Ανατροπές για χιλιάδες υποψηφίους που προετοιμάζονται για τις πανελλαδικές εξετάσεις κάτω από αντίξοες συνθήκες – ελέω κοροναϊού – ανακοίνωσε σήμερα η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.

Η απόφαση της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας να θεσμοθετήσει ελάχιστη βάση εισαγωγής ως προϋπόθεση για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, δημιουργεί «πονοκέφαλο» στους υποψηφίους καθώς αρκετοί από αυτούς θα μείνουν εκτός των σχολών της αρεσκείας τους.

Πώς θα λειτουργήσει – Τι σημαίνει για τους υποψηφίους

Το υπουργείο Παιδείας υποστηρίζει ότι το συγκεκριμένο μέτρο δεν αλλάζει το καθεστώς πρόσβασης των υποψήφιων φοιτητών στα πανεπιστημιακά τμήματα, ωστόσο αρκετοί από αυτούς εξαιτίας της βάσης εισαγωγής που θα θέσουν οι σχολές των ΑΕΙ, θα μείνουν εκτός των τμημάτων της αρεσκείας τους και θα αναγκαστούν να σπουδάσουν σε τμήματα που θα βρίσκονται χαμηλότερα στο μηχανογραφικό.

Ισχυρίζεται επίσης πως με αυτό το μέτρο, θα εκλείψει το φαινόμενο να εισάγονται φοιτητές με βαθμούς πολύ κάτω της βαθμολογικής βάσης ενώ τονίζει πως σχεδόν 1 στους 3 από όσους εισάγονται δεν καταφέρνει να αποφοιτήσει.

Όπως ανακοινώθηκε , κάθε Πανεπιστημιακό Τμήμα θα θέτει ως ΕΒΕ ποσοστό Χ% του μέσου όρου (ΜΟ) των μέσων επιδόσεων (ΜΕ) όλων των υποψηφίων στο σύνολο των τεσσάρων μαθημάτων (Μ1, Μ2, Μ3, Μ4), του επιστημονικού πεδίου του υποψηφίου

[ΜΟ=ΜΕΜ1+ΜΕΜ2+ΜΕΜ3+ΜΕΜ4)/4]

Το Υπουργείο θα καθορίζει το εύρος για το ποσοστό Χ% (π.χ. 80% έως 120% του ΜΟ).

Για παράδειγμα:

Μέσος Όρος των μέσων επιδόσεων όλων των υποψηφίων ενός επιστημονικού πεδίου: 12/20.

ΕΒΕ που ορίζεται από Παν/κό τμήμα: 90% του Μέσου Όρου, δηλ. 10,8.

Μέσος Όρος των μέσων επιδόσεων όλων των υποψηφίων ενός επιστημονικού πεδίου: 11/20.

ΕΒΕ που ορίζεται από Παν/κό τμήμα: 90% του Μέσου Όρου, δηλ. 9,9.

Το υπουργείο εξηγώντας για δεν προχώρησε οριζόντια βάση εισαγωγής όπως ίσχυε παλιά, αναφέρει ότι προχώρησε σε αυτή τη ρύθμιση για να μην εξαρτάται το ποσοστό επιτυχόντων / αποτυχόντων κάθε χρόνο από την εκάστοτε ευκολία / δυσκολία των θεμάτων.

Επίσης, γιατί τα προγράμματα σπουδών διαφέρουν, και χρειάζεται να μπορούν να διαφοροποιηθούν οι ακαδημαϊκές προϋποθέσεις εισαγωγής σε αυτά.

Στο πλαίσιο ενίσχυσης της αυτονομίας των ΑΕΙ, είναι σημαντικό αυτά να μπορούν να διαμορφώσουν την ιδιαίτερη ακαδημαϊκή τους φυσιογνωμία.

Τι θα αλλάξει από του χρόνου

Την επόμενη χρονιά, οι μαθητές της Γ΄ λυκείου θα έρθουν αντιμέτωποι με δύο ακόμη αλλαγές καθώς θα υπάρξουν διαφοροποιήσεις στους συντελεστές βαρύτητας ενώ θα κατατεθεί σε δύο φάσεις το μηχανογραφικό δελτίο.

Σήμερα, σε κάθε επιστημονικό πεδίο υπάρχουν δύο συγκεκριμένα μαθήματα αυξημένης βαρύτητας, οι συντελεστές βαρύτητας των οποίων καθορίζονται από το Υπουργείο Παιδείας με οριζόντιο τρόπο για όλες τις Σχολές / Τμήματα στο συγκεκριμένο επιστημονικό πεδίο.

Στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι η κάθε Πανεπιστημιακή Σχολή / Τμήμα θα μπορεί να ορίζει το ποσοστό (συντελεστή βαρύτητας) με το οποίο κάθε πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα θα συμβάλλει στη διαμόρφωση των μορίων του υποψηφίου, π.χ. το Φυσικό θα μπορεί να ορίζει α) ότι η Φυσική είναι το μάθημα με τη μεγαλύτερη βαρύτητα, και β) τον συντελεστή της βαρύτητας αυτής, ο οποίος θα επιδρά στη διαμόρφωση των μορίων των υποψηφίων του.

Μηχανογραφικό σε δύο φάσεις

Αλλαγές όμως θα υπάρξουν και στο μηχανογραφικό καθώς από την επόμενη χρονιά θα κατατίθεται σε δύο φάσεις.

Στην Α φάση οι υποψήφιοι θα συμπληρώνουν το μηχανογραφικό δελτίο με συγκεκριμένο αριθμό επιλογών, έως 10% του συνόλου των τμημάτων κάθε επιστημονικού πεδίου για τους υποψηφίους από ΓΕΛ και έως 20% για τους υποψηφίους από ΕΠΑΛ.

Μετά την ανακοίνωση των επιτυχόντων της Α φάσης, οι μη εισαχθέντες θα συμμετέχουν στη Β φάση, κατά την οποία οι επιλογές τους θα περιλαμβάνουν όσα τμήματα εξακολουθούν να έχουν κενές θέσεις από την Α φάση χωρίς περιορισμό αριθμού επιλογών, εφόσον επιτυγχάνεται η καθορισμένη ΕΒΕ κάθε τμήματος.

Φρένο στους «λιμνάζοντες» φοιτητές

Κατά τα λοιπά, το υπουργείο Παιδείας εισάγει και μία νέα ρύθμιση που αφορά στον ανώτερο χρόνο φοίτησης στα ΑΕΙ.

Η ανώτατη χρονική διάρκεια φοίτησης σε ένα 4ετές προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών ΑΕΙ  θα είναι τα 6 έτη, όπως έγινε γνωστό, ενώ στην περίπτωση προγραμμάτων σπουδών που ο ελάχιστος χρόνος υπερβαίνει τα 4 χρόνια, προβλέπονται κατά το μέγιστο άλλα 3 χρόνια.

Ειδική μέριμνα θα λαμβάνεται για φοιτητές που εργάζονται ή συντρέχει λόγος υγείας ή άλλος σπουδαίος λόγος, στις οποίες περιπτώσεις είναι δυνατή η υπέρβαση του ανώτατου χρόνου. Για τους ήδη φοιτούντες, ο ανώτατος χρόνος φοίτησης ξεκινά να υπολογίζεται από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος, 2021-2022.Το χρονικό όριο φοίτησης θεσπίζεται ώστε να υπάρχει ένα συνεκτικό πλαίσιο ολοκλήρωσης των σπουδών, με σκοπό την ουσιαστική αναβάθμισή τους.