Ο Τζο Μπάιντεν τα κατάφερε. Νίκησε τον Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές 2020 και εξελέγη πρόεδρος των ΗΠΑ.

Οι εξελίξεις και οι ανατροπές των τελευταίων ημερών σε πολιτείες – κλειδιά έλαβαν τέλος το απόγευμα του Σαββάτου, με τον Μπάιντεν να περνά μπροστά και να διευρύνει το προβάδισμά του, επιβεβαιώνοντας την αγαπημένη φράση των Αμερικανών: «It ain’t over till the fat lady sings» (μτφ. «Τίποτα δεν έχει τελειώσει μέχρι να τραγουδήσει η χοντρή κυρία»).

Ο αποφασιστικός παράγοντας ήταν η πολιτεία της Πενσυλβάνια, η οποία έδωσε στον δημοκρατικό υποψήφιο τους απαραίτητους εκλέκτορες για να εξασφαλίσει την προεδρία, ενώ ακολούθησε αρκετή ώρα αργότερα η επικράτηση στην πολιτεία της Νεβάδα. Ο Μπάιντεν μπορεί να ενισχύσει τη νίκη του, αν καταφέρει να επικρατήσει στην Αριζόνα όπου προηγείται, αλλά και στη Τζόρτζια.

Ο Μπάιντεν κατάφερε να επικρατήσει σε δύο πολιτείες τις οποίες είχε κερδίσει ο Τραμπ το 2016: Το Μίσιγκαν και το Ουισκόνσιν. Έτσι, επανέφερε τον Δημοκρατικό «μπλε τοίχο» των μεσοδυτικών πολιτειών. Μάλιστα, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα κέρδισε και την πλειοψηφία της λαϊκής ψήφου, ξεπερνώντας τον Τραμπ κατά περίπου 4 εκατομμύρια, ενώ έσπασε κάθε ρεκόρ συγκεντρώνοντας περισσότερα από 70 εκατομμύρια ψήφους.

Γιατί επικράτησε ο Μπάιντεν

Εχοντας θητεύσει για 36 ολόκληρα χρόνια ως μέλος της Γερουσίας, ο Μπάιντεν είναι άριστος γνώστης των πραγμάτων, ενώ έχει συνεργαστεί αρμονικά με πολλούς Ρεπουμπλικανούς. Είναι από τη φύση του άνθρωπος ήπιος και συναινετικός, όπως φάνηκε και στην επινίκια ομιλία του προς το αμερικανικό έθνος.

Επίσης, η ηλικία του οδηγεί στην ασφαλή εκτίμηση ότι θα είναι πρόεδρος μιας τετραετίας. Αυτό επιτρέπει στους Ρεπουμπλικανούς να τον αποδεχθούν πιο εύκολα και να εργαστούν μαζί του, καθώς δεν θα διεκδικήσει την επανεκλογή του.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας του, ο Μπάιντεν υποστήριξε ότι διακυβεύεται η «ψυχή του έθνους» και υποσχέθηκε ότι θα επιδιώξει να θεραπεύσει μια χώρα που έχει καταστραφεί από την προεδρία του Τραμπ, με αποκορύφωμα τη στρατηγική του απερχόμενου προέδρου στο ζήτημα της πανδημίας του κοροναϊού.

Μάλιστα, ο Μπάιντεν επικέντρωσε το μήνυμά τους στον ιό και στο σύστημα υγείας -ενώ ο Τραμπ επιχείρησε να στρέψει την προσοχή στην εγκληματικότητα, την Κίνα και τον γιό του αντιπάλου του- που αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα με βάση τον οποίο επέλεξαν οι Αμερικανοί πού θα ρίξουν την ψήφο τους.

Η πανδημία, καθώς και ο θάνατος περισσότερων από 230.000 ανθρώπων στις ΗΠΑ, άλλαξε σε μεγάλο βαθμό την αμερικανική ζωή και την πολιτική το 2020. Και τις τελευταίες ημέρες της εκστρατείας για τις εκλογές, ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ φάνηκε να το αναγνωρίζει. «Με ψεύτικα νέα, όλα είναι Covid, Covid, Covid, Covid» είχε δηλώσει ο Ρεπουμπλικανός πολιτικός σε συγκέντρωση την περασμένη εβδομάδα στο Ουισκόνσιν, όπου οι μολύνσεις από τον ιό είχαν αυξηθεί τις τελευταίες ημέρες.

Το γεγονός, δε, ότι ο Τραμπ συνεχώς αμφισβητούσε με αβάσιμους ισχυρισμούς κορυφαίους επιστήμονες σχετικά με την πανδημία και χρησιμοποιούσε την κρίση που ξέσπασε για να κατηγορήσει την Κίνα και τους μετανάστες, έπαιξε καθοριστικό ρόλο.

Το κόμμα του Τραμπ δοκίμασε κάθε είδους διαφορετική τακτική για να προσπαθήσει να μιλήσει για τον κοροναϊό. Μόλις πέντε μέρες πριν τις εκλογές, ο πρώην πρόεδρος καυχιόταν πως «πήρε στα χέρια του τον έλεγχο της κατάστασης» και πως ο αριθμός των νεκρών ήταν «σχεδόν τίποτα». Κι όλα αυτά μια μέρα που είχαν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι.

Οποιοσδήποτε εκτός από τον Τραμπ

Την εβδομάδα πριν από την ημέρα των εκλογών, η εκστρατεία του Μπάιντεν παρουσίασε τις τελευταίες τηλεοπτικές διαφημίσεις της με ένα μήνυμα παρόμοιο με αυτό που παρουσιάστηκε στην έναρξη της εκστρατείας του πέρυσι, και την ομιλία αποδοχής υποψηφιότητας τον Αύγουστο.

Οι εκλογές ήταν μια «μάχη για την ψυχή της Αμερικής» αναφερόταν, και μια ευκαιρία για να μπει τέλος στο διχασμό και το χάος των τελευταίων τεσσάρων ετών.

Με αυτό το σύνθημα, ο Μπάιντεν έδειξε πως «στοιχημάτιζε» πολλά στο γεγονός ότι ο Τραμπ ήταν πολύ πολωτικός, και αυτό που ήθελε ο αμερικανικός λαός ήταν μια πιο ήρεμη, σταθερή ηγεσία.

«Απλώς εξαντλήθηκα από τη στάση του Τραμπ» λέει στο BBC ο Thierry Adams, κάτοικος της Γαλλίας, ο οποίος μετά από 18 χρόνια που ζούσε στη Φλόριντα ψήφισε για πρώτη φορά σε προεδρικές εκλογές στο Μαϊάμι την περασμένη εβδομάδα.

Οι Δημοκρατικοί κατάφεραν να μετατρέψουν αυτές τις εκλογές σε ένα είδους δημοψήφισμα για τον Τραμπ και όχι τόσο σε επιλογή μεταξύ των δύο υποψηφίων.

Η επόμενη ημέρα

Σε κάθε περίπτωση, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει τώρα ο νέος πρόεδρος είναι μεγάλες. Έχει μπροστά του μια πανδημία και μια οικονομία που πάσχει από τις επιπτώσεις της, την απειλή της κλιματικής αλλαγής και των φυλετικών ανισοτήτων. Ωστόσο, πρώτη προτεραιότητα αποτελεί να μπει ένα τέλος στο διχασμό.

Το μήνυμα αυτό φρόντισε μάλιστα να περάσει ο Μπάιντεν κατά την επινίκια ομιλία του.

«Ο λαός αυτής της χώρας μίλησε. Μας έδωσε μια ξεκάθαρη νίκη» είπε, δεσμευόμενος να «είναι ένας πρόεδρος που θα επιδιώκει να ενώνει και όχι να διχάζει», και προέτρεψε τους Αμερικανούς να σταματήσουν να αντιμετωπίζουν τους αντίπαλους ως «εχθρούς».

Απευθυνόμενος άμεσα στους υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, υπογράμμισε: «Δεσμεύομαι να είμαι πρόεδρος που δεν επιδιώκει να διαιρέσει, αλλά να ενοποιήσει, ο οποίος δεν βλέπει κόκκινες και μπλε Πολιτείες, αλλά τις ΗΠΑ, και ο οποίος θα δουλέψει με όλη του την καρδιά για να κερδίσει την εμπιστοσύνη ολόκληρου του λαού. Ήρθε η ώρα να βάλουμε στην άκρη τη σκληρή ρητορική, να ρίξουμε τους τόνους, να ξαναδούμε ο ένας τον άλλον, να ξανακούσουμε ο ένας τον άλλον».

«Έκανα εκστρατεία για να αποκαταστήσω την ψυχή της Αμερικής, να ανοικοδομήσω τη ραχοκοκαλιά αυτού του έθνους, τη μεσαία τάξη και να κάνω την Αμερική να σεβαστεί ξανά τον κόσμο» πρόσθεσε ακόμη.

Χωρίς να αναφερθεί άμεσα στον Τραμπ, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα τόνισε ότι κατανοεί την «απογοήτευση» των ψηφοφόρων του απερχόμενου προέδρου, ο οποίος αρνείται να παραδεχτεί την ήττα του. «Θα εργαστώ το ίδιο σκληρά για εκείνους που δεν με ψήφισαν, όσο και για εκείνους που με επέλεξαν» δεσμεύτηκε ο 77χρονος Μπάιντεν.