Μόλις επτά φορτηγά πέρασαν την περασμένη Παρασκευή από τα σύνορα του Κοσσυφοπεδίου, από τα 70-100 οχήματα που είναι συνήθως σε καθημερινή βάση. Παρόλα αυτά οι Κοσοβάροι πανηγύριζαν, όταν δυο μέρες νωρίτερα ο πρωθυπουργός Χαραντινάι ανακοίνωνε την αύξηση των δασμών σε εισαγόμενα προϊόντα από Σερβία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη κατά 100%. Στην Πρίστινα έκαναν μάλιστα την εμφάνισή τους πανό που ανέγραφαν «Σήμερα είμαι 100% κράτος». Οι σχολιαστές χαιρέτισαν σχεδόν ομόφωνα και με ενθουσιασμό την απόφαση του -κατά τα άλλα- αμφιλεγόμενου πρωθυπουργού.

Το ίδιο ομόφωνες ήταν όμως και οι αποδοκιμασίες που προκάλεσε η απόφαση όχι μόνον στις όμορες χώρες αλλά και στις Βρυξέλλες. Η ειδική εντεταλμένη της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική Μογκερίνι και ο αρμόδιος για τη Διεύρυνση επίτροπος Χαν ζήτησαν την άμεση ανάκλησή της. Παρόμοιες ήταν οι αντιδράσεις και από τη Γερμανία. «Καλούμε την κυβέρνηση στην Πρίστινα να αναθεωρήσει την απόφασή της», επισημαίνει το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών σε σχετική απάντηση προς τη Deutsche Welle, διευκρινίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό παραβιάζεται η συμφωνία ελευθέρου εμπορίου CEFTA (Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών της Κεντρικής Ευρώπης).

Με επιχείρημα τη CEFTA

Σε διαμετρικά αντίθετο μήκος κύματος η ανάγνωση στην Πρίστινα. Την επομένη των ανακοινώσεων ο πρωθυπουργός Χαραντινάι απέστειλε επιστολή προς τις ξένες πρεσβείες στο Κοσσυφοπέδιο όπου αιτιολογεί τη διαμφισβητούμενη απόφασή του επικαλούμενος το Άρθρο 18 της CEFTA. Σύμφωνα με αυτό κάθε χώρα-μέλος μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις «για να προστατεύει ίδια συμφέροντα». Στην επιστολή του ο Χαραντινάι απαριθμεί μάλιστα μια σειρά δράσεων μέσω των οποίων η Σερβία, και σε συνεργασία με τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της χώρας του.

Μεταξύ αυτών η πρόσφατη επιχείρηση της Σερβίας να οδηγήσει σε ναυάγιο την τρίτη κατά σειρά υποψηφιότητα του Κοσσυφοπεδίου για ένταξη στην Europol. Προηγουμένως είχε αποτύχει και η προσπάθεια ένταξης του Κοσόβου στην Unesco. Η Σερβία -η οποία εξακολουθεί φυσικά να θεωρεί το Κοσσυφοπέδιο επαρχία της- αντιμετώπισε τις σχετικές ψηφοφορίες ως νίκες. Ο Χαραντινάι από την πλευρά του διαμήνυσε ότι θα προχωρήσει σε άρση των δασμών μόνον όταν Σερβία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη αναγνωρίσουν την ανεξαρτησία της χώρας του. (110 κράτη έχουν αναγνωρίσει την ανεξαρτησία – Ελλάδα, Κύπρος, Ισπανία, Ρουμανία, Σλοβακία δεν συγκαταλέγονται σε αυτές).

Κριτική του Βερολίνου

Η Γερμανία είχε στηρίξει την ένταξη του Κοσσυφοπεδίου στην Interpol. Η καγκελάριος Μέρκελ μάλιστα είχε διαβεβαιώσει τον πρωθυπουργό του Κοσόβου ότι θα έχει τη στήριξή της. Η επιβολή δασμών που αποφάσισε όμως τώρα η Πρίστινα σε βάρος των δυο γειτονικών χωρών δεν βρίσκει τη σύμφωνη γνώμη του Βερολίνου. Όπως είπε σε συνέντευξή του προς τη DW ο ειδικός εντεταλμένος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της CDU/CSU για το Κοσσυφοπέδιο Πέτερ Μπάιερ. «Η κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου πρέπει να ανακαλέσει άμεσα την απόφαση αυτή που δεν συνάδει με την έννοια της εξομάλυνσης», σημείωσε ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός, προσθέτοντας ότι «οι εμπορικές διαμάχες πρέπει να αντιμετωπίζονται στα προβλεπόμενα πλαίσια και όργανα».

Ο Π. Μπάιερ αναφέρεται εμμέσως πλην σαφώς στη CEFTA, την προεδρία της οποίας έχει μάλιστα στην παρούσα φάση το Κοσσυφοπέδιο που συμμετέχει υπό την ονομασία UNMIK (United Nations Mission in Kosovo). Στο πλαίσιο της CEFTA η Πρίστινα διοργανώνει στις 6 Δεκεμβρίου σύνοδο των υπουργών Βιομηχανίας και Εμπορίου των χωρών-μελών, παρουσία βεβαίως και των υπουργών της Σερβίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Στόχος του οργάνου είναι να συμβάλει μέσω των οικονομικών συνεργασιών στη σταθερότητα της περιοχής. Ο διαφαινόμενος εμπορικός πόλεμος δυσκολεύει βέβαια αυτή την προσέγγιση. Σερβία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη μποϋκοτάρουν ήδη τις προπαρασκευαστικές συναντήσεις και προανήγγειλαν ότι δεν θα συμμετάσχουν στη συνάντηση των υπουργών.

Σερβία και Βοσνία-Ερζεγοβίνη δεν προτίθενται, καταρχήν, να απαντήσουν στους δασμούς με αντίμετρα, ωστόσο ο σέρβος πρόεδρος Βούτσιτς ανακοίνωσε ότι προτίθεται να συνομιλήσει με την κυβέρνηση του Κοσσυφοπεδίου μόνον όταν η τελευταία θα έχει αποφασίσει την άρση των κυρώσεων.

Απογοήτευση για τη βίζα

Ο κοσοβάρος δημοσιογράφος Ένβερ Ρομπέλι ο οποίος ζει σήμερα στην Ελβετία αξιολογεί τη συγκρουσιακή αυτή πολιτική του Κοσόβου ως μια έκκληση βοήθειας προς τη διεθνή κοινότητα. Διότι η Σερβία, όπως εκτιμά, υποστηρίζει τις παράλληλες δομές στο βόρειο Κοσσυφοπέδιο, όπου η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι Σέρβοι, και την ίδια ώρα ταλαιπωρεί και βάζει συνεχώς προσκόμματα στους Κοσοβάρους που ταξιδεύουν στη Σερβία. «Όλα αυτά γίνονται μέχρι σήμερα με την ανοχή της ΕΕ και των ΗΠΑ. Γι΄ αυτό και βλέπω αυτά τα μέτρα περισσότερα ως μια έκκληση βοήθειας προς τις ΗΠΑ και την ΕΕ να εντείνουν τις πιέσεις προς τη Σερβία προκειμένου να θέσει τέρμα σ’ αυτή την πολιτική της αποσταθεροποίησης».

Ένας ακόμη λόγος της εντεινόμενης δυσαρέσκειας στο Κοσσυφοπέδιο είναι η διαφαινόμενη αναβολή άρσης της υποχρεωτικής θεώρησης διαβατηρίων (βίζας) για τη μετακίνηση των πολιτών της πρώην σερβικής επαρχίας στην ΕΕ. Μολονότι η Κομισιόν αλλά και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχουν εισηγηθεί την άρση της βίζας, πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Γερμανία, φαίνεται να μεταθέτουν τις σχετικές αποφάσεις για μετά τις Ευρωεκλογές. Την πολιτική αυτή στηλιτεύει ο βουλευτής των γερμανών Πρασίνων Μάνουελ Σάρατσιν, σημειώνοντας ότι «οι όροι που είχε θέσει η Κομισιόν έχουν εκπληρωθεί. Η άρση της βίζας δεν είναι δώρο προς τους Κοσοβάρους, αλλά μέρος μιας συμφωνίας την οποία θα πρέπει να τηρήσει από την πλευρά της και η ΕΕ». Ο ίδιος επικρίνει όμως και την κλιμακούμενη ρητορική της Πρίστινας καλώντας όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές να επιστρέψουν σε έναν εποικοδομητικό διάλογο.