Η επίθεση στην πρώην Εισαγγελέα Διαφθοράς Ελένη Ράικου αλλά και η απάντηση τις τελευταίας ήλθαν να θυμίσουν τον άθλιο τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα χειρίζεται τα ζητήματα της διαπλοκής και της διαφθοράς.

Είναι η αντίληψη ότι δεν έχει σημασία εάν υπάρχουν στοιχεία, εάν «δένει» μια υπόθεση, εάν μπορεί να οδηγηθεί μια δικογραφία στο ακροατήριο.

Το βασικό είναι να ικανοποιηθεί η επιθυμία του εκλογικού ακροατηρίου για «κάθαρση».

Να δει το κοινό παραπομπές, να δει να στέλνονται κάποιοι στο δικαστήριο, να φαντάζεται ότι θα έρθουν καταδίκες.

Θυμίζουμε ότι η κ. Ράικου που χειρίστηκε μερικές από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διαφθοράς στην Ελλάδα, το Μάρτιο του 2017 είχε παραιτηθεί από τη θέση της Εισαγγελέως Διαφθοράς, γιατί την ώρα που συγκέντρωνε τα στοιχεία για το σκάνδαλο Novartis και είχε καταφέρει να συλλέξει στοιχεία που αποδείκνυαν το χρηματισμό κρατικών αξιωματούχων, η εφημερίδα Documento του γνωστού Βαξεβάνη έβγαλε δημοσίευμα που υποστήριζε ότι δήθεν ήταν κατηγορούμενη για απόκρυψη στοιχείων στις υποθέσεις Λιακουνάκου και Γιάννου Παπαντωνίου παρότι ήταν αυτή που είχε συμβάλει καταλυτικά στις συγκεκριμένες υποθέσεις.

Τότε ζητώντας από την Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την αντικατάστασή της στην Εισαγγελία Διαφθοράς είχε γράψει στην επιστολή παραίτησής της: «Κυρία εισαγγελέα, ζητώ την αντικατάστασή μου γιατί αρνούμαι να μετατραπώ σε «Ιφιγένεια» στο βωμό των συμφερόντων των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών και των μεγάλων συμφερόντων στο χώρο του φαρμάκου, οι οποίοι ενόψει των αποκαλύψεων που προφανώς διέρρευσαν και οποίες με βεβαιότητα θα τους οδηγούσαν να λογοδοτήσουν στη δικαιοσύνη και ίσως κάποιους από αυτούς στη φυλακή δεν δίστασαν να σχεδιάσουν την ηθική μου εξόντωση έτσι ώστε να είναι δυνατή η αποδόμηση της έρευνάς μας. […] Επειδή έχω στοχοποιηθεί από παράκεντρα εξουσίας και διαφθοράς που σκοπό έχουν τη μία και μόνη συγκάλυψη των διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών που αποκομίζουν διαχρονικά εκατομμύρια ευρώ και επιζητούν μανιωδώς την ακύρωση του έργου μου και την παρεμπόδιση της παραπάνω έρευνας και όχι μόνο, και επειδή δεν αισθάνομαι ότι απολαμβάνω της θεσμικής προστασίας που δικαιούμαι, ζητώ την αντικατάστασή μου.»

Όμως, τα προβλήματά της δεν τελείωσαν εδώ, αφού η ίδια εφημερίδα, το Documento του Βαξεβάνη επιτέθηκε ξανά σε αυτήν, κατηγορώντας αυτή τη φορά ότι ο άντρας της χρηματιζόταν από τη Novartis.

Η απάντησή της σε αυτή τη νέα επίθεση εναντίον της ήρθε με τη μορφή δήλωσης ανθρώπων του περιβάλλοντός της που αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο κινείται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στα θέματα της δικαιοσύνης.

Αυτή τη φορά ο στόχος της κ. Ράικου δεν είναι ο Βαξεβάνης.

Αυτός άλλωστε είναι απλός αναμεταδότης των όσων του υπαγορεύουν από την κυβέρνηση.

Διαζύγιο με το πραγματικό ρεπορτάζ έχει πάρει πολλά χρόνια τώρα.

Ο στόχος στην πραγματικότητα, έστω και εάν δεν τον κατονομάζει είναι ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος.

Αυτός που πολύ πρόσφατα υπερασπίστηκε τον Πολάκη που είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «πρέπει να βάλει μερικούς φυλακή».

Προσέξτε τι λένε οι κύκλοι της κ. Ράικου: «ανοίγει σήμερα η αυλαία των αποκαλύψεων για τη δράση του εν λόγω κυρίου και εστιάζοντας στις διαρκείς παρεμβάσεις που δέχθηκε κατά τη διάρκεια  της δεύτερης θητείας της ως Εισαγγελέας Εγκλημάτων Διαφθοράς, όταν εκμεταλλευόμενος την πολιτική του ισχύ, με ύφος «νταβατζή» επιχείρησε να της υποδείξει πως πρέπει να διεκπεραιωθούν συγκεκριμένες κρίσιμες υποθέσεις απαιτώντας άλλες φορές να προβεί άμεσα στην άσκηση ποινικής δίωξης και όταν η ίδια αντέτεινε ότι δεν υπήρχαν προϋποθέσεις νόμιμης άσκησης τους, αυτός επιτακτικά και με αφόρητη πίεση έλεγε: «άσκησε την και ας πάνε παρακάτω να απαλλαγούν».

Και σε άλλες περιπτώσεις προσώπων που ήθελε να εξυπηρετήσει απαιτούσε και πάλι επιτακτικά  την εδώ και τώρα αρχειοθέτηση των εν λόγω δικογραφιών. Η συνέχεια θα αποκαλύψει πράγματα που ξεπερνούν τη φαντασία του μέσου ανθρώπου. Είναι βέβαιη ότι με την πάροδο του χρόνου θα ανοίξουν τα στόματα πολλών συναδέλφων της, που υπήρξαν θύματα του συγκεκριμένου. Στο χωριό της λένε: «Βάλαμε τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα. Η ίδια έχει υπομονή και δεν βιάζεται»».

Οι δηλώσεις αυτές, δυστυχώς, ταιριάζουν με όσα ξέρουμε και από το ρεπορτάζ.

Σήμερα ο μηχανισμός της κυβέρνησης είτε μέσω του Παπαγγελόπουλου, είτε μέσω του Κοντονή και του Καμμένου παλαιότερα, προσπαθεί να χειραγωγήσει τη δικαιοσύνη.

Η χειραγώγηση αυτή είναι πολλαπλή.

Προσπαθεί να δώσει την αίσθηση ότι η κυβέρνηση «κυνηγάει τη διαφθορά και τη διαπλοκή».

Στην πραγματικότητα απλώς «πουλάει μούρη» κύρια μέσα από την εκκίνηση, με τυμπανοκρουσίες, διαφόρων ερευνών που μετά δεν οδηγούν πουθενά, αλλά στο μεταξύ έχουν κάνει τη «δουλειά».

Είτε την επικοινωνιακή «δουλειά», δηλαδή να περάσει στα ΜΜΕ η εικόνα της κυβέρνησης που «θα βάλει στη φυλακή τα λαμόγια».

Είτε την πολιτική δουλειά, δηλαδή να στοχοποιήσει πολιτικούς και επιχειρηματίες που αντί να κάνουν τη δουλειά τους θα τρέχουν να απαλλαγούν από τη ρετσινιά μιας άδικης ποινικής δίωξης.

Γιατί στην πραγματικότητα αυτή η κυβέρνηση αδιαφορεί για το εάν αυτές οι δίκες μπορούν όντως να οδηγήσουν σε καταδίκες.

Πιέσεις ενδοκυβερνητικές επομένως από τον Παπαγγελόπουλο, διάφορες παρεμβάσεις του Καμμένου και του Κοντονή από την άλλη, ο Πολάκης να το κάνει και δημόσια ρητορική παντιέρα και να πώς λειτουργεί το όλο σύστημα.

Και εάν κανείς αντιδρά, ή θέλει να κάνει τη δουλειά του κανονικά, υπάρχουν πάντα τα κάθε λογής documenta να κάνουν «αποκαλύψεις», να σπιλώνουν και να εκβιάζουν.

Η επιλογή αυτή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι από τις πιο επικίνδυνες που έχουν πάρει.

Γιατί μπορεί να προκαλέσει πολλαπλή ζημιά.

Τέτοιες δικογραφίες, βιαστικές, υπό πίεση, χωρίς στοιχεία είναι μετά η χαρά του συνηγόρου υπεράσπισης (και τα λαμόγια έχουν την οικονομική άνεση να παίρνουν τους καλύτερους).

Η στοχοποίηση χωρίς στοιχεία σε αρκετές φορές απλώς σημαίνει επιθυμία δικαστικής ομηρίας έστω και εάν ξέρουν εκ των προτέρων την τελική αθώωση.

Η κοινωνία εθίζεται και στο ότι όλοι συλλήβδην είναι διεφθαρμένοι και στο «στημένο κόλπο» οι παραπομπές και χάνει την εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη και τους θεσμούς.

Και τότε χάνει και την εμπιστοσύνη του στη δικαιοσύνη αλλά και στη δημοκρατία.

Η κυβέρνηση και ανθρώπους που γνωρίζουν πραγματικά τη δικαιοσύνη έχει και κορυφαία τέως Ανώτατη Δικαστής έχει θεσμικό ρόλο στο Μαξίμου. Ας τους ρωτήσει μπας και τους εξηγήσουν πόσο επικίνδυνη είναι αυτή η λογική των παρεμβάσεων στους θεσμούς και ειδικά στη δικαιοσύνη.