Το τσάι είναι ένα ρόφημα που προτείνεται και προτιμάται από τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αφενός γιατί βοηθάει στη ρύθμιση και αφετέρου στις επιπλοκές της νόσου με πρώτες στη λίστα τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Υπό το πρίσμα αυτό, ο καθηγητής Παθολογίας – Μεταβολικών Παθήσεων ΕΚΠΑ και πρόεδρος της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, Γεώργιος Δ. Δημητριάδης, αναλύει τις θεραπευτικές ιδιότητες τους τσαγιού, τις διαφορές ανάμεσα στο πράσινο και μαύρο τσάι, τα μυστικά για να απολαμβάνει κανείς όλα τα οφέλη του αλλά και τις πιθανές παρενέργειες.

Παγκοσμίως, το τσάι είναι το δεύτερο ποτό σε κατανάλωση (4,8 εκατομμύρια τόνοι/έτος) μετά το νερό. Αναλόγως με την επεξεργασία μετά τη συγκομιδή από το φυτό, υπάρχουν 5 κύριες ποικιλίες τσαγιού (πράσινο, μαύρο, κίτρινο, άσπρο, Oolong) με πιο δημοφιλείς το πράσινο και το μαύρο.

Το «τσάι του βουνού» είναι ποικιλία πράσινου τσαγιού των μεσογειακών χωρών, όπως η Ελλάδα. Παράγεται από φυτά του γένους Sideritis (Σιδερίτης) και είναι γνωστό από την αρχαιότητα ως αφέψημα ή ως φάρμακο (αναφέρεται από τον φιλόσοφο Θεόφραστο και τον γιατρό Διοσκουρίδη). Φαίνεται ότι πήρε το όνομά του από τις θεραπευτικές του ιδιότητες σε πληγές από σιδερένια αντικείμενα κατά τη διάρκεια μαχών, ή από την υψηλή περιεκτικότητά του σε σίδηρο. Τα οφέλη του είναι παρόμοια με των άλλων ποικιλιών τσαγιού.

Ο καθηγητής, κ. Δημητριάδης

Θεραπευτικά οφέλη

Χιλιάδες μελέτες έχουν δημοσιευθεί στα εγκυρότερα ιατρικά περιοδικά για τις θεραπευτικές ιδιότητες του τσαγιού. Τα δραστικά του συστατικά είναι οι πολυφαινόλες (κατεχίνες, φλαβονοειδή), οι οποίες έχουν αντι-οξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.

Σε γενικές γραμμές, το πράσινο και το μαύρο τσάι έχουν παρόμοια θεραπευτικά οφέλη, αν και ο τρόπος παρασκευής τους είναι διαφορετικός. Το πράσινο τσάι περιέχει περισσότερες αντιοξειδωτικές ουσίες από το μαύρο. Ο λόγος είναι ότι, κατά την επεξεργασία, το οξυγόνο στο οποίο εκτίθεται το μαύρο τσάι καταστρέφει ένα ποσοστό από τις πολυφαινόλες και τις κατεχίνες. Ομως, αν και το μαύρο τσάι περιέχει λιγότερα από αυτά τα συστατικά, δεν παύει να παρέχει σημαντικά οφέλη στην υγεία. Τα θεραπευτικά οφέλη του τσαγιού είναι πολλά:

Βοηθάει στη μείωση της LDL (κακής) χοληστερόλης και στη διατήρηση καλής κυκλοφορίας του αίματος, προστατεύοντας το τοίχωμα των αγγείων από τη δημιουργία αθηρωματικών πλακών. Αποτέλεσμα είναι η προστασία της καρδιάς και η μείωση του κινδύνου για καρδιαγγειακές παθήσεις (εμφράγματα, εγκεφαλικά επεισόδια). Οι ιδιότητες αυτές είναι ιδιαίτερα σημαντικές για άτομα με σακχαρώδη διαβήτη (ιδιαίτερα τύπου 2) στα οποία οι καρδιαγγειακές παθήσεις είναι συχνές και επικίνδυνες. Ιαπωνική μελέτη στην ιατρική επιθεώρηση «JAMA» σε 40.530 ενήλικες έδειξε ότι, κατανάλωση τουλάχιστον 3 φλιτζανιών πράσινου τσαγιού/ημέρα επί 11 χρόνια μείωσε σημαντικά τους θανάτους από καρδιαγγειακά επεισόδια. Μιας και το μαύρο τσάι πίνεται συνήθως με γάλα, μελέτη στο European Heart Journal από το Πανεπιστήμιο του Βερολίνου έδειξε ότι τα ευεργετικά αποτελέσματα του μαύρου τσαγιού στην κυκλοφορία του αίματος και στην προστασία της καρδιάς και των αγγείων καταργούνται, αν στο τσάι προστεθεί γάλα (η καζεΐνη του γάλακτος αδρανοποιεί τις κατεχίνες). Στην παχυσαρκία, συμβάλλει στην ταχύτερη απώλεια βάρους, σε συνδυασμό με διατροφή και άσκηση. Οι κατεχίνες και η καφεΐνη βοηθούν στην καύση του λίπους και μειώνουν το αίσθημα της πείνας. Εχει αντικαρκινικές ιδιότητες, που αποδίδονται στην ικανότητα των πολυφαινολών να εξαλείφουν επικίνδυνες τοξίνες και καρκινογόνες ουσίες από τον οργανισμό (υπάρχουν θετικές αναφορές για τον καρκίνο του μαστού και του προστάτη, ιδίως με το πράσινο τσάι).

Διατηρεί φυσιολογική τη χλωρίδα των βακτηριδίων του εντέρου (εξαιρετικά σημαντικός παράγων για τη διατήρηση καλής υγείας). Η κακή εντερική χλωρίδα είναι αίτιο πολλών παθήσεων, μεταξύ των οποίων η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2.

Εμποδίζει τις οξειδωτικές καταστροφές των κυττάρων και μειώνει το ενδεχόμενο ανάπτυξης εκφυλιστικών νοσημάτων με την πάροδο της ηλικίας (Alzheimer, Parkinson).

Το πράσινο τσάι περιέχει τανίνες οι οποίες ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και συμβάλλουν στην προστασία από ιώσεις. Περιέχει επίσης το αμινοξύ L-Θεανίνη (βρίσκεται στα φύλα του φυτού) το οποίο, με δράση στον εγκέφαλο, προκαλεί χαλάρωση, διευκολύνει τον ύπνο και μειώνει το stress. Φαίνεται ακόμα ότι προστατεύει την υγεία των ούλων από φλεγμονές.

Το τσάι συστήνεται και ως υποκατάστατο του καφέ. Το μαύρο τσάι περιέχει περισσότερη καφεΐνη, κάνοντας το μια καλή επιλογή σε περιπτώσεις που χρειαζόμαστε περισσότερη ενέργεια μέσα στη μέρα. Αν όμως επιθυμούμε να έχουμε τα οφέλη της καφεΐνης χωρίς τη νευρικότητα που μπορεί να προκαλέσει, το πράσινο τσάι περιέχει λιγότερη καφεΐνη και η παρουσία της L-Θεανίνης λειτουργεί ως αντίβαρο στις παρενέργειες της.

Η ποσότητα καφεΐνης

Ολες οι ποικιλίες τσαγιού περιέχουν καφεΐνη, σε ποσότητα που ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο του τσαγιού. Τη χαμηλότερη περιεκτικότητα καφεΐνης ανά φλιτζάνι (250ml) περιέχει το κίτρινο και το άσπρο τσάι (30-55mg), ακολουθεί το πράσινο (35-70mg), το Oolong (50-75mg) και το μαύρο (60-90mg). Συγκριτικά, η ποσότητα καφεΐνης σε ένα φλιτζάνι καφέ είναι ~100mg.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι όποιες παρενέργειες από την καφεΐνη δεν έχουν να κάνουν με το ίδιο το τσάι, αλλά με τη συνολική ποσότητα της καφεΐνης που καταναλώνεται, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσης.

Υπάρχουν αναφορές ότι πίνοντας συστηματικά πολύ καυτό τσάι, ιδιαίτερα αν συνυπάρχει κατάχρηση αλκοόλ, μπορεί να αυξηθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου οισοφάγου. Διεθνείς επιστημονικές κοινότητες επισημαίνουν ότι, αυτό δεν αφορά το ίδιο το τσάι, αλλά την υψηλή θερμοκρασία: κατανάλωση καυτών ποτών οποιουδήποτε είδους είναι δυνητικά καρκινογόνος.

Η αποβολή μεγάλων ποσοτήτων οξαλικού ασβεστίου στα ούρα αυξάνει τον κίνδυνο νεφρολιθίασης. Το πράσινο τσάι περιέχει πολύ μικρές ποσότητες οξαλικών και φαίνεται ότι προστατεύει από τον σχηματισμό λίθων στους νεφρούς. Αντίθετα, το μαύρο τσάι περιέχει υψηλότερες ποσότητες οξαλικών και μπορεί να ευνοεί τον σχηματισμό λίθων. Για τον λόγο αυτό, καλό είναι να αποφεύγεται η κατάχρηση μαύρου τσαγιού σε άτομα με ιστορικό νεφρολιθίασης.

Εξαιρετικά εντυπωσιακή είναι και μια μελέτη από το Πανεπιστήμιο McGill στον Καναδά. Κάποιες εταιρείες έχουν αντικαταστήσει τα χάρτινα σακουλάκια τσαγιού με πλαστικά. Αν ένα τέτοιο σακουλάκι θερμανθεί στους 1000 C, απελευθερώνονται στο φλιτζάνι 11,6 δισεκατομμύρια μικροπλαστικά σωματίδια και 3,1 δισεκατομμύρια νανοπλαστικά σωματίδια, τα οποία ο καταναλωτής πίνει μαζί με το τσάι!

Προστατεύουν την υγεία

Και τα δυο τσάγια (πράσινο και μαύρο) περιέχουν ισχυρά συστατικά που προστατεύουν την υγεία: βοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα, προστατεύουν την καρδιά και τα αγγεία, βοηθούν στην απώλεια βάρους. Η απόφαση επομένως ποιο είναι καλύτερο βασίζεται στη συγκεκριμένη συγκυρία, στη γευστική προτίμηση και σε ειδικούς θεραπευτικούς λόγους αν υπάρχουν. Οποιοδήποτε και αν διαλέξετε, απολαύστε το τσάι σας και γευθείτε τα οφέλη του στο μυαλό, το σώμα και την ψυχή.