Μια ιστορική αλλαγή φαίνεται πως συντελείται στην Βόρειο Ιρλανδία με το 51% των βορειοϊρλανδών ψηφοφόρων να δηλώνει ότι θα ψήφιζε υπέρ της επανένωσης της Ιρλανδίας αν διεξαγόταν δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι της βρετανικής επαρχίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με μια δημοσκόπηση.

Αυτή η πολύ μικρή πλειοψηφία –που δείχνει ωστόσο μια ιστορική αλλαγή στη Βόρεια Ιρλανδία– βρίσκεται στα όρια του στατιστικού λάθους της δημοσκόπησης, αναφέρει ο συντάκτης της έρευνας, ο πολιτειολόγος λόρδος Άσκροφτ.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, το 45% των ερωτηθέντων θέλουν να παραμείνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο και το 46% θέλουν την ένωση με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όμως, αν αποκλειστούν οι αναποφάσιστοι και εκείνοι που δηλώνουν ότι θα απέχουν, το αποτέλεσμα θα ήταν μια πλειοψηφία 51% έναντι 49%, υπέρ της επανένωσης.

Η δημοσκόπηση αυτή, που δημοσιοποιήθηκε χθες Τετάρτη, πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.542 ανθρώπων στη Βόρεια Ιρλανδία από τις 30 Αυγούστου έως τις 2 Σεπτεμβρίου.

«Το αποτέλεσμα δείχνει την αβεβαιότητα και την αγωνία γύρω από το Brexit, το ιρλανδικό σύνορο και τη δυνητική επίδρασή του στη ζωή στην επαρχία», λέει ο λόρδος Άσκροφτ.

Το θέμα των ιρλανδικών συνόρων είναι το κύριο εμπόδιο σε μια συμφωνία για το Brexit ανάμεσα στη βρετανική κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τι είναι το backstop

Ο Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, απαιτεί την κατάργηση από τη συμφωνία που διαπραγματεύθηκε η προκατάτοχός του Τερέζα Μέι του λεγόμενου backstop (δίχτυ ασφαλείας) που έχει σκοπό να εμποδίσει την επαναφορά των συνοριακών ελέγχων ανάμεσα στη Βόρεια Ιρλανδία και την Ιρλανδία.

Η διάταξη αυτή, η οποία θα τεθεί σε ισχύ ως μέτρο τελευταίας καταφυγής, προβλέπει μια τελωνειακή ένωση ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την ΕΕ, με μια ευθυγράμμιση της Βόρεια Ιρλανδίας με ορισμένους ευρωπαϊκούς κανονισμούς σε θέματα υγείας και φόρων.

Εκείνοι που τάσσονται υπέρ της ένωσης με το ΗΒ είναι κατηγορηματικά αντίθετοι με αυτό το μέτρο.

Χωρίς έκπληξη, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του λόρδου Άσκροφτ, το 98% των εθνικιστών τάσσονται υπέρ της ένωσης με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και το 96% των ενωτικών υπέρ της παραμονής στο ΗΒ.

Οι δημογραφικές αλλαγές

Η Βόρεια Ιρλανδία (1,8 εκατ. κάτοικοι) κατοικείται από μια πλειονότητα προτεσταντών οι οποίοι τάσσονται υπέρ της ένωσης με τη Βρετανία απέναντι σε μια μειοψηφία καθολικών που διεκδικούν την επανασύνδεσή τους με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.

Όμως βαθιές δημογραφικές αλλαγές βρίσκονται σε εξέλιξη καθώς οι καθολικοί, που αποτελούν το 45% του πληθυσμού έναντι 48% των προτεσταντών, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011, αναμένεται σύντομα να γίνουν πλειοψηφία στη Βόρεια Ιρλανδία.

Οι συμφωνίες ειρήνης της Μεγάλης Παρασκευής (1998), που έθεσαν τέρμα σε τρεις δεκαετίες εμφυλίου πολέμου ανάμεσα σε καθολικούς και προτεστάντες, αφήνουν την πόρτα ανοικτή σε μια ενδεχόμενη επανένωση της Ιρλανδίας σε περίπτωση που υπάρξει πλειοψηφία σε ένα δημοψήφισμα.

«Πλήγμα» στον Τζόνσον από τη Σκωτία

Ανώτατο διοικητικό δικαστήριο στη Σκωτία αποφάνθηκε την Τετάρτη πως η κίνηση του βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον να αναστείλει τη λειτουργία του Κοινοβουλίου ως τις 14 Οκτωβρίου είναι παράνομη.

Οι τρεις δικαστές (των οποίων η απόφαση θα ανακοινωθεί πλήρως την Παρασκευή) ομόφωνα θεωρούν ότι η απόφαση του Τζόνσον είχε ως κίνητρο «να βάλει προσκόμματα στο Κοινοβούλιο».

Η ετυμηγορία, όπως σημειώνει το BBC, ανατρέπει μάλιστα άλλη από την προηγούμενη εβδομάδα που έκρινε ότι ο πρωθυπουργός δεν παρέβη τον νόμο και ότι το εκλογικό σώμα (και όχι οι δικαστές) είναι αυτό που κρίνει τις αποφάσεις της κυβέρνησης.

Πάντως η απόφαση του δικαστηρίου στο Εδιμβούργο δεν σημαίνει ότι θα λειτουργήσει άμεσα το Κοινοβούλιο που έκλεισε από χθες. Αυτό γιατί το αίτημα για την αναστολή της διακοπής πρέπει πρώτα να περάσει από το Ανώτατο Δικαστήριο, κάτι που θα γίνει την προσεχή Τρίτη.

Η πρώτη αντίδραση της Ντάουνινγκ Στριτ ήταν φυσικά αρνητική. Μιλά για απογοητευτική απόφαση και υπόσχεται να ασκήσει έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Η αναστολή λειτουργίας  του Κοινοβουλίου είναι, πάντα κατά το πρωθυπουργικό γραφείο, νόμιμο και απαραίτητο για την  προώθησης μιας ισχυρής κοινοβουλευτικής νομοθετικής ατζέντας.