Ρυθμιστικές αρχές της Νέας Υόρκης επέβαλαν πρόστιμο ύψους 150 εκατ. δολαρίων στην Deutsche Bank, κατηγορώντας το πιστωτικό ίδρυμα για «λάθη και αμέλειες» στη σχέση του με τον φερόμενο ως σεξουαλικό εγκληματία Τζέφρι Επστάιν.

Οι αρχές αναφέρουν ότι «σημαντικές αποτυχίες συμμόρφωσης» της Deutsche Bank επέτρεψαν στον Επστάιν να πραγματοποιήσει εκατοντάδες συναλλαγές ύψους εκατομμυρίων δολαρίων, οι οποίες υπό φυσιολογικές συνθήκες θα έπρεπε να γίνουν αντικείμενο επιπλέον ελέγχου.

Οι ποινές, οι οποίες συνδέονται και με τους δεσμούς της DB με οικονομικούς οργανισμούς που έχουν βρεθεί στο επίκεντρο σκανδάλων, όπως η Danske Bank Estonia και η FBME Bank είναι οι πρώτες δράσεις των ρυθμιστών κατά της τράπεζας για τις συναλλαγές της με τον Επστάιν.

Το Πολιτειακό Τμήμα Οικονομικών Υπηρεσιών της Νέας Υόρκης αναφέρει ότι η DB απέτυχε να εντοπίσει «πολλές ύποπτες συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν από τον νεκρό πια πολυεκατομμυριούχο, ο οποίος αυτοκτόνησε τον Αύγουστο του 2019 ενώ ανέμενε την εκδίκαση της υπόθεσής του για εμπορία ανήλικων κοριτσιών, ηλικίας ακόμη και 14 ετών, στην έπαυλή του στο Μανχάταν και την ιδιοκτησία του στο Παλμ Μπιτς.

Οι ύποπτες συναλλαγές που βρέθηκαν στο επίκεντρο των αρχών περιλάμβαναν πληρωμές σε ιδιώτες που έχουν κατηγορηθεί δημόσια ως συνεργάτες του Επστάιν στην σεξουαλική κακοποίηση νεαρών γυναικών, αλλά και πληρωμές σε μοντέλα από τη Ρωσία, πληρωμές διδάκτρων σε αρκετές γυναίκες, έξοδα διαμονής σε ξενοδοχεία και άμεσες πληρωμές σε πολυάριθμες γυναίκες με επώνυμα που παραπέμπουν σε καταγωγή από την Ανατολική Ευρώπη.

Οι αρχές σημειώνουν ότι η DB, η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, η οποία έχει ιστορικό προβλημάτων με το νόμο στις ΗΠΑ, απέτυχε να ελέγξει ικανοποιητικά τη δραστηριότητα του λογαριασμού που διαχειριζόταν ο Επστάιν, ο οποίος ήταν εγγεγραμμένος στα μητρώα σεξουαλικών εγκληματιών, παρά το γεγονός ότι «υπήρχαν δημοσίως διαθέσιμες επαρκείς πληροφορίες» σε σχέση με την πρότερη οικονομική του δραστηριότητα.

Σε δήλωσή της, η DB αναγνωρίζει «το λάθος της ένταξης του Επστάιν το 2013 και τις αδυναμίες των διαδικασιών μας, και έχουμε μάθει από τα λάθη και τις ελλείψεις μας». Η τράπεζα ανέφερε ότι ήρθε αμέσως σε επαφή με την αστυνομία για να προσφέρει τη βοήθειά της μετά τη σύλληψη του Επστάιν. Επιπλέον, έχει επενδύσει σχεδόν 1 δισ. δολάρια στην εκπαίδευση, τους ελέγχους και τις λειτουργικές διαδικασίες της και έχει προσλάβει περισσότερα από 1.500 άτομα στην ομάδα οικονομικού εγκλήματος.

«Η φήμη μας είναι το πιο πολύτιμο περιουσιακό μας στοιχείο και λυπόμαστε πολύ για τη σύνδεση με τον Επστάιν», τόνισε η τράπεζα.

Το Τμήμα Οικονομικών Υπηρεσιών αναγνώρισε την «υποδειγματική συνεργασία» της τράπεζας με τους ερευνητές.

Η έρευνα έριξε κάποιο φως στις οικονομικές συναλλαγές του Επστάιν, οι οποίες αποτελούσαν εδώ και καιρό πηγή μυστηρίου και, σύμφωνα με την υπηρεσία, ενδέχεται ορισμένα στοιχεία να είναι κατάλληλα για αστυνομική έρευνα.

Μεταξύ πολλών ακόμη ύποπτων κινήσεων, ο Επστάιν ξόδευε περισσότερα από $200.000 το χρόνο σε μετρητά, αναφέρει η υπηρεσία, σημειώνοντας ότι «το κατά πόσον ή σε τι βαθμό αυτές οι πληρωμές ή αυτά τα μετρητά που χρησιμοποιούσε ο Επστάιν αξιοποιούνταν για την κάλυψη παλιών εγκλημάτων, τη διάπραξη νέων ή για κάποιον άλλο σκοπό είναι ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν από τις διωκτικές αρχές, όμως το γεγονός ότι οι κινήσεις ήταν ύποπτες θα έπρεπε να είναι προφανές στους υπαλλήλους της τράπεζας σε διάφορες βαθμίδες».

Φρικτό εγκληματικό ιστορικό

Ο Επστάιν αντιμετώπισε ομοσπονδιακή έρευνα το 2006 με την κατηγορία ότι αποπλανούσε και κακοποιούσε σεξουαλικά ανήλικα κορίτσια. Εντέλει υπέγραψε συμφωνία με τους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς στο Μαιάμι την επόμενη χρονιά. Έτσι ήταν σε θέση να παραδεχτεί την ενοχή του σε δύο κατηγορίες για πορνεία σε επίπεδο πολιτείας και να τιμωρηθεί με μόλις 13 μήνες κάθειρξης στις πολιτειακές φυλακές της Φλόριντα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, είχαν επανειλημμένως γνωστοποιηθεί στην τράπεζα οι κατηγορίες εναντίον του Επστάιν και των φερόμενων ως συνεργών του, ήδη από τη στιγμή που έγινε πελάτης της, όπως προκύπτει από εσωτερικά έγγραφα.

Στα τέλη του 2014 και τις αρχές του 2015 το τμήμα καταπολέμησης οικονομικού εγκλήματος της τράπεζας ταυτοποίησε ύποπτα στοιχεία για τον Επστάιν, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης ομοσπονδιακού δικαστηρίου που έδεινε στα φερόμενα ως θύματά του πρόσβαση σε λεπτομέρειες της συμφωνίας του με τις αρχές και «πρόσθετες καταγγελίες στον τύπο που αφορούν τις σχέσεις του Επτάιν με διακεκριμένο πρώην πολιτικό των ΗΠΑ και ένα μέλος ευρωπαϊκής βασιλικής οικογένειας».

Δύο στελέχη της τράπεζας αποφάσισαν να διερευνήσουν την υπόθεση και συνάντησαν τον Επστάιν στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη, όμως από ό,τι φαίνεται έμειναν ικανοποιημένα από τις εξηγήσεις τους.

Στη σύσκεψη για το ζήτημα, μία εβδομάδα αργότερα, αποδείχθηκε ότι δεν είχαν κρατήσει ηχογραφημένα αρχεία από τη συνομιλία τους μαζί του, παρά το γεγονός ότι απαιτούνταν από την πολιτική της τράπεζας, σύμφωνα πάντα με τις ρυθμιστικές αρχές. Αργότερα την ίδια μέρα, ένα στέλεχος έστειλε e-mail σε ένα άλλο για να ενημερώσει ότι η επιτροπή «προτίθεται να συνεχίσει τη συνεργασία» με τον Επστάιν, ενώ ένα άλλο μέλος της επιτροπής είχε «καταγράψει πολυάριθμες σημαντικές συναλλαγές το τελευταίο διάστημα».

18 συναλλαγές και τουλάχιστον τρεις ανώνυμοι συνεργοί

Η έρευνα της υπηρεσίας αναφέρεται επίσης στους φερόμενους ως συνεργούς του Επστάιν, για τους οποίους συνεχίζεται η ομοσπονδιακή έρευνα. Πριν λίγες μέρες, οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς απήγγειλαν κατηγορίες στη φερόμενη ως συνεργό του, Γκισλέιν Μάξγουελ, 58 ετών, για τον εντοπισμό, την αποπλάνηση και την κακοποίηση ανήλικων κοριτσιών. Στο παρελθόν είχε αρνηθεί τις κατηγορίες.

Η υπηρεσία αναφέρει ότι ο Επστάιν πραγματοποιούσε πληρωμές προς τους συνεργούς του μέσω των λογαριασμών του στη DB, μεταξύ των οποίων και 18 μεταφορές, τουλάχιστον $10.000 η καθεμία σε τουλάχιστον τρία άτομα που δεν κατονομάζονται.

Η υπηρεσία σημειώνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις πέρασε μεγάλο διάστημα μέχρι να γίνει γνωστό στην τράπεζα ότι επρόκειτο για φερόμενους ως συνεργούς του, όμως τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.

Ιστορικό προστίμων

Η DB έχει μακρύ ιστορικό προβλημάτων με το νόμο.

Το 2017, η τράπεζα επιβαρύνθηκε με πρόστιμα 630 εκατ. δολαρίων από την πολιτεία της Νέας Υόρκης, για σκάνδαλο ξεπλύματος μαύρου χρήματος, μέσα από μια σκευωρία με μετοχές που επέτρεπε πελάτες από τη Ρωσία να μεταφέρουν τεράστια χρηματικά ποσά σε λογαριασμούς offshore.

Η εταιρεία προχώρησε επίσης σε συμβιβασμό 7,2 δισ. δολαρίων το 2016 με το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ για τοξικά περιουσιακά στοιχεία, σχεδόν ένα χρόνο αφού είχε συμφωνήσει να πληρώσει 2,5 δισ. δολάρια σε πρόστιμα για μαγείρεμα των επιτοκίων.

Η DB έχει και μια μακρά και περίπλοκη σχέση με τον Ντόναλντ Τραμπ. Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, η DB έχει δανείσει στον Τραμπ περισσότερα από 2 δισ. δολάρια, γεγονός που την καθιστά τον μεγαλύτερο πιστωτή του μέχρι τη στιγμή της εκλογής του, σύμφωνα με τους New York Times.

Ο Τραμπ έχει καταθέσει μηνύσεις γα να μπλοκάρει τις κλητεύσεις που θα ανάγκαζαν την τράπεζα να παραδώσει τα οικονομικά στοιχεία του. Το Ανώτατο Δικαστήριο διχάζεται όσον αφορά το δικαίωμα του Τραμπ να αποκρύπτει αυτά τα έγγραφα, τα οποία περιλαμβάνουν και φορολογικά μητρώα, από τις αρχές.

Πηγή: www.cnn.com