Ευρωπαίοι και βρετανοί διαπραγματευτές εξέφρασαν αισιοδοξία για τις προοπτικές να υπάρξει μια συμφωνία για το Brexit αυτό το φθινόπωρο, επικαλούμενοι την πρόσφατη πρόοδο στο ζήτημα της συνεργασίας σε θέματα ασφαλείας που θα τεθεί σε ισχύ αφού η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ.

Ο Μισέλ Μπαρνιέ της Ευρωπαϊκής Ένωσης δήλωσε πως μπορεί να υπάρξει μια συμφωνία εγκαίρως για τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της ΕΕ στις 18 και 19 Οκτωβρίου στις Βρυξέλλες, αν και πρόσθεσε πως μπορεί επίσης να υπάρξει μια καθυστέρηση μέχρι τον Νοέμβριο.

Μετά τις τελευταίες συνομιλίες του με τον Μπαρνιέ, ο βρετανός υπουργός αρμόδιος για το Brexit Ντόμινικ Ράαμπ δήλωσε πως είναι «πεισματικά αισιόδοξος» και «πεπεισμένος όσο και πριν, αν όχι περισσότερο», ότι θα υπάρξει συμφωνία.

Αμφότεροι δήλωσαν πως σημείωσαν πρόοδο όσον αφορά τη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας, που περιλαμβάνει και την ανταλλαγή δεδομένων. «Η ασφάλεια της Ευρώπης είναι η ασφάλεια του Ηνωμένου Βασιλείου», δήλωσε ο Ράαμπ σε κοινή συνέντευξη Τύπου.

Ο Μπαρνιέ δήλωσε πως στα ανεπίλυτα ζητήματα περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων γεωγραφικοί προσδιορισμοί, ο ρόλος του κορυφαίου δικαστηρίου της ΕΕ στην παρακολούθηση της εφαρμογής της συμφωνίας, η συνεργασία στο πλαίσιο της Euratom και η προστασία των δεδομένων.

Ο Μπαρνιέ ζήτησε «επειγόντως» τις βρετανικές προτάσεις για το Ιρλανδικό

Οπως ο ίδιος ο Μπαρνιέ είπε κατά την διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες ζήτησε από τον βρετανό ομόλογό του Ντόμινικ Ράαμπ να τού παρουσιάσει «επειγόντως» λεπτομερή βρετανική πρόταση για το θέμα των ιρλανδικών συνόρων, το πλέον ακανθώδες θέμα των διαπραγματεύσεων για το διαζύγιο ΕΕ-Ηνωμένου Βασιλείου.

«Είναι επείγον», διότι το ιρλανδικό ζήτημα αποτελεί «κρίσιμο σημείο» για την επίτευξη συμφωνίας αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου, δήλωσε χαρακτηριστικά.

Πάντως, μία προκαταρκτική συμφωνία ανάμεσα στο Λονδίνο και τις Βρυξέλλες, η οποία συνομολογήθηκε τον Δεκέμβριο 2017, αποκλείει την επανεγκατάσταση συνόρου ανάμεσα στην Βόρεια Ιρλανδία (βρετανικό έδαφος) και την Δημοκρατία της Ιρλανδίας (έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».

Ομως, η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι έχει υποσχεθεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο, μαζί με την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση τον προσεχή Μάρτιο, θα αποχωρήσει και από την ενιαία αγορά, πράγμα που σημαίνει την εγκατάσταση συνόρου, των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ανάμεσα στο Έιρε και την Βόρεια Ιρλανδία. Η επίλυση αυτής σπαζοκεφαλιάς δεν έχει σημειώσει πρόοδο κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

Κατά συνέπεια, η Ευρωπαϊκή Ενωση ζήτησε από το Λονδίνο να επεξεργασθεί μία λύση «backstop» (δίκτυ ασφαλείας), που θα εφαρμοσθεί εάν δεν προκύψει καλύτερη λύση από τις διαπραγματεύσεις, ώστε να λειτουργήσει ως εγγύηση ότι δεν θα υπάρξει «σκληρό» σύνορο στο έδαφος της Ιρλανδίας.

Η Τερέζα Μέι δεσμεύθηκε ως προς αυτό το σημείο, υπενθύμισε ο Μισέλ Μπαρνιέ.

«Ζήτησα από τον Ντόμινικ (Ράαμπ) και από την ομάδα του να μας δώσουν τα αναγκαία δεδομένα για τις τεχνικές εργασίες που χρειαζόμαστε τώρα για την φύση, τον τόπο, τον τρόπο πραγματοποίησης των ελέγχων που θα είναι αναγκαίοι», είπε.

«Πρόκειται για μία εργασία τεχνικού χαρακτήρα, που απαιτεί πολύ χρόνο και εξειδικεύσεις», αλλά εργασία που είναι κρίσιμη για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων, αφού χωρίς δίκτυ προστασίας, δεν θα υπάρξει συμφωνία», επέμεινε με έμφαση.

Κατά τον ίδιο πρόοδος έχει καταγραφεί στα θέματα της ανταλλαγής δεδομένων για την Euratom, την ευρωπαϊκή ρυθμιστικής αρχή στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.

«Σιγά σιγά, το περίγραμμα μίας συμφωνίας αρχίζει να διαγράφεται» κατέληξε.