Η απόφαση της αντιπολίτευσης, της ΝΔ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης να μην ψηφίζει τα «δύσκολα» νομοσχέδια που δεν μπορεί να περάσει μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να μην απογοητεύσει το κοινό του ο συνεταίρος του Πάνος Καμμένος, υπέστη ενός είδους κριτική. Σε μια περίπτωση, στην περίπτωση της ΔΗΜΑΡ, η κριτική μεταφράζεται σε κοινοβουλευτική διαφοροποίηση. Ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ, Θανάσης Θεοχαρόπουλος, έκανε σαφές ότι το κόμμα του, δηλαδή ο ίδιος, θα υπερψηφίζει στη Βουλή τα νομοσχέδια που αφορούν κοινωνικά δικαιώματα και ελευθερίες.

Η αλήθεια είναι ότι χωρίς τις ψήφους της αντιπολίτευσης, το πλειοψηφούν κυβερνητικό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα μπορούσε να φέρει στη Βουλή νομοσχέδιο που δεν θα έχει την έγκριση των κεντροδεξιών πατριωτών, συντρόφων της ΑΝΕΛ. Το αμέσως προσεχές διάστημα, δηλαδή, η κυβερνητική πλειοψηφία θα συνειδητοποιήσει ότι δεν θα έχει την πλειοψηφία, τη στήριξη δηλαδή της αντιπολίτευσης, σε νομοσχέδια όπως η κατοχύρωση της νομικής αναγνώρισης ταυτότητας φύλου. Γι’ αυτό δεν θα φέρει τα νομοσχέδια στη Βουλή επειδή δεν τα εγκρίνει ο συνεταίρος της, προκειμένου να μη δοθεί η εντύπωση ότι η κυβέρνηση δεν έχει τη συνοχή που της εξασφαλίζει τη δυνατότητα να νομοθετεί, κάτι που συμβολικά μπορεί να ερμηνευθεί και ως απώλεια της «δεδηλωμένης».

Αλλά σε αυτή την περίπτωση, λένε όσοι διαφωνούν με την κοινή επιλογή ΝΔ και ΔΗΣΥ, πλήττεται η ανοιχτή κοινωνία.

Η άποψη αυτή παραμερίζει τη μεγάλη εικόνα της κυβέρνησης και μένει σε επιμέρους κοινά και στις διεκδικήσεις τους. Προϋποθέτει, όμως, ότι όσοι διεκδικούν είναι μια ομάδα ξεκομμένη από τα μεγαλύτερα διακυβεύματα της πολιτικής. Μια κοινωνική ομάδα όπως π.χ. η ΛΟΑΤ κοινότητα δεν είναι κλαδικό σωματείο, δεν είναι συντεχνία, δεν είναι το σωματείο των ταξιτζήδων, δεν μπορεί δηλαδή να νοιάζεται μόνο για τα θέματά της και όλος ο υπόλοιπος κόσμος ας πάει να πνιγεί. Ενα νομοσχέδιο για την ταυτότητα φύλου δεν μπορεί να αλλάξει τις προτεραιότητες –την κατάρρευση της χώρας, τη μετατροπή της σε αποτυχημένο κράτος, τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, την καταστροφή της επιχειρηματικότητας αλλά και του περιβάλλοντος, τη χειραγώγηση των πολιτών, τη βαριά φορολογία, τη μεταρρυθμιστική αδυναμία της, τη διάλυση της εκπαίδευσης… (Παρά την κυβερνητική υποκρισία και στο Μεταναστευτικό, θα μπορούσε πάντως να δοθεί στήριξη μόνο σε ένα επείγον νομοσχέδιο: για την απόδοση ιθαγένειας σε παιδιά μεταναστών).

Κατά τα άλλα, ο ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με τους ΑΝΕΛ, έχει αποδεχθεί, με τα Μνημόνια που υπέγραψε, τη μεταρρυθμιστική διαδρομή της χώρας, έστω σε αντάλλαγμα της επιβίωσής της με τη συνδρομή των εταίρων μας. Αλλά δεν γίνεται πρόσωπα όπως ο Πολάκης, ο Κουρουμπλής, ο Καμμένος, ο Σταθάκης, η Φωτίου, ο Γαβρόγλου, ο Τσίπρας να κανιβαλίζουν τους αντιπάλους τους, και το κόμμα να ζητιανεύει την ψήφο τους για νομοσχέδια που, αν τα ψήφιζαν οι συνεταίροι τους, θα έχαναν τους πελάτες τους.

Δεν γίνεται, δηλαδή, η αντιπολίτευση να δίνει εν λευκώ ψήφο εμπιστοσύνης στο όνομα της ανοιχτής κοινωνίας σε ένα κόμμα που στην ουσία δεν πιστεύει σ’ αυτή. Τα κορόιδα τελείωσαν.