον Φετουλάχ Γκιουλέν, μουσουλμάνο ιεροκήρυκα που έχει την έδρα του στις ΗΠΑ, τον οποίο η Άγκυρα κατηγορεί ότι ενορχήστρωσε την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016.

Η διαχείριση αυτών των διαφορών θα είναι τώρα ακόμη πιο δύσκολη, δήλωσε ο Καλίν. «Όλα όσα κάνουμε με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα επηρεάζονται από αυτή την πολύ ατυχή δήλωση», είπε.

Ο Καλίν είπε ότι Αμερικανοί αξιωματούχοι είπαν στην Τουρκία ότι η δήλωση δεν παρέχει νομική βάση για πιθανές αξιώσεις αποζημιώσεων για τις δολοφονίες.

Στο τηλέφωνο

Ωστόσο, ο Ερντογάν είπε στον πρόεδρο των ΗΠΑ όταν μίλησαν τηλεφωνικά την Παρασκευή, στην πρώτη τους συνομιλία από τότε που ο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντά του πριν από τρεις μήνες, ότι θα ήταν «κολοσσιαίο λάθος» να προχωρήσει στη δήλωσή του.

«Το να μειώνονται όλα αυτά σε μια λέξη και να γίνεται προσπάθεια να υπονοηθεί ότι οι Τούρκοι ενεπλάκησαν, οι Οθωμανοί πρόγονοί μας ενεπλάκησαν σε πράξεις γενοκτονίας είναι απλά εξωφρενικό», δήλωσε ο Καλίν. «Δεν υποστηρίζεται από ιστορικά γεγονότα».

 Απόδοση τιμής στα θύματα 

Στόχος είναι «να αποδοθεί τιμή στα θύματα, όχι να κατηγορηθεί οιοσδήποτε», επέμεινε Αμερικανίδα αξιωματούχος που ζήτησε να μην κατονομαστεί. «Συνεχίζουμε να θεωρούμε την Τουρκία έναν κρίσιμο σύμμαχο στο ΝΑΤΟ», πρόσθεσε.

Χωρίς να κάνει ρητή αναφορά στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τούρκος πρόεδρος είχε απευθύνει από την Πέμπτη προειδοποίηση στην Ουάσινγκτον.

Κατά τη διάρκεια συνάντησης με συμβούλους, προειδοποίησε ότι θα συνεχίσει να «υπερασπίζεται την αλήθεια ενάντια σε εκείνους που υποστηρίζουν το ψέμα της λεγόμενης ‘γενοκτονίας των Αρμενίων’ για πολιτικούς σκοπούς».

Παρά τις πιέσεις ετών της αρμενικής κοινότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες, κανένας Αμερικανός πρόεδρος δεν είχε ρισκάρει μέχρι τώρα να εξοργίσει την Άγκυρα.

Το αμερικανικό Κογκρέσο αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Αρμενίων τον Δεκέμβριο του 2019 σε μια συμβολική ψηφοφορία, αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε αρκετά καλές σχέσεις με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε αρνηθεί να χρησιμοποιήσει αυτή τη λέξη, και έκανε λόγο μόνο για «μία από τις χειρότερες μαζικές θηριωδίες του 20ού αιώνα».

Οι Αρμένιοι

Οι Αρμένιοι υπολογίζουν σε ενάμιση εκατομμύριο τους προγόνους τους που σφαγιάστηκαν συστηματικά κατά τη διάρκεια του Α ‘Παγκοσμίου Πολέμου από τα στρατεύματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τότε συμμάχου της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας, Τιμούν τη γενοκτονία κάθε χρόνο στις 24 Απριλίου.

Η Τουρκία, μετά τη διάλυση της αυτοκρατορίας το 1920, αναγνωρίζει τις σφαγές, αλλά απορρίπτει τον όρο «γενοκτονία» και κάνει λόγο για έναν εμφύλιο πόλεμο στην Ανατολία ο οποίος μαζί με έναν λιμό ήταν αιτία να χάσουν τη ζωή τους 300.000 έως 500.000 Αρμένιοι και άλλοι τόσοι Τούρκοι.