Το πρώτο εξάμηνο του 2020 αναμένεται καθοριστικό για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία, αλλά και στην κοινωνία. Μια σειρά αποφάσεων από το Eurogroup μπορούν να ξεκλειδώσουν φορολογικές ελαφρύνσεις μόνιμου χαρακτήρα, οι οποίες μπορεί να υπερβαίνουν ακόμα και τα 2 δισ. ευρώ από το 2021 και μετά, δίνοντας βαθιά ανάσα στην οικονομία και τους φορολογουμένους.

Προϋποθέτουν απόλυτο σεβασμό των συμφωνημένων για το 2019 και 2020 δημοσιονομικών στόχων, επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, παγίωση συνθηκών χαμηλού κόστους δανεισμού για το ελληνικό Δημόσιο, θετικές αξιολογήσεις στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας και πολιτικούς συσχετισμούς στην ευρωζώνη, οι οποίοι θα επιτρέψουν κυρίως στο γερμανικό κοινοβούλιο να τροποποιήσει τη συμφωνία επί των πλεονασμάτων του Ιουνίου 2018.

Στο ιδανικό σενάριο, τον Ιούνιο του 2020 το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης θα ξεκινήσει τον σχεδιασμό του προϋπολογισμού του 2021 στοχεύοντας σε πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% – 2,5% ενώ θα έχει προηγηθεί απόφαση του Eurogroup, με την οποία θα ορίζεται ότι τα μισά ή και περισσότερα από τα 1,2 δισ. ευρώ κερδών από ελληνικά ομόλογα, τα οποία αναμένεται να εισρεύσουν το επόμενο έτος στην Ελλάδα θα χρηματοδοτήσουν συμφωνημένες με τους θεσμούς επενδύσεις.

Αρμόδιες πηγές θεωρούν πως το κρίσιμο τρίμηνο για τη λήψη αποφάσεων τόσο αναφορικά με την αλλαγή χρήσης των κερδών από ελληνικά ομόλογα όσο και για χαμηλότερα πλεονάσματα είναι το δεύτερο τρίμηνο του 2020 με το μεγάλο ερωτηματικό να είναι «αν οι αποφάσεις θα ληφθούν στην αρχή του δεύτερου τριμήνου ή στο τέλος του». Οσο νωρίτερα καθαρίσει ο ορίζοντας τόσο καλύτερο για την οικονομία.

Η έκθεση της Κομισιόν

Ο πρώτος κρίσιμος σταθμός στο παζλ των αποφάσεων τοποθετείται στα τέλη Φεβρουαρίου. Η Κομισιόν αναμένεται να δημοσιεύσει την πέμπτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, το περιεχόμενο της οποίας όπως γνωρίζει πολύ καλά η κυβέρνηση πρέπει να είναι απολύτως θετικό. Χωρίς θετική έκθεση κάθε συζήτηση για χαμηλότερα πλεονάσματα είναι καταδικασμένη. Καταλυτικό ρόλο στις αποφάσεις αναμένεται να διαδραματίσει η νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, η οποία θα συνοδεύει την έκθεση της Κομισιόν.

Ειδική ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος έχει αποδείξει ότι το ελληνικό χρέος παραμένει βιώσιμο ακόμα και εάν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα χαμηλώσουν στο 2,2% του ΑΕΠ από το 2021.

Η ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του 2018 βασίστηκε σε παραδοχές σύμφωνα με τις οποίες το επιτόκιο αναχρηματοδότησης από τις αγορές θα εκκινούσε από 4,1% το 2019, αυξανόταν βαθμιαία σε 5,4% το 2030 και σταθεροποιούνταν κοντά στο 5,1% μετά το 2040.

Φέτος το Δημόσιο δανείστηκε για δέκα χρόνια με 1,5% και το τελευταίο δίμηνο οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων κυμαίνονται στην περιοχή του 1,3% – 1,4%.

Οι θεσμοί μέχρι τώρα δεν έχουν ενσωματώσει τα νέα δεδομένα στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους. Αν όμως οι θετικές εξελίξεις παγιωθούν το πρώτο τρίμηνο του 2020, πολύ περισσότερο δε εάν οι οίκοι αξιολόγησης συνεχίσουν να αναβαθμίζουν την πιστοληπτική ικανότητα της ελληνικής οικονομίας, αργά ή γρήγορα δεν μπορεί παρά η ευρωζώνη να αναγνωρίσει ότι τα τιμωρητικά για την ανάπτυξη και την κοινωνία πλεονάσματα στη ζώνη του 3,5% του ΑΕΠ πρέπει να μειωθούν.

Ο ρυθμός ανάπτυξης

Εκτός από την παράμετρο του κόστους δανεισμού, κρίσιμη παράμετρο στην εξίσωση βιωσιμότητας του χρέους αποτελεί και ο ρυθμός ανάπτυξης. Τα πρώτα καλά νέα στο μέτωπο της ανάπτυξης αναμένονται στις 6 Μαρτίου. Εφόσον οι συγκλίνουσες προβλέψεις των αναλυτών επιβεβαιωθούν, ο ρυθμός ανάπτυξης του 2019 θα ανακοινωθεί στο 2% ή και λίγο υψηλότερα.

Τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου αναμένεται μια ακόμα κρίσιμη έκθεση αναφορικά με την αλλαγή της χρήσης των κερδών από ANFAs και SMPs. Σχετικά, εξουσιοδοτήθηκαν από το Eurogroup του περασμένου Δεκεμβρίου να την εκπονήσουν ΕΚΤ και Κομισιόν και παρότι θεωρείται σχεδόν κλειδωμένη η θετική εισήγηση ώστε μέρος των κερδών από ελληνικά ομόλογα να χρηματοδοτεί συμφωνημένες επενδύσεις, ο χρόνος λήψης της απόφασης έχει σημασία. Η επόμενη εκταμίευση κερδών από ελληνικά ομόλογα αναμένεται τον Ιούνιο στη βάση μιας ακόμα – της έκτης – θετικής αξιολόγησης των θεσμών. Η απόφαση θα πρέπει να έχει προηγηθεί ώστε τα κεφάλαια να πιάσουν τόπο στην προσπάθεια της κυβέρνησης για ενίσχυση της ανάπτυξης.

Το 2020 ξεκινά με καλούς οιωνούς. Τι ακριβώς μας επιφυλάσσει, ο χρόνος θα δείξει.