Ολομέτωπη επίθεση προς την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη με φόντο τη σημερινή της τοποθέτηση για την υπόθεση Λιγνάδη εξαπέλυσαν τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, κατηγορώντας της για υποκριτική στάση ενώ την ίδια στιγμή συνεχίζουν να ζητούν την παραίτησή της.

Η υπουργός Πολιτισμού τοποθετήθηκε σήμερα στις καταγγελίες κατά του πρώην διευθυντή του Εθνική Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη, σημειώνοντας ότι δεν είναι προσωπικός της φίλος και ότι δεν γνώριζε για τις φήμες που υπήρχαν σχετικά με την προσωπική του ζωή.

«Προσωπικός μου φίλος ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν υπήρξε ποτέ. Ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν προέκυψε ξαφνικά στο Εθνικό Θέατρο το 2019. Ο κ. Λιγνάδης έχει μια σχέση αδιάληπτη με το Εθνικό Θέατρο» τόνισε για να προσθέσει .

«Από την στιγμή που ξεκίνησαν οι φήμες τον πιέσαμε πολύ να μας πει την αλήθεια. Μας εξαπάτησε, με εξαπάτησε. Με υποκριτική τέχνη προσπάθησε να μας πείσει ότι δεν έχει σχέση με αυτά. Ότι οι φήμες δεν αφορούν αυτόν. Και ενώ οι φήμες πολλαπλασιάζονταν για την ανάρμοστη δράση του αυτός εξακολουθούσε να επιμένει. Όταν παραιτήθηκε, ήταν μετά την συνέντευξη του Ν.Σ». εξομολογήθηκε η κ. Μενδώνη.

Μάλιστα η κ. Μενδώνη ανέφερε σε ένα σημείο, ότι «ο Δημήτρης Λιγνάδης είναι ένας επικίνδυνος άνθρωπος, αλλά αυτό προέκυψε τώρα» μία φράση που πυροδότησε έντονες αντιδράσεις από όλα τα κόμματα της Αντιπολίτευσης.

Πυρά από την Αντιπολίτευση

Λίγη ώρα μετά τη συνέντευξη Τύπου της κ. Μενδώνη, τα κόμματα της Αντιπολίτευσης πέρασαν στην αντεπίθεση εξαπολύοντας σφοδρή επίθεση.

Για «μνημείο πολιτικής δειλίας και απάτης» έκανε λόγο ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Νάσος Ηλιόπουλος, τονίζοντας ότι η υπουργός Πολιτισμού «ανακάλυψε με 20 μέρες καθυστέρηση ότι ο κ. Λιγνάδης “είναι επικίνδυνος”».

«Το μόνο που περιμέναμε σήμερα από την κ. Μενδώνη ήταν η παραίτηση και η απολογία της για τη συγκάλυψη», προσθέτει.

«Η ευθύνη για την προσπάθεια συγκάλυψης βαραίνει στο ακέραιο τον κ. Μητσοτάκη, του οποίου προσωπική επιλογή ήταν ο κ. Λιγνάδης», καταλήγει ο Νάσος Ηλιόπουλος.

Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και η τοποθέτηση της Φώφης Γεννηματά η οποία μάλιστα καταλόγισε προσωπικές ευθύνες στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, για προσπάθεια συγκάλυψης για την υπόθεση Λιγνάδη.

«Ο κ. Μητσοτάκης και η κ. Μενδώνη έσπασαν σήμερα κάθε ρεκόρ της υποκρισίας και θράσους. Προκαλούν την κοινή γνώμη.

Αλήθεια ποιος διόρισε στο Εθνικό Θέατρο τον «επικίνδυνο», όπως ομολόγησαν κ. Λιγνάδη;

Αλήθεια ποιος επί εβδομάδες προσπαθεί με κάθε τρόπο να συγκαλύψει την υπόθεση;

Την απάντηση πλέον την γνωρίζουν όλοι οι Έλληνες. Και για τα δύο ερωτήματα. Η κ. Μενδώνη, με εντολή του ίδιου του κ. Μητσοτάκη», τονίζει σε δήλωσή της η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής.

Επισημαίνει ακόμη ότι η υπόθεση έχει ήδη πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης και δεν πείθει κανέναν η σημερινή καθυστερημένη αντίδραση της κυβέρνησης.

«Σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, κάποιος θα είχε αναλάβει την ευθύνη και θα είχε παραιτηθεί. Αλλά εδώ για την κυβέρνηση της ΝΔ η λέξη «φιλότιμο», είναι απόλυτα άγνωστη. Ντροπή!», υπογραμμίζει η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής.

«Οι ευθύνες της υπουργού Πολιτισμού δεν παραγράφονται»

Σφοδρή επίθεση εξαπέλυσε και το ΚΚΕ με φόντο τις δηλώσεις Μενδώνη.

«Οι ευθύνες της υπουργού Πολιτισμού και κυρίως του πρωθυπουργού για την “υπόθεση Λιγνάδη” δεν κρύβονται ούτε παραγράφονται με καθυστερημένες δηλώσεις καταδίκης.

Οι ευθύνες τους αφορούν κυρίως στη διατήρηση του Λιγνάδη στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, παρά τις φήμες κι ακόμη περισσότερο τις καταγγελίες, για περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης, ακόμη και ανηλίκων.

Αντί να πάρουν θέση για αυτά τα φαινόμενα, κρύβονταν πίσω από εξαγγελίες για “Κώδικες Δεοντολογίας”, αλλά και από υποκριτικά καλέσματα ορισμένων προς τον πρωθυπουργό “να προχωρήσει σε κάθαρση”» αναφέρει το ΚΚΕ για να προσθέσει.

Οι ευθύνες τους, όμως, έχουν να κάνουν και με το γεγονός ότι συντηρούν κι εντείνουν την εργασιακή ζούγκλα και την ανασφάλεια στον χώρο του Πολιτισμού -και όχι μόνο- αναπαράγοντας τις οικονομικές και κοινωνικές πιέσεις, που υποχρεώνουν κάποιον ή κάποια να “μένουν σιωπηλοί”. Αλλά και διατηρώντας το απαράδεκτο νομοθετικό πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα, που ρίχνει στα μαλακά τη σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας