Τη φύτευση 30 εκατομμυρίων δενδρυλλίων προβλέπει το μεγαλύτερο πρόγραμμα αναδασώσεων στην Ελλάδα που ξεκινά με την έναρξη της φυτευτικής περιόδου του 2021. Στόχος είναι η δάσωση και η αναδάσωση 500.000 στρεμμάτων που έχουν καεί, αποψιλωθεί ή υποβαθμιστεί σε όλη τη χώρα. Η διάρκεια του προγράμματος είναι 10 χρόνια, ωστόσο, όπως διευκρινίζουν από το υπουργείο Περιβάλλοντος – που έχει και την ευθύνη για την υλοποίησή του -, οι αναδασώσεις θα έχουν ολοκληρωθεί έως το 2026 και τα τελευταία τέσσερα χρόνια (έως το 2030) θα υπάρχει η απαιτούμενη παρακολούθηση και επιτήρηση. Το όλο εγχείρημα θα χρηματοδοτηθεί με 310 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, με σκοπό να ξεκινήσουν και πάλι οι αναδασώσεις, αφού οι δασικές υπηρεσίες δεν λάμβαναν σοβαρές κρατικές ενισχύσεις για να πραγματοποιήσουν αντίστοιχα μεγάλα έργα από το 1990.

Παράλληλα, με το πρόγραμμα, επιχειρείται να αμβλυνθούν οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, να διαφυλαχθεί η βιοποικιλότητα και να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής στον αστικό και περιαστικό χώρο. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της WWF, κάθε χρόνο καίγονται – κατά μέσο όρο – 260 χιλιάδες στρέμματα δασών και δασικών εκτάσεων. Επιπλέον, όπως επισημαίνει, μιλώντας στα «ΝΕΑ» η συντονίστρια δράσεων και πρωτοβουλιών δασικής πολιτικής του υπουργείου Περιβάλλοντος Μαρία Κοζυράκη, οι δασικές πυρκαγιές μπορεί να είναι η κύρια αλλά όχι η μοναδική αιτία αποψίλωσης των δασών μας, που εξαφανίζονται επίσης λόγω παράνομων εκχερσώσεων, υλοτομιών, καταπατήσεων και μεταβολών στις χρήσεις γης.

Χαρτογράφηση

Η κάλυψη των δασών στην Ελλάδα έχει μειωθεί από το 2000 κατά τουλάχιστον 1,75 εκατομμύρια στρέμματα (GlopalForestWatch.org). «Το «ταβάνι» των 500 χιλιάδων στρεμμάτων για το Εθνικό Σχέδιο Αναδασώσεων διαμορφώθηκε βάσει των πραγματικών συνθηκών που διέπουν την εφαρμογή, τη χρηματοδότηση και τον διαθέσιμο χρόνο για την εκτέλεση των εργασιών αναδάσωσης», συμπληρώνει η Μαρία Κοζυράκη.

Από τη μελέτη εντοπισμού και χαρτογράφησης που προηγήθηκε, αξιολογήθηκαν 167 περιοχές και τελικά προκρίθηκαν 13 κατά προτεραιότητα προς αναδάσωση. «Είναι το πρώτο, έπειτα από τουλάχιστον τρεις δεκαετίες ελλείμματος σχεδιασμού και χρηματοδότησης, οργανωμένο και ενιαίο πλαίσιο δράσεων για τις αναδασώσεις στην Ελλάδα, το οποίο ξεκίνησε με την απογραφή και οριοθέτηση των εκτάσεων που η δάσωση ή η αναδάσωσή τους κρίνεται αναγκαία, για λόγους προστασίας και αποκατάστασης», υποστηρίζει η συντονίστρια του υπουργείου Περιβάλλοντος για τη δασική πολιτική.

Τα πέντε στάδια

Το Εθνικό Σχέδιο Αναδασώσεων περιλαμβάνει πέντε στάδια:

Το 1ο (το οποίο έχει ήδη εκπονηθεί από τη Σχολή Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ) αφορά τη μελέτη εντοπισμού και ιεράρχησης των περιοχών που θα αναδασωθούν. Εδώ, προτεραιότητα δίνεται στις περιοχές όπου δεν μπορεί να αναλάβει επαρκώς η φυσική αναδάσωση, αλλά και στα περιαστικά περιβάλλοντα, όπως στο Μάτι και στην Κινέτα.

Το 2ο αφορά τη σύσταση ομάδας διοίκησης έργου για τον συντονισμό, την υποστήριξη και την παρακολούθηση των αναδασώσεων με επιμέρους στόχο την κινητοποίηση εθελοντών και την ενεργοποίηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Το 3ο αφορά την οργάνωση, τον σχεδιασμό και την προετοιμασία του έργου των αναδασώσεων, με την εκπόνηση των ειδικών εφαρμοστικών μελετών δάσωσης των επιλεγμένων περιοχών.

Το 4ο αφορά την υλοποίηση των αναδασώσεων και θα εξελιχθεί μέχρι το 2026.

Το 5ο ολοκληρώνει τον επιχειρησιακό σχεδιασμό μέχρι το 2030 και περιλαμβάνει την εγκαθίδρυση μηχανισμού προστασίας, διατήρησης και παρακολούθησης των εγκατεστημένων αναδασώσεων.

Σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά από το υπουργείο Περιβάλλοντος, ειδική πρόνοια θα υπάρξει για τους ορεινούς όγκους της Αττικής και της Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάζονται μεταξύ άλλων πρωτοβουλίες για την Πάρνηθα και το Ποικίλο Ορος στη Δυτική Αθήνα.

Ειδικότερα, για την Πάρνηθα, οι πρωτοβουλίες αφορούν τη δημιουργία δικτύου μονοπατιών και διαδρομές ποδηλάτου, με την ταυτόχρονη παρακολούθηση και αποκατάσταση των εδαφών που επλήγησαν από τις πυρκαγιές. Για το Ποικίλο Ορος, οι δράσεις εστιάζονται στα έργα δάσωσης (και αναδάσωσης) με σκοπό την αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος και του τοπίου, αλλά και τον εκσυγχρονισμό του πλαισίου προστασίας για την αναβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας.