Εικόνες Αποκάλυψης, βλέμματα άδεια που έδωσαν τη θέση τους σε αυτά του τρόμου και της αγωνίας. Καθώς περνάνε οι ώρες, ο τραγικός απολογισμός της πυρκαγιάς που αφάνισε ανθρώπινες ζωές και περιουσίες μέσα σε μερικές μόλις στιγμές, αυξάνεται βαραίνοντας συνειδήσεις. Τουλάχιστον ορισμένων.

Οι μαρτυρίες των ανθρώπων που κατάφεραν να ξεφύγουν από τον τρελό χορό που έστησε η φωτιά στην Αττική την Δευτέρα και βρέθηκαν να αναζητούν διέξοδο διαφυγής από τις φλόγες, αφήνουν το δικό τους στίγμα σε μια πραγματικότητα που μέχρι τώρα μετρά 81 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και στάχτες.

Ενδεικτική της τραγωδίας που καλούνται να διαχειριστούν τα τελευταία 24ωρα οι σωστικές δυνάμεις, είναι η περιγραφή των πυροσβεστών για τις σορούς θυμάτων. «Έχουν συρρικνωθεί τόσο πολύ από τη φωτιά που μοιάζουν με παιδικές κούκλες» δήλωσαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

«Ευτυχώς πήγαμε στη θάλασσα, γιατί οι φλόγες μάς κυνηγούσαν μέχρι το νερό, έκαψαν τις πλάτες μας και βουτήξαμε στο νερό… Είπα, Θεέ μου, πρέπει να τρέξουμε για να σωθούμε» δήλωσε στο BBC ένας άνδρας.

«Είδα πτώματα, καμένα αυτοκίνητα. Αισθάνομαι τυχερή που είμαι ζωντανή» είπε άλλη κάτοικος και σημείωσε ότι «το Μάτι δεν υπάρχει πια».

Στην ίδια περιοχή εγκλωβίστηκε την Δευτέρα, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι με τα εγγόνια τους που φιλοξενούσαν, μαζί με την νταντά τους. Η τελευταία και τα παιδιά κατάφεραν να διαφύγουν προς τη θάλασσα, ενώ το σπίτι το είχε κυκλώσει η φωτιά. Όπως ανέφεραν στο ΑΠΕ συγγενείς και γείτονες, το ηλικιωμένο ζευγάρι ειδοποίησε τηλεφωνικά ότι αδυνατεί να φύγει.

Ακολούθησε μπαράζ τηλεφωνημάτων των οικείων προς την Αστυνομία, την Πυροσβεστική και τους διασώστες για να σπεύσουν και να τους σώσουν. Η Αστυνομία κατάφερε και μπήκε στο σπίτι τα ξημερώματα τη Τρίτης και ενημέρωσε αρχικώς ότι δεν είδαν κανέναν. Δυστυχώς, μετά από λεπτομερέστερη αναζήτηση εντόπισαν το ζευγάρι απανθρακωμένο. Όπως όλα δείχνουν, η γυναίκα ενώ είχε τη δυνατότητα να διαφύγει, προτίμησε να ακολουθήσει τον σύντροφο της ζωής της, στον θάνατο.

Η φωτιά έφτασε ξαφνικά και οι έξι φίλοι έτρεξαν για να σωθούν. Όταν έφτασαν στην ακτή και δεν υπήρχε οδός διαφυγής έπεσαν στη θάλασσα. Δεν έβλεπαν τίποτα και ένιωθαν να πνίγονται από τον καπνό και να παρασύρονται από τα κύματα ωστόσο έπρεπε να κολυμπήσουν για να σωθούν.

Πολύ σύντομα έχασαν οπτική επαφή με την ακτή αλλά και τον προσανατολισμό τους. Για δύο ώρες έδωσαν μάχη να κρατηθούν στην επιφάνεια του νερού μέχρι τη στιγμή που η σωτηρία ήρθε από ένα ψαροκάϊκο και το αιγυπτιακό του πλήρωμα. Ο Νίκος Σταυρινίδης ήταν πλέον ασφαλής, το ίδιο και η σύζυγός του αλλά και δύο από τους φίλους τους.

Οι άλλοι δύο χάθηκαν μέσα στα κύματα.

«Είναι τρομακτικό να βλέπεις αυτόν που είναι δίπλα σου να πνίγεται και να μην μπορείς να βοηθήσεις», δήλωσε ο Ν. Σταυρινίδης στο πρακτορείο Reuters και σημειώνει: «Η εικόνα αυτή θα με στοιχειώνει για πάντα».

Όπως εξηγεί, το ζευγάρι επισκέφτηκε την περιοχή της ανατολικής Αττικής προκειμένου να ετοιμάσει το εξοχικό του.

«Όλα έγιναν τόσο γρήγορα. Η φωτιά βρισκόταν σε απόσταση και ξαφνικά οι φλόγες βρέθηκαν δίπλα μας. Μετά μας περικύκλωσαν. Ο αέρας ήταν απίστευτα δυνατός, δεν έχω ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο στη ζωή μου», εξηγεί ο ίδιος και περιγράφει το πώς έφτασαν μέχρι τη θάλασσα αλλά και τις αγωνιώδεις προσπάθειές τους να κρατηθούν ζωντανοί.

«Τρέξαμε στη θάλασσα έπρεπε να κολυμπήσουμε αλλά δεν βλέπαμε σχεδόν τίποτα. Πέσαμε στο νερό και προσπαθήσαμε να απομακρυνθούμε για να μην εισπνέουμε το διοξείδιο του άνθρακα. Πήγαμε όσο πιο μακριά μπορούσαμε. Αλλά όσο απομακρυνόμασταν υπήρχε έντονος αέρας και μας παρέσυρε πολύ μακριά από την ακτή, δεν βλέπαμε που βρισκόμασταν. Οι άνδρες που βρίσκονταν στη βάρκα έπεσαν στη θάλασσα με τα ρούχα τους. Μας έφτιαξαν τσάι και μας κράτησαν ζεστούς, ήταν υπέροχοι», εξηγεί.

Η Κατερίνα Παντελίδη δηλώνει στην γαλλική εφημερίδα «Le Monde». «Αν είχα καθυστερήσει δέκα λεπτά να τρέξω δεν θα ήμουν ζωντανή. Οταν βγήκαμε από το σπίτι με τον πατέρα μου και τη μητέρα μου οι φλόγες πλησίαζαν με τεράστια ταχύτητα τρέξαμε μέχρι τη μαρίνα. Έπεσα και χτύπησα στο πόδι νόμισα ότι θα πεθάνω. Ακούω ακόμα τις κραυγές, επανέρχεται η εικόνα με τα πρόσωπα παιδιών που είχαν καεί και των ζώων που είχαν αποτεφρωθεί. Ήταν εικόνες τρόμου».

Ο Κωνσταντίνος Καλαμαράς, πυροσβέστης, αφηγείται στη γαλλική εφημερίδα: «Η νύχτα της Δευτέρας προς την Τρίτη ήταν πολύ σκληρή, τα δώσαμε όλα για να σώσουμε όσους περισσότερους μπορούσαμε. Αλλά ήταν πραγματικά σκηνικό αποκάλυψης. Η εικόνα των παιδιών που είχαν καεί στην αγκαλιά της μητέρας τους με έχει σημαδέψει. Έζησα τη χειρότερη νύχτα στη ζωή μου».

«Μου θύμισε την καταστροφή της Πομπηίας»

Από την πλευρά του ο κ. Κώστας Λαγανός παρομοιάζει το σκηνικό με την καταστροφή της Πομπηίας. «Πέσαμε στη θάλασσα γιατί οι φλόγες μας κυνηγούσαν μέχρι τη θάλασσα. Εκαιγαν την πλάτη μας και πέσαμε στο νερό για να σωθούμε», δηλώνει.

«Μου θύμισε την καταστροφή της πόλης της Πομπηίας όπου χιλιάδες είχαν αποτεφρωθεί από τον Βεζούβιο. Είπα θεέ μου πρέπει να τρέξουμε να γλιτώσουμε και τίποτα άλλο», καταλήγει.