Η έκτακτη είδηση βρήκε τον Νταν Κόατς στην τηλεόραση του NBC: η δημοσιογράφος Αντρεα Μίτσελ του έπαιρνε συνέντευξη στο Ασπεν του Κολοράντο, όπου ο διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ συμμετείχε σε συνέδριο για την ασφάλεια. Ο Λευκός Οίκος μόλις ανακοίνωσε στο Τwitter πως προσκάλεσε τον Βλαντίμιρ Πούτιν να επισκεφθεί την Ουάσινγκτον το φθινόπωρο, τον ενημέρωσε «ζωντανά» η Μίτσελ. «Πώς είπατε;», τη ρώτησε αυτός πριν ξεσπάσει σε ένα γέλιο μεταξύ αμηχανίας και απόγνωσης. «ΟΚ», συνέχισε ο Κόατς. «Θα είναι μοναδικό αυτό». Το ίδιο και η επίμαχη σκηνή, που θα περάσει αναμφίβολα στην Ιστορία.

Γιατί η Ιστορία θα συμπληρώσει πως λίγο νωρίτερα, o Κόατς είχε υπερασπιστεί την ανακοίνωση που είχε εκδώσει τη Δευτέρα, λίγες ώρες μετά τη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Πούτιν στο Ελσίνκι, παίρνοντας ξεκάθαρες αποστάσεις από τη δήλωσή του πως «δεν βλέπει τον λόγο γιατί να αναμείχθηκε» η Ρωσία στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016. «Ηταν σημαντικό να πάρω θέση για λογαριασμό της κοινότητας των υπηρεσιών πληροφοριών» είχε δηλώσει. «Πίστευα ότι έπρεπε να διορθώσω αυτά που ελέχθησαν. Είναι προφανές ότι ευχόμουν να είχε κάνει μια διαφορετική δήλωση. Εκανα απλά τη δουλειά μου». Παράλληλα, είχε ασκήσει εμμέσως πλην σαφώς κριτική στην απόφαση του Τραμπ να συναντηθεί με τον Πούτιν μόνος του, παρουσία μόνο των διερμηνέων. Και είχε εκφράσει την ανησυχία πολλών, στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη, επισημαίνοντας πως δεν γνωρίζει τι διημείφθη μεταξύ των δύο ηγετών.

Με τον Τραμπ να μη δίνει πλήρη απολογισμό, επεσήμαιναν χθες οι «New York Times», κάποιοι αξιωματούχοι ανησυχούν πως το αφήγημα το ελέγχουν πλέον οι Ρώσοι. Την Πέμπτη, το Bloomberg μετέδωσε πως ο Πούτιν πρότεινε στον Τραμπ τη διενέργεια δημοψηφίσματος για τη διευθέτηση της κρίσης στην Ανατολική Ουκρανία, και εκείνος τον κάλεσε να μην αναφερθεί στην πρόταση αυτή δημόσια, ώστε να έχει τον χρόνο να την επεξεργαστεί. «Οι πρόεδροι Τραμπ και Πούτιν συζήτησαν ένα μεγάλο εύρος ζητημάτων εθνικής ασφάλειας στο Ελσίνκι. Η αμερικανική θέση σε ό,τι αφορά την Ουκρανία δεν έχει αλλάξει» περιορίστηκε να σχολιάσει εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας.

Στην πραγματικότητα, μόνο ένας ακόμη αμερικανός πολίτης άκουσε τι ακριβώς είπε ο Τραμπ στον Πούτιν: η διερμηνέας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μαρίνα Γκρος. Οι Δημοκρατικοί ζητούν να προσέλθει στο Καπιτώλιο να καταθέσει. Αλλά δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες να γίνει αυτό –και όχι τόσο λόγω της αντίδρασης των συναδέλφων της διερμηνέων, που υπερηφανεύονται για την «αφάνειά» τους, όσο λόγω της αντίστασης των Ρεπουμπλικανών. Κι ας έχουν πολλοί άνθρωποι ανά τον κόσμο την εντύπωση πως ζουν από την περασμένη Δευτέρα έναν τραγέλαφο.

Αφού πρώτα «άδειασε», στο Ελσίνκι, τις υπηρεσίες πληροφοριών του, και μετά τις κατηγορίες που δέχθηκε ακόμα και για προδοσία, ο Τραμπ δήλωσε πως εμπιστεύεται και στηρίζει τις μυστικές υπηρεσίες του, και στην πραγματικότητα ήθελε να πει πως «δεν βλέπει τον λόγο γιατί να μην αναμείχθηκε» η Ρωσία, αλλά «θα μπορούσαν να είναι και άλλοι, υπάρχουν πολλοί εκεί έξω», και σε κάθε περίπτωση, το εκλογικό αποτέλεσμα, η πολύτιμη νίκη τού εγώ του, «δεν επηρεάστηκε». Κατόπιν τον ρώτησαν αν πιστεύει πως η Ρωσία εξακολουθεί να έχει στο στόχαστρο τις ΗΠΑ. «Οχι», απάντησε. Δεν ήθελε να πει αυτό, παρενέβη αργότερα ο Λευκός Οίκος, έλεγε όχι στις ερωτήσεις γενικότερα. Τραμπ και Πούτιν συμφώνησαν στη συνέχεια εκ του μακρόθεν πως υπάρχουν δυνάμεις στις ΗΠΑ που προσπαθούν να αμαυρώσουν την επιτυχημένη πρώτη τους συνάντηση. Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε πως ο Τραμπ εξακολουθεί να συζητά με την ομάδα του την «απίστευτη πρόταση» του Πούτιν να δοθεί στις ρωσικές Αρχές άδεια να ανακρίνουν 11 αμερικανούς πολίτες, ανάμεσά τους και επιφανείς διπλωμάτες, ώστε να μπορέσει ο ειδικός εισαγγελέας Ρόμπερτ Μιούλερ να ανακρίνει τους 12 πράκτορες του ρωσικού στρατού που κατηγορεί για την προεκλογική παραβίαση των υπολογιστών του Δημοκρατικού Κόμματος. «Είναι μια πρόταση που έγινε με ειλικρίνεια από τον πρόεδρο Πούτιν, αλλά ο πρόεδρος Τραμπ διαφωνεί» επανήλθε στο θέμα η εκπρόσωπος μετά τη νέα θύελλα κι ενώ η Γερουσία εξέφραζε σε ψήφισμα ομόφωνα, γεγονός σπάνιο, την αντίθεσή της.

Κι έπειτα ήρθε η πρόσκληση στον Πούτιν για μια δεύτερη συνάντηση, το φθινόπωρο, κατά πάσα πιθανότητα δηλαδή πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές για την ανανέωση του Κογκρέσου, στην Ουάσιγκτον –πρόταση που η Μόσχα «είναι έτοιμη να συζητήσει». Ο Τραμπ δοκιμάζει μία προσφιλή τακτική του, πετάει την επόμενη «εμπρηστική βόμβα» ώστε να προχωρήσει η ειδησεογραφία. Θα του βγει; Σύμφωνα με δημοσκόπηση του CBS, ένα 70% των Αμερικανών πιστεύει την εκτίμηση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών ότι η Ρωσία αναμείχθηκε και εξακολουθεί να αναμειγνύεται στις δημοκρατικές διαδικασίες τους. Και μόλις ένα 32% των Αμερικανών επιδοκιμάζει τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε ο Τραμπ τη συνάντηση με τον Πούτιν στο Ελσίνκι. Μεταξύ των Ρεπουμπλικανών, ωστόσο, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 51% και 68%.