Μακριά από τις αρχικές προσδοκίες, δύσκολη και γεμάτη παγίδες, εκτιμάται ότι θα είναι η πολυαναμενόμενη πρώτη συνάντηση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με τον ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν, την Παρασκευή, στο περιθώριο της συνόδου της G20.

Συρία, Ουκρανία, Βόρεια Κορέα, καταπολέμηση της τρομοκρατίας: τα θέματα τα οποία ενδεχομένως θα συζητήσουν οι δύο ηγέτες είναι πολλά και ακανθώδη. Ομοίως και τα ερωτηματικά σχετικά με αυτήν τη συνάντηση: Θα αναφερθεί ο Τραμπ στη φερόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ; Σε ποιον βαθμό η έρευνα που διεξάγεται εις βάρος του από το FBI για τους φερόμενους δεσμούς μεταξύ στενών συνεργατών του και του Κρεμλίνου θα επηρεάσει τη συζήτηση;

Προς το παρόν και οι δύο πλευρές παραμένουν ασαφείς σε ό,τι αφορά το σχήμα, τη διάρκεια, και την ατζέντα της συνάντησης αυτής, το αποτέλεσμα της οποίας θα βρεθεί στο επίκεντρο της προσοχής στην Ουάσινγκτον, όπου πολλοί ρεπουμπλικάνοι βουλευτές ζητούν να αντιμετωπιστεί με μεγαλύτερη αυστηρότητα η Μόσχα.

«Η συνάντηση αυτή είναι κρίσιμη για τη σταθερότητα και τη διεθνή ασφάλεια», δήλωσε ο Γιούρι Ουσάκοφ σύμβουλος του Κρεμλίνου, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.

Ο αμερικανός στρατηγός ΜακΜάστερ, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τραμπ, διαβεβαίωσε από την πλευρά του ότι «δεν υπάρχει συγκεκριμένη ατζέντα». Σε κάθε περίπτωση, πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι ο αμερικανός πρόεδρος νπρέπει να βρει τη χρυσή τομή.

«Η σχέση είναι τόσο δηλητηριασμένη, ώστε είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια θεαματική πρόοδο», υπογράμμισε ο Μάικλ Ο’Χάνλον ειδικός του Brookings Institute.

«Ο Τραμπ πρέπει να είναι ευγενικός, όμως αυστηρός, όχι πολύ φιλικός. Αν θέλει να βελτιώσεις τις σχέσεις των ΗΠΑ με τη Ρωσία, πρέπει πρώτα να εξετάσει τις πραγματικές ανησυχίες σχετικά με την πρόσφατη συμπεριφορά της Ρωσίας.

Διαφορετικά, ο Πούτιν κινδυνεύει να πιστέψει πως μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και το Κογκρέσο θα εξοργιστεί από την πολιτική του αναφορικά με τη Ρωσία», προσθέτει.

Αν θέλει να κάνει μια κίνηση καλής θέλησης προς τη Μόσχα, ο αμερικανός πρόεδρος μπορεί να άρει ένα μέρος των κυρώσεων που επέβαλε η κυβέρνηση Μπαράκ Ομπάμα στις ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών.