Μια νέα πτυχή της Συμφωνίας των Πρεσπών φέρνει στο φως της δημοσιότητας ο Ευάγγελος Βενιζέλος.

Μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής υπογράμμισε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να βάλει βέτο για το όνομα στην ένταξη των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εξήγησε ότι το άρθρο 2 παράγραφος 1 προβλέπει ότι η Ελλάδα συμφωνεί να μην αντιταχθεί στην ένταξη των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό το όνομα βόρεια Μακεδονία σε διεθνείς οργανισμούς όπου το πρώτο μέρος (σ.σ τα Σκόπια) είναι μέλος.

Ενώ, σύμφωνα με τον ίδιο, στην παράγραφο 4β προβλέπεται ότι η Ελλάδα θα γνωστοποιήσει στον πρόεδρο της ΕΕ ότι υποστηρίζει την ένταξη υπό το όνομα της παρούσας συμφωνίας. Υπό αυτά τα δεδομένα, ο Ε. Βενιζέλος τόνισε ότι η «δική μας αντίρρηση θα προκαλεί καθυστέρηση στην εφαρμογή του σύνθετου ονόματος» και συνεπώς «αν προκύπτουν προβλήματα οι αντιρρήσεις της Ελλάδας ανά κεφάλαιο δεν μπορούν να αφορούν το όνομα αλλά τα ουσιαστικά ζητήματα ως την ένταξιακή προοπτική».

Ως εκ τούτου, ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης εκτίμησε ότι η «πίεση μας πρέπει να είναι εστιασμένη σε θέματα που υπερβαίνουν το όνομα». Ωστόσο, επισήμανε ότι επειδή «η Ευρωπαϊκή Ένωση θέτει τα υποψήφια μέλη υπό τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και άρα το κριτήριο της περιφερειακής ασφάλειας, στο όνομα του οποίου προβάλει αντιρρήσεις η Ελλάδα, είναι ενεργό».

Την ίδια ώρα προειδοποίησε ότι τα Σκόπια θα αξιοποιήσουν τις προβλέψεις της συμφωνίας για την πενταετή εφαρμογή του ονόματος «Βόρεια Μακεδονία» στο εσωτερικό της χώρας τους.

«Προβλέπεται μία μακρά πολιτική μεταβατική περίοδος για τη χρήση του ονόματος Βόρεια Μακεδονία στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας. Αυτό το περιβόητο ‘’erga omnes’’ δεν ισχύει, γιατί προφανώς δεν ισχύει για το εσωτερικό, αφού η εφαρμογή του στο εσωτερικό θα γίνει σταδιακά και θα ξεκινά στο άνοιγμα κάθε διαπραγματευτικού κεφαλαίου στην ΕΕ στο συναφές πεδίο».

Λίγο αργότερα, ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε βέβαιος ότι και ΝΔ και Κίνημα Αλλαγής θα εφαρμόσουν τη συμφωνία και θα αναπτύσσουν επιχειρηματολογία που οδηγεί σε διεθνοπολιτικά αποτελέσματα μέσα στη διαπραγμάτευση χωρίς να εκθέτουν τη χώρα.