Η παράσταση «Γουόντερλαντ» της Ηρώς Κισσανδράκη ξεκίνησε το ταξίδι της στη σκηνή Black Box του Θεάτρου 104. Οι ηθοποιοί Κωνσταντίνος Δανίκας, Ηρώ Κισσανδράκη, Έλενα Μεγγρέλη και Δημήτρης Γερολυμάτος ακολουθούν τις σκηνοθετικές οδηγίες της Θάλειας Γρίβα και μας μεταφέρουν σε ένα σύγχρονο και δυστοπικό περιβάλλον. Ο χώρος και ο χρόνος μπερδεύονται και έτσι η «Αλίκη» του Λούις Κάρολ μεταμορφώνεται στην Α.Λ.Ι.Κ.Η. που ψάχνει την ταυτότητά της. Συνοδοιπόροι της σε αυτό το ταξίδι ο Πιλοφόρος, ο Λαγός, ο Ποντικός, ο Γάτος και η Κάμπια.

Κάθε Σάββατο και Κυριακή το φανταστικό σύμπαν της Χώρας των Θαυμάτων μεταμορφώνεται σε «Γουόντερλαντ» με δικούς της κανόνες και ιδιαιτερότητες που οι ήρωές μας θα προσπαθήσουν να εξοστρακίσουν στην προσπάθειά τους να απεγκλωβιστούν από τους δαίμονες που κουβαλούν μέσα τους. Με όπλα τους την υπερβολή και την τρέλα, θα μας προσκαλέσουν σε τσάι ανοίγοντάς μας τις πόρτες του «Γούοντερλαντ».

Η Θάλεια Γρίβα μιλάει στα «Νέα» για την παράσταση, για την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» και τα παραμύθια.

  

  1. Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;

Με την Ηρώ (Κισσανδράκη) συνεργαζόμαστε αρκετά χρόνια, τώρα, και σε συζήτηση που είχαμε με μια κοινή φίλη, την Πηνελόπη Αβούρη, πέρυσι, όταν παιζόντουσαν τα Κακορίζικα, μας γαργάλισε η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Την Ηρώ την ενέπνευσε τόσο το κείμενο του Κάρολ, ώστε να γράψει ένα έργο βασισμένο στην αρχική ιστορία (ως μετακειμενική αναφορά), και κάπου εκεί όλα έπεσαν στην κουνελότρυπα και μας οδήγησαν σε ένα ταξίδι αναζήτησης  μεταξύ φανταστικού και πραγματικού.

  1. Πώς η χώρα των θαυμάτων μετατρέπεται σε Γουόντερλαντ;

Η χώρα των θαυμάτων είναι διαφορετική για τον καθένα μας, και τα θαύματα (όπως και στο κείμενο του Κάρολ) δεν είναι πάντα ευχάριστα. Όμως, μέσα από τα ακατανόητα συμβάντα μπορεί κανείς να βρει νοήματα, τον εαυτό του, πολλές φορές και παράδοξους φίλους. Η Γουόντερλαντ, η χώρα των θαυμάτων, είναι ο μη τόπος, όπου όλα είναι πιθανά. Κάποιοι θέλουν να μείνουν εκεί για πάντα, κάποιοι άλλοι ψάχνουν τον τρόπο να γυρίσουν στην πραγματικότητα.

  1. Είναι και η παράστασή σας κατά κάποιο τρόπο ένα παραμύθι που πήγε λάθος;

Αχ, δεν υπάρχουν παραμύθια που να πάνε σωστά! Όλα τα παραμύθια έχουν φόβο και ένταση και δοκιμασίες μέχρι να έρθει το αίσιο τέλος, που στην πραγματικότητα είναι μια άλλη κατάσταση του ήρωα, για την οποία δεν μαθαίνουμε ποτέ πώς εξελίχθηκε. Οπότε, ναι, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την παράσταση ένα άχρονο, νέο παραμύθι, όπου αντί να είμαστε στο «μια φορά κι έναν καιρό» είμαστε στη Γουόντερλαντ, έναν μη τόπο για αυτούς που δεν μπορούν να παραμείνουν στην πραγματική ζωή.

  1. Είναι κι αυτό σημείο των καιρών μας να αναζητούμε μια χώρα των θαυμάτων αλλά τελικά να καταλήγουμε να συμβιβαζόμαστε με μια Γουόντερλαντ;

Η αναζήτηση της χώρας των θαυμάτων είναι μέσα στο συλλογικό ασυνείδητο του δυτικού πολιτισμού. Και επεκτατικά (αποικίες, σταυροφορίες κλπ) και υπαρξιακά μας είναι οικεία η αναζήτησή της. Σήμερα, που οι μύθοι χάνουν τους συμβολισμούς τους , περνάμε στην εποχή όπου τα σημαινόμενα φτηναίνουν. Δεν καταλήγουμε να συμβιβαζόμαστε, στην πραγματικότητα έχουμε μάθει να θεωρούμε τη Γουόντερλαντ πιο κανονική από τη χώρα των θαυμάτων, και ενώ θέλουμε το πολύ, την μεγαλειώδη ένωση με τα υψηλά, δεν μπορούμε να διαχειριστούμε την πληροφορία.

  1. Η υπερβολή και η τρέλα μπορεί τελικά να κάνουν καλό όπως φαίνεται στην παράστασή σας;

Δεν θα το έλεγα έτσι. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του δρόμο να διανύσει, ώστε να φτάσει στην ολοκληρωμένη εικόνα του εαυτού του, κάποιοι έχουν μεγαλύτερο δρόμο από κάποιους άλλους, κάποιοι ευκολότερο ή δυσκολότερο. Το ζητούμενο, εδώ, είναι να βρει κανείς τη δύναμη να συνδεθεί με τον εαυτό του και τους άλλους.

  1. Οι δαίμονες που κουβαλάει ο καθένας μέσα του, εξοστρακίζονται τελικά ποτέ;

Όχι, αλλά μαθαίνουμε να ζούμε μαζί τους, ή να τους επισκεπτόμαστε όταν θέλουμε ή έχουμε την ανάγκη τους. Οι δαίμονές μας είναι κομμάτι μας, μας διαμόρφωσαν κι αν τους αποδεχτούμε θα έχουμε μεγαλύτερο ψυχικό πλούτο, από ότι αν τους αρνούμαστε. Νομίζω πως αυτό είναι καθοριστικό στοιχείο και της παράστασης.

  1. Τι στοιχεία περιλαμβάνει η παράστασή σας που να την καθιστούν «ασφυκτικά ποπ»;

Ο ρυθμός, η μουσική, η εικόνα και φυσικά το θέμα!