Τι επιλέξατε για το παιδί σας φέτος το καλοκαίρι; Κάποιο summer camp όπου θα εξασκήσει τα αγγλικά του ή κάποια δραστηριότητα; Μήπως βρήκατε ευκαιρία να του βάλετε μερικές έξτρα ώρες ιδιαίτερων για να το βοηθήσετε να πάει καλά προετοιμασμένο στο σχολείο;

Αρκετοί γονείς σήμερα τείνουν να πιστεύουν ότι το σωστό και το καλύτερο για το παιδί τους είναι να το προετοιμάσουν για το σχολείο, να του δώσουν τα εφόδια για το πανεπιστήμιο και αύριο – μεθαύριο για τον εργασιακό τομέα.

«Οπότε, οι «ευσυνείδητοι» γονείς επιμένουν να πάει καλά το παιδί στο σχολείο, του προσφέρουν ποικιλία εξωσχολικών δραστηριοτήτων καθώς και οργανωμένων «διακοπών» το καλοκαίρι, ώστε το παιδί να αξιοποιήσει τον χρόνο του και να μάθει κάτι» διαπιστώνει η δρ Λίζα Βάρβογλη, ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια και μητέρα τεσσάρων παιδιών.

Το αποτέλεσμα; Το παιδί έχει πολύ λίγο ελεύθερο χρόνο για αυθεντικό παιχνίδι. Και αυτό διότι τον χειμώνα το πρόγραμμα είναι ούτως ή άλλως φορτωμένο από τις σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες, ενώ το καλοκαίρι οι γονείς το φορτώνουν – πάντα από καλή πρόθεση, όπως υπογραμμίζει η δρ Βάρβογλη – με πολλές δομημένες δραστηριότητες «για το καλό του».

«Ξέρουμε από έρευνες πολλών δεκαετιών ότι το ελεύθερο παιχνίδι (και δεν εννοούμε τα ηλεκτρονικά) είναι απαραίτητο για την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Τα σημερινά παιδιά είναι εξουθενωμένα από τον φόρτο εργασίας στο σχολείο, τις διάφορες απαιτήσεις και τον ρυθμό ζωής που δεν επιτρέπει χρόνο παιχνιδιού έξω. Ετσι, στρέφονται σε παθητικό παιχνίδι, δηλαδή σε δραστηριότητες όπως τα ηλεκτρονικά παιχνίδια σε ένα τάμπλετ» σημειώνει η ειδικός.

Η ίδια επικαλείται έναν δημοφιλή αμερικανό ψυχολόγο της παιδικής ηλικίας, τον δρα David Elkind, ο οποίος υπογραμμίζει ότι «το παιχνίδι είναι απαραίτητο για τη θετική ανάπτυξη του ανθρώπου». Και αναγνωρίζει τρία βασικά είδη παιχνιδιού:

·      Το παιχνίδι που διδάσκει στο παιδί έννοιες και ικανότητες.

·      Το παιχνίδι που διδάσκει κοινωνικές δεξιότητες και συνεργασία με τους συνομηλίκους.

·      Και το παιχνίδι που βοηθάει το παιδί να μάθει να διαχειρίζεται το στρες και τα έντονα συναισθήματα.

Κοινός παρονομαστής είναι ότι το παιδί ξεκινάει αυθόρμητα το παιχνίδι, το ορίζει και το κατευθύνει το ίδιο και δεν υπάρχει παρέμβαση ή καθοδήγηση από ενηλίκους.

«Εργασία». Το παιχνίδι είναι σοβαρή και σημαντική δραστηριότητα για τα παιδιά. Σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ένα άλλο «σχολείο» όπου τα παιδιά θα αποκτήσουν ποικίλες δεξιότητες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην ενήλικη ζωή.

«Αν ένα παιδί πάρει χαρτί και μαρκαδόρους και αρχίσει να ζωγραφίζει, αυτό είναι ελεύθερο παιχνίδι. Αν του πάρουμε έναν δάσκαλο ζωγραφικής, αυτό γίνεται μάθημα και το παιδί δεν παίζει πια – παρόλο που μπορεί να ευχαριστιέται την εμπειρία» διευκρινίζει η δρ Βάρβογλη. Η Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία ορίζει ότι τα παιδιά πρέπει να έχουν τουλάχιστον εξήντα λεπτά την ημέρα ελεύθερο παιχνίδι έξω από το σπίτι. «Οι αυριανοί ενήλικοι θα χρειαστούν ικανότητες που δεν διδάσκονται, αλλά μαθαίνονται μέσα από πρακτική εξάσκηση: δημιουργικότητα, καινοτομία, νέες ιδέες, συνεργασία, ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, συνεργασία. Αυτές είναι δεξιότητες που απαιτούνται από την παγκόσμια οικονομία και διδάσκονται ήδη από την παιδική ηλικία, μέσα από το παιχνίδι» προσθέτει η ειδικός.

Τι είναι τόσο σημαντικό; Την ώρα του ομαδικού παιχνιδιού προκύπτουν κατά κανόνα διαφωνίες, διχογνωμία, διαφορετικές απόψεις. Αυτό δεν είναι ανάγκη να οδηγήσει σε τσακωμό, «καθώς το παιδί αντιλαμβάνεται ότι αν καβγαδίσει, τότε το παιχνίδι θα τελειώσει και αυτό δεν θα είναι ευχάριστο για κανέναν».

Συνεπώς, με τον τρόπο αυτόν οι μπόμπιρες μαθαίνουν να διαχειρίζονται τις συγκρούσεις, καθώς το πάθημα γίνεται μάθημα. «Επιπλέον, μέσα από το παιχνίδι τα παιδιά μαθαίνουν να συνεργάζονται, να μοιράζονται, να περιμένουν τη σειρά τους, να γίνονται αρχηγοί και να αποφασίζουν, αλλά και να επιτρέπουν σε κάποιον άλλον να αποφασίσει, να δημιουργούν κανόνες και να ακολουθούν δημοκρατικές διαδικασίες» εξηγεί η ειδικός.

Παράλληλα, το παιχνίδι είναι το όχημα της μάθησης, καθώς μέσα από μια δραστηριότητα που το ευχαριστεί (π.χ. παιχνίδι στην άμμο με τα κουβαδάκια) μπορεί να κατανοήσει μια βασική αρχή ευκολότερα σε σχέση με τη θεωρία. Για παράδειγμα, αν έχουμε ένα ποτήρι νερό σε ψηλό και στενό ποτήρι πρώτα και μετά μεταφέρουμε την ίδια ποσότητα σε ένα κοντό και φαρδύ ποτήρι, το παιδί δεν καταλαβαίνει θεωρητικά ότι η ποσότητα δεν αλλάζει. Αν πειραματιστεί το ίδιο, τότε θα αντιληφθεί και θα εμπεδώσει την έννοια αυτή.

Εν τω μεταξύ, αρκετοί γονείς ανησυχούν όταν τα μικρά τους παίζουν με όπλα, στρατιωτάκια, ή ρόλους όπου σκοτώνουν τον κακό εξαιτίας της «βίας». Στην πράξη όμως, με τον τρόπο αυτόν τα παιδιά αποκτούν δύναμη και έλεγχο και νιώθουν ότι μετράνε. «Αισθάνονται ότι τα καταφέρνουν, έχουν δύναμη και μπορούν να νικήσουν στη ζωή. Για να βγει κανείς στον κόσμο μεγαλώνοντας, να πάρει ρίσκα και να πάρει ηθικές αποφάσεις για σημαντικά ζητήματα, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, θα πρέπει να νιώθει ότι η παρουσία του μετράει».

Εξίσου σημαντικό είναι ότι το παιχνίδι λειτουργεί ως «καθρέφτης», καθώς το παιδί ανακαλύπτει τι του αρέσει, τι όχι, σε τι είναι καλό, πού χρειάζεται να εξασκηθεί και να βελτιωθεί. «Αυτή η διαδικασία είναι πολύ προτιμότερη από το να πουν τα ίδια πράγματα στο παιδί οι γονείς, οι δάσκαλοι ή οι προπονητές. Γι’ αυτό και είναι σημαντικό να δίνουμε στα παιδιά ευκαιρίες να δοκιμάζουν ποικίλες δραστηριότητες μέχρι να αποφασίσουν ποιες τους αρέσουν περισσότερο και να αφοσιωθούν σε αυτές».

Και βέβαια η ελεύθερη ώρα, χωρίς περιορισμούς ή την καθοδήγηση των μεγάλων προάγει τη δημιουργικότητα, μια δεξιότητα που όλες οι μεγάλες εταιρείες αναζητούν στους εργαζομένους τους. «Η δημιουργικότητα, η ικανότητα να «συνδέει κανείς τις κουκίδες» και να βγάζει ένα συμπέρασμα είναι κατεξοχήν γνώρισμα των πετυχημένων ανθρώπων» καταλήγει η δρ Βάρβογλη.