Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να σιγοβράζει. Οργή υπάρχει για τον Καμμένο και τους χειρισμούς του όχι μόνο για την περίπτωση Γιαννουσάκη – «Noor 1» αλλά γενικότερα για τη στάση του ως κυβερνητικού εταίρου. Ετσι, δεν είναι λίγα τα στελέχη της Κουμουνδούρου που έχουν επισημάνει σε ανύποπτο χρόνο το ετερόκλητο της κυβερνητικής συμμαχίας ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Μέχρι στιγμής, όμως, αποφεύγουν να τοποθετηθούν ειδικά για την υπόθεση «Noor 1». Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τυχόν νέες αποκαλύψεις για τον Καμμένο θα συνεχίσουν να κρατούν τα στόματα κλειστά, αφού ήδη σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις κάποιοι δηλώνουν ενοχλημένοι από τις «παρακρατικές μεθόδους» που χρεώνονται στον υπουργό Αμυνας.
Ο Νίκος Φίλης, πάντως, είναι ο πρώτος που τάχθηκε χθες υπέρ της Εξεταστικής Επιτροπής. «Δεν θα είχα αντίρρηση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα εντασσόταν σε ένα πλαίσιο κομματικής αντιδικίας, το οποίο θα παρεμπόδιζε το έργο της Δικαιοσύνης» δήλωσε χθες ο πρώην υπουργός (iefimerida.gr), ενώ στο κομματικό παρασκήνιο καταγράφονται ανάλογες δηλώσεις από αρκετούς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Την μήνιν των κυβερνητικών στελεχών γνώρισαν οι δικαστές του Ανώτατου Ακυρωτικού και για την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Μόνο που και η υπόθεση αυτή γύρισε μπούμερανγκ στην κυβέρνηση με τη γνωμοδότηση του Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου για επτά άδειες. Η περιβόητη γνωμοδότηση του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας που κράδαινε ο Νίκος Παππάς εξαφανίστηκε, αλλά ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής κατηγορεί τη ΝΔ επειδή είχε ζητήσει… απεριόριστο αριθμό αδειών. Δεν υπάρχει κάτι, ωστόσο, που να ακυρώνει το γεγονός ότι η κυβέρνηση υπέστη και στον τομέα αυτό –και γενικότερα στην προσπάθειά της να ποδηγετήσει τα μέσα ενημέρωσης –μια στρατηγική ήττα.
Το ενδιαφέρον στοιχείο σε όλα αυτά είναι πως η κυβέρνηση, ως προς την επικοινωνιακή της τακτική, αφήνει σε δεύτερο πλάνο το success story που υποστηρίζει ότι υπάρχει στην οικονομία μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αντιθέτως, υιοθετεί το δόγμα «η επίθεση είναι η καλύτερη άμυνα» και απαντά στη ΝΔ και στο ΠΑΣΟΚ με περισσότερη σκανδαλολογία. Με υποθέσεις δηλαδή από το παρελθόν, οι οποίες δίνουν έμφαση στην περίοδο Σημίτη και καταλήγουν έως τη συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ επί Σαμαρά. Οι κακές γλώσσες ωστόσο παρατηρούν ότι απουσιάζει η περίοδος 2004-2009, τροφοδοτώντας ξανά σενάρια για «υπόγειες διαδρομές» μέρους του ΣΥΡΙΖΑ με την καραμανλική πτέρυγα της ΝΔ.
Σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», ο Τσίπρας θα επιχειρήσει να αναστρέψει το κλίμα με θετική ατζέντα. Αφετηρία θα αποτελέσει η συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα γίνει εντός του μηνός και θα έχει διπλό ρόλο. Αφενός, θα λειτουργήσει ως αμορτισέρ για να απορροφήσει τους κραδασμούς από την υπόθεση Καμμένου –ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι βουλευτές και κομματικά στελέχη θα βγάλουν τα… εσώψυχά τους. Ούτως ή άλλως, όλοι γνωρίζουν ότι ο Πρωθυπουργός κρατά στα χέρια του το όπλο του ανασχηματισμού, ο οποίος είναι πολύ πιθανό να γίνει λίγο πριν ή λίγο μετά τη ΔΕΘ, δηλαδή τέλη Αυγούστου ή αρχές Σεπτεμβρίου. Οπερ σημαίνει πως και οι ίδιοι, μπροστά στο ενδεχόμενο αξιοποίησής τους στο κυβερνητικό σχήμα, δεν θα έχουν λόγο να ανοίξουν μέτωπα.
Ειδικά για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ειλημμένη απόφαση της κυβέρνησης είναι η καθιέρωση απλής αναλογικής, στα πρότυπα του εκλογικού νόμου, αλλά δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη αν θα αλλάξει ή όχι ο χρόνος διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών. Ενα σενάριο θέλει την κυβέρνηση να επαναφέρει την τετραετία, κάτι το οποίο σημαίνει ότι οι κάλπες για δημάρχους και περιφερειάρχες θα στηθούν το φθινόπωρο του 2018. Αυτό θα έδινε υπό προϋποθέσεις την ευκαιρία να λειτουργήσουν εκτονωτικά σε περίπτωση ταυτόχρονης διεξαγωγής πρόωρων βουλευτικών εκλογών. Με αυτή τη λογική μια δεύτερη κάλπη, αν οι εθνικές εκλογές γίνουν στο τέλος της τετραετίας, όπως ισχυρίζεται ο Πρωθυπουργός, μπορεί να είναι π.χ. μια κάλπη δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση, η οποία θα απορροφήσει τις αντιδράσεις και τη δυσαρέσκεια του κόσμου και θα δώσει την ευκαιρία στον ΣΥΡΙΖΑ να ελπίζει για κάτι καλύτερο στις βουλευτικές εκλογές.