Γιατί ο δείκτης της ζυγαριάς αντί να πέφτει ανεβαίνει σταθερά; Σουηδοί επιστήμονες φαίνεται ότι βρήκαν την απάντηση, με τους ίδιους να σημειώνουν ότι σε κάποιες περιπτώσεις η παρατεταμένη αύξηση του σωματικού βάρους πιθανόν να σχετίζεται με αδυναμία του οργανισμού να μεταβολίζει το λίπος.

Ειδικότερα, και όπως υπογραμμίζουν οι επιστήμονες του πανεπιστημίου Ιατρικής «Ινστιτούτο Καρολίνσκα» στην έρευνά τους που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση «Cell Metabolism», τα «ευαίσθητα» άτομα πιθανόν να χρειάζονται να κάνουν πιο εντατικές αλλαγές στη ζωή τους προκειμένου να αποφύγουν το υπερβολικό βάρος και την ανάπτυξη διαβήτη II.

Μάλιστα, το επόμενο βήμα των σουηδών επιστημόνων είναι να δημιουργήσουν ένα εργαλείο μέτρησης βάσει συγκεκριμένων κλινικών και βιοχημικών παραμέτρων που θα αξιολογεί την ικανότητα του οργανισμού να διασπά το λίπος. Είναι γεγονός ότι η ιατρική κοινότητα ανά τον κόσμο έχει βάλει εδώ και αρκετά χρόνια στο στόχαστρο την παχυσαρκία, καθώς εξελίσσεται σε μάστιγα του σύγχρονου κόσμου, δεδομένου ότι σχετίζεται και με μια σειρά σοβαρών παθήσεων.

Εκτός όμως από τους «κλασικούς» παράγοντες, όπως είναι η διατροφή και η σωματική άσκηση, οι ειδικοί υποψιάζονταν ότι οι φυσιολογικές διαφορές στον μεταβολισμό από άνθρωπο σε άνθρωπο – με αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση και στην αύξηση του σωματικού βάρους – παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο.

«Υπήρχε η υποψία της ύπαρξης ενός φυσιολογικού μηχανισμού στον λιπώδη ιστό που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί ορισμένοι άνθρωποι είναι υπέρβαροι και άλλοι όχι, παρά τις ομοιότητες στον τρόπο ζωής τους. Τελικά εντοπίσαμε έναν» σημειώνει σε σχετικό δελτίο Τύπου που εξέδωσε το Ινστιτούτο Καρολίνσκα ο καθηγητής Κλινικής και Πειραματικής έρευνας στον λιπώδη ιστό, Mikael Ryden.

Για τη διεξαγωγή της έρευνας οι ειδικοί εξέτασαν δείγματα υποδόριου λιπώδους ιστού που αφαίρεσαν από το στομάχι γυναικών πριν και μετά από μία περίοδο 10 ετών. Αυτό που ανακάλυψαν ήταν ότι η ικανότητα της απελευθέρωσης λιπαρών οξέων από τον λιπώδη ιστό (λιπόλυση) στο πρώτο δείγμα ιστού θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μέτρο πρόβλεψης σχετικά με το ποιες γυναίκες θα ανέπτυσσαν διαβήτη ΙΙ έως το τέλος της μελέτης.

«Ο μηχανισμός που ανακαλύψαμε θα μπορούσε να παρομοιαστεί με αυτόν ενός αυτοκινήτου. Παρ’ όλο δηλαδή που έχει υψηλές στροφές, έχει χάσει την ικανότητά του να αυξάνει ταχύτητα όταν χρειάζεται» λέει ο καθηγητής Ryden. «Το αποτέλεσμα είναι ότι τα λιπώδη κύτταρα παίρνουν περισσότερο λίπος από αυτό που μπορούν να μεταβολίσουν» καταλήγει.