Απόλυτα σίγουρος για την πολιτική που ακολουθεί θέλει να εμφανίζεται ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Καμία ανησυχία δεν έχει, όπως δηλώνει, ούτε για τα μέτρα που προετοιμάζει η ΕΕ ούτε για το πακέτο κυρώσεων που αναμένεται από τις ΗΠΑ για την παραλαβή των S-400.

Και όσο και αν τα μέτρα της ΕΕ εκτιμώνται – προς το παρόν – ως ήσσονος σημασίας και δεν επηρεάζουν επί της ουσίας την οικονομία της Τουρκίας, με κύκλους της γείτονος να σχολιάζουν ότι τα προενταξιακά κονδύλια 146 εκατ. ευρώ που περικόπτονται δεν πλησιάζουν καν τον προϋπολογισμό της Γαλατάσαραϊ, ενώ τα «στοχευμένα μέτρα» παραπέμπονται στο μέλλον, διπλωματικές πηγές σε Αθήνα και Λευκωσία διαμηνύουν ότι αυτή είναι η αρχή του «λογαριασμού» για την Τουρκία, ειδικά με το αμερικανικό πακέτο κυρώσεων, που περιλαμβάνει αποβολή από το πρόγραμμα των F-35.

Παρέμβαση

Ο Ερντογάν ήθελε να πιστεύει ότι ο Τραμπ θα παρέμβει για να αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη παρά τις σαφείς δηλώσεις Πενταγώνου και Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ακόμα και αν κάποιες εκτιμήσεις υποστήριζαν ότι ο αμερικανός πρόεδρος δεν θα εξαντλήσει την αυστηρότητά του εναντίον της Αγκυρας, τα ερωτήματα που τίθενται είναι κατά πόσο οι ΗΠΑ μπορούν να αντέξουν το βάρος της απόκτησης των S-400 από την Τουρκία, τι συνέπειες θα προκαλούσε αυτή η ανεκτικότητα στο μέλλον και τι ορέξεις θα μπορούσε να ανοίξει…

Μια αδύναμη αντίδραση της Ουάσιγκτον ενδεχομένως να έστρεφε κι άλλες χώρες προς τη ρωσική στρατιωτική παραγωγή.

Ετσι χθες αποφασίστηκε η αποπομπή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών F-35 την οποία ανακοίνωσε ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, κατά τη διάρκεια δηλώσεων που έκανε στους δημοσιογράφους του Λευκού Οίκου.

Η κίνηση αυτή είναι η πρώτη επίσημη αντίδραση της αμερικανικής κυβέρνησης στην παραλαβή του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από την Τουρκία.

«Είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση στην οποία βρίσκονται και είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση στην οποία μας έχουν βάλει εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες» ανέφερε ο αμερικανός πρόεδρος, συμπληρώνοντας: «Παρόλα αυτά που είπα, δουλεύουμε μέσα σε αυτή την κατάσταση. Θα δούμε τι θα συμβεί, αλλά δεν είναι πραγματικά δίκαιο. Και λέμε τώρα στην Τουρκία… δεν πρόκειται να σας πουλήσουμε τα μαχητικά F-35».

Η κυβέρνηση Ερντογάν επιδιώκει να περάσει την εικόνα μιας ισχυρής χώρας, η οποία δεν εκβιάζεται και χαράζει τη δική της πολιτική. Οι εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που παραμένουν στα τουρκικά παράλια, αναζητώντας δίοδο προς τη Δύση, εξακολουθούν να λειτουργούν ως όπλο για επιθετική πολιτική. Σε αυτό το πλαίσιο επιχειρεί και την εκτροπή του ενεργειακού προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, θέλοντας να δημιουργήσει νέα τετελεσμένα.

Χαρακτηριστική της στόχευσης της Αγκυρας είναι η πρόταση Ακιντζί για το Ενεργειακό, η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, καθώς είχε απορριφθεί αντίστοιχη το 2011 και τελικά επιχειρεί την υπονόμευση των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και τη δημιουργία πλήρους αδιεξόδου. Μια πρόταση την οποία η Τουρκία αξιοποιεί για διασύνδεση Ενεργειακού – Κυπριακού και παρουσιάζει το θέμα των υδρογονανθράκων ως ένα ζήτημα διπλωματικής διαπραγμάτευσης των δύο κοινοτήτων για τον ισότιμο διαμοιρασμό του φυσικού αερίου.

Λένε για… εισβολή

Πηγές της Αγκυρας, δε, κατηγορούν τη Λευκωσία για την «εισβολή» των γεωτρυπάνων στην κυπριακή ΑΟΖ, γιατί ξεκίνησε το ερευνητικό της πρόγραμμα πριν να υπάρξει μια συμφωνία με τους Τουρκοκύπριους για διαμοιρασμό των κερδών ή λύση του Κυπριακού. Η Λευκωσία ανάγκασε την Αγκυρα να αγοράσει γεωτρύπανα και να προχωρήσει σε αυτές τις ενέργειες, δηλώνουν διπλωματικοί κύκλοι από την Τουρκία, που διαμηνύουν ότι η χώρα δεν προτίθεται να εγκαταλείψει τα συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο ούτε τους Τουρκοκύπριους και θα πάει την υπόθεση μέχρι τέλους. Οσο για την ΕΕ, υποστηρίζουν ότι το μόνο που πετυχαίνει είναι να χάνει την αξιοπιστία της απέναντι στην Τουρκία και να προκαλεί εκνευρισμό.

Οι ίδιες πηγές διαμηνύουν δε ότι η μόνη περίπτωση η Τουρκία να αποχωρήσει από την κυπριακή ΑΟΖ είναι να ανασταλεί το ενεργειακό πρόγραμμα της Λευκωσίας. Διατεθειμένη για διάλογο και να πέσουν οι τόνοι εμφανίζεται η Τουρκία όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, αφήνοντας ωστόσο σε κάθε περίπτωση να εννοηθεί ότι αυτός θα ξεκινήσει στη βάση των διεκδικήσεων της Αγκυρας τόσο για το Αιγαίο όσο και για τη θαλάσσια περιοχή της Κρήτης, εμπλέκοντας και τους «υπόλοιπους ενδιαφερομένους».