Υπερασπίστρια των δικαιωμάτων των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης, η ιστορία του βιασμού της οποίας όταν ήταν μόλις 14 ετών έγινε ντοκιμαντέρ στο Netflix, έδωσε τέλος στη ζωή της, σύμφωνα με τη μητέρα της και μία συνάδελφό της.

«Το κοριτσάκι μου χάθηκε»

Η Μελίντα Κόουλμαν, μητέρα της Ντέζι Κόουλμαν, ανακοίνωσε το θάνατο της κόρης της μέσα από ανάρτηση στο Facebook την Τρίτη. Η Ντέζι ήταν μόλις 23 ετών.

«Ήταν η καλύτερή μου φίλη και μια καταπληκτική κόρη», έγραψε η Μελίντα Κόουλμαν. «Νομίζω ότι προσπαθούσε να με πείσει ότι μπορώ να ζήσω και χωρίς εκείνη. Δεν μπορώ. Εύχομαι να είχα καταφέρει να της πάρω τον πόνο! Ποτέ δεν έγινε καλά μετά από αυτό που της έκαναν εκείνα τα αγόρια. Δεν είναι δίκαιο. Το κοριτσάκι μου χάθηκε.»

My daughter Catherine Daisy Coleman committed suicide tonight. If you saw crazy/ messages and posts it was because I…

Δημοσιεύτηκε από Melinda Moeller Coleman στις Τρίτη, 4 Αυγούστου 2020

Η Ντέζι Κόουλμαν βρέθηκε νεκρή στο Ντένβερ, αφού η μητέρα της κάλεσε την αστυνομία σε αναζήτησή της, λέει η Σέιλ Νόρις, γενική διευθύντρια του SafeBAE, μιας ομάδας που είχε ιδρύσει η Ντέζι από κοινού με άλλους για να στηρίξει τα νεαρά θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Η Νόρις αναφέρει ότι έμαθε την τραγική είδηση από τον αδερφό της Κόουλμαν.

Το ντοκιμαντέρ

Η Κόουλμαν εμφανίστηκε σε νοκιμαντέρ του Netflix το 2016, με τίτλο «Audrie & Daisy», το οποίο παρακολουθούσε την ίδια και την οικογένειά της καθώς προσπαθούσαν να διαχειριστούν το βιασμό της, αλλά και την εχθρική αντιμετώπιση που της επιφύλασσε η κοινότητα του Μέριλαντ όταν αποφάσισε να προχωρήσει σε καταγγελίες. Σε σχόλιά της στο διαδίκτυο είχε παραδεχτεί ότι είχε κάνει απόπειρα αυτοκτονίας τουλάχιστον δύο φορές στο παρελθόν.

Το άλλο κορίτσι την ιστορία του οποίου αφηγούνταν το ντοκιμαντέρ, η 15χρονη Όντρεϊ Ποτ, αυτοκτόνησε λίγες ημέρες αφού κατήγγειλε ότι βιάστηκε από τρία αγόρια, τον Σεπτέμβριο του 2012 στη Σαρασότα της Καλιφόρνια.

Η Κόουλμαν ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από τη δημιουργία του SafeBAE μετά το γύρισμα του ντοκιμαντέρ, σύμφωνα με τη Νόρις, που αποκάλεσε το θάνατό της «αναντικατάστατη απώλεια».

«Ήταν πραγματικά, πραγματικά καλή σε αυτό που έκανε», δήλωσε η Νόρις, γιατί οι έφηβοι που είχαν δεχθεί σεξουαλική βία γνώριζαν ότι καταλάβαινε τα προβλήματά της.

«Είναι μια τεράστια απώλεια εν γένει, γιατί πιστεύω ότι ήταν η δική της δύναμη που ενέπνευσε και τόσα άλλα θύματα να δεχθούν βοήθεια και να μιλήσουν δημόσια», συνέχισε.

Η τραγική ιστορία της Ντέζι

Στις 8 Ιανουαρίου του 2012, η Ντέζι και μια 13χρονη φίλη της βγήκαν κρυφά από το σπίτι της Ντέζι. Εκεί συνάντησαν τον Μάθιου Μπαρνέτ, ο οποίος τότε ήταν 17 ετών, και μερικά ακόμη αγόρια. Πήγαν τα κορίτσια σε ένα πάρτι στο σπίτι του Μπαρνέτ.

Η Ντέζι δήλωσε στους αστυνομικούς ότι της έδωσε ένα διάφανο υγρό και στη συνέχεια τη βίασε, ενώ ένα άλλο αγόρι τραβούσε την κακοποίησή της με την κάμερα του κινητού του. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, οι αστυνομικοί δήλωσαν ότι το βίντεο δεν υπήρχε πλέον. Τα αγόρια την άφησαν στη συνέχεια στην πυλωτή, όπου κειτόταν σε παγωμένες θερμοκρασίες για πολλές ώρες, μέχρι που την εντόπισαν.

Ο Μπαρνέτ παραδέχτηκε ότι είχε σεξουαλική επαφή με τη Ντέζι, όμως ισχυρίστηκε ότι ήταν συναινετική.

Την υπόθεση της Κόουλμαν ανέλαβαν υπερασπιστές θυμάτων σεξουαλικών εγκλημάτων σε όλη τη χώρα. Ακολούθησαν διαδηλώσεις και οργή, ιδιαιτέρως μετά από ένα ρεπορτάζ της εφημερίδας Kansas City Star ότι οι κάτοικοι του Μέριλαντ αντιμετώπιζαν εχθρικά την ίδια και την οικογένειά της μετά το περιστατικό.

Ποινή – χάδι στον βιαστή της

Ο Μπαρνέτ παραδέχτηκε την ενοχή του για πλημμέλημα έκθεσης ανηλίκου σε κίνδυνο τον Ιανουάριο του 2014 και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια δικαστικής επιτήρησης και τέσσερις μήνες κάθειρξη με αναστολή.

Η ποινή του Μπαρνέτ προέκυψε αφού ο τότε εισαγγελέας της κομητείας Νόνταγουεϊ, Ρόμπερτ Ράις και ο εισαγγελέας της κομητείας Τζάκσον, Ζαν Πίτερς-Μπέικερ, αποφάσισαν από κοινού ότι δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να υποστηριχθεί κατηγορία βιασμού. Ο Μπέικερ αναγκάστηκε να ανοίξει εκ νέου την υπόθεση, αφού η οικογένεια της Κόουλμαν και άλλοι επέκριναν τον Ράις για το γεγονός ότι αγνόησε κατηγορία εναντίον του Μπαρνέτ για κακούργημα.

Η Μελίντα Κόολμαν υποστήριξε ότι ο Ράις δεν προχώρησε με κατηγορίες κακουργηματικού χαρακτήρα εναντίον του Μπαρνέτ εξαιτίας πολιτικών πιέσεων. Ο παππούς του ήταν τέσσερις φορές εκλεγμένος αντιπρόσωπος της πολιτείας του Μιζούρι, όπου είχε υπηρετήσει και ως αστυνομικός επί 32 χρόνια. Ο Ράις δήλωσε ότι ο λόγος που δεν προχώρησαν οι κατηγορίες, ήταν το ότι οι Κόουλμαν σταμάτησαν να συνεργάζονται με την έρευνά του.

Πηγή: www.nytimes.com