Μετά τη Σταύρωση, σε όρους χριστιανισμού, πάντα έρχεται η Ανάσταση. Στην πολιτική, η αλληλουχία των γεγονότων δεν μπορεί να προβλεφθεί.

Μετά τη σταύρωση με αλλεπάλληλες υπαναχωρήσεις σε απαιτήσεις πρόσθετων σκληρών μέτρων κοντά στα 4 δισ. ευρώ, η ανάσταση με άμεση ολοκλήρωση της συμφωνίας κάθε άλλο παρά προδιαγεγραμμένη είναι. Ο δρόμος προς την επιδιωκόμενη παγκόσμια συμφωνία για το ελληνικό ζήτημα ταυτίζεται με πορεία σε ναρκοπέδιο και ακόμα και σήμερα το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση παραμένει μετέωρο. Με πρόοδο, αλλά χωρίς συμφωνία.

Πριν από λίγες μέρες στην κυβέρνηση έβλεπαν μια συμφωνία με τους δανειστές να βρίσκεται προ των πυλών. Στη Μάλτα. Χθες ο Ντεϊσελμπλούμ είπε πρακτικά «Μάλτα γιοκ».
Μια εβδομάδα νωρίτερα, όταν Τσακαλώτος, Αχτσιόγλου, Σταθάκης και Χουλιαράκης κλείστηκαν σε μια αίθουσα συσκέψεων στις Βρυξέλλες για να ξεμπλοκάρουν τη διαπραγμάτευση, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να καταπατήσει πολλές από τις κόκκινες γραμμές της. «Τα μεσάνυχτα της Πέμπτης 23 Μαρτίου σήκωσαν λευκό μαντίλι» αναφέρει πηγή με γνώση των όσων συζητήθηκαν.
Η κυβέρνηση αποδέχθηκε ψήφιση μέτρων ύψους 2% του ΑΕΠ για την περίοδο μετά την προβλεπόμενη (έως σήμερα) λήξη του Μνημονίου, στα μέσα του 2018, μοιρασμένα στις πλάτες των συνταξιούχων και των φορολογουμένων. Στη συνέχεια αποδέχθηκε και τα αντίμετρα με τη συνταγή του ΔΝΤ. Χωρίς μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 35% όπως πανηγύριζε στις 20 Φεβρουαρίου, χωρίς μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και την ενέργεια, αλλά με μείωση του συντελεστή φόρου για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26%, ενδεχόμενη μείωση του πρώτου συντελεστή φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων από το 22% στο 20% και κάποια σχέδια επιδομάτων στις πλέον ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Ακόμα και το κάστρο της πώλησης μονάδων της ΔΕΗ έπεσε με αντάλλαγμα έναν συμβιβασμό, υψηλού πολιτικού συμβολισμού για την κυβέρνηση, στα εργασιακά. Η αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων έφυγε από το πλάνο και όλο το παιχνίδι φαινόταν να παίζεται πλέον στις διατυπώσεις, οι οποίες θα άνοιγαν κάποιο παράθυρο μελλοντικής και υπό όρους επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Το «κλειδί» του 2019

Το αρχικό σενάριο των δανειστών, από τη στιγμή που πατήθηκε η κυβερνητική κόκκινη γραμμή για πρόσθετα μέτρα, δεν ήταν τόσο άβολο πολιτικά. Προέβλεπε μείωση του αφορολόγητου ορίου το 2019 στα 5.600-5.900 ευρώ με στόχο πρόσθετα έσοδα κοντά στα 2 δισ. ευρώ και περικοπές στις συντάξεις το 2020, ώστε να υπάρξουν επιπρόσθετες εξοικονομήσεις δαπανών 2 δισ. ευρώ, ανοίγοντας παράλληλα ένα παράθυρο αντιμέτρων ύψους 2% του ΑΕΠ, τα οποία υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν μαζί με τα σκληρά μέτρα.
Στον εκλογικό σχεδιασμό της κυβέρνησης, με προσφυγή στην κάλπη στην εξάντληση της τετραετίας, οι περικοπές στις συντάξεις δεν θα είχαν ακόμα επιβληθεί, ενώ υπό την προϋπόθεση υπέρβασης στον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ το 2018 (κάτι που θεωρεί δεδομένο το οικονομικό επιτελείο) τα πρώτα αντίμετρα θα είχαν κάνει την εμφάνισή τους. Αν στο μεταξύ είχε κλείσει η παγκόσμια συμφωνία με μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος (όπου ακόμα δεν είναι ξεκάθαρη η εικόνα αναφορικά με τη στάση της ευρωζώνης και του ΔΝΤ), συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και επαναφορά σε τροχιά δυναμικής ανάπτυξης, η κατάσταση θα μπορούσε να είναι διαχειρίσιμη.
Το σενάριο αυτό όμως άρχισε να μπάζει νερά όταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ζήτησε εμπροσθοβαρή περικοπή των συντάξεων το 2019, υπό την απειλή ακριβώς του εκλογικού κύκλου. Δεν είναι ασύνηθες στην Ελλάδα η αλλαγή κυβερνήσεων να ταυτίζεται με προσπάθειες επαναδιαπραγμάτευσης ήδη ψηφισμένων μέτρων.

Το Ταμείο έχει καταστήσει απολύτως ξεκάθαρο πως θα απαιτήσει πολιτικές εξασφαλίσεις για την τήρηση της συμφωνίας κατά γράμμα. Σύμφωνα με μια ευρωπαϊκή πηγή μάλιστα, θα πρέπει να θεωρείται ιδιαιτέρως πιθανό το σενάριο σύνδεσης της υλοποίησης των όποιων αποφάσεων για τη μελλοντική διευθέτηση του δημόσιου χρέους με μια μορφή μνημονίου υποχρεώσεων εφαρμογής των προσυμφωνηθέντων μέτρων. Η ολοκλήρωση των μέτρων του Μνημονίου έως στα μέσα του 2018 δεν αποκλείεται να είναι μία μόνο από τις προϋποθέσεις ενεργοποίησης των μέτρων για το χρέος, όταν αποφασιστούν.

Η εμπλοκή

Στο αγκάθι που ανέκυψε, στο θέμα των συντάξεων, η κυβέρνηση απάντησε με επιστολή (e-mail για την ακρίβεια) από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, αφού νωρίτερα, κατά τις πληροφορίες, ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε απορρίψει το ενδεχόμενο συναίνεσης σε μαχαίρι μια κι έξω των συντάξεων το 2019.

Το ΔΝΤ, από την πλευρά του, θεωρούσε ότι το κεφάλαιο της διαπραγμάτευσης για τις συντάξεις είχε κλείσει. Το άνοιγμα του κεφαλαίου εκ νέου, μέσω της επιστολής Τσακαλώτου, φέρεται να προκάλεσε την αντίδραση του ΔΝΤ.

Στην επιστολή, κατά πληροφορίες, η κυβέρνηση ζητούσε κλιμακωτή περικοπή των συντάξεων σε βάθος χρόνου, θέση την οποία υποστήριξε και η Κομισιόν, με ευρωπαϊκές πηγές να περιγράφουν ως έναν «λογικό ορίζοντα την περίοδο 2019-21».
Υστερα από αυτό το πισωγύρισμα, κατά την άποψη του ΔΝΤ, το Ταμείο επανέφερε στο τραπέζι την απαίτηση αύξησης του ορίου των ομαδικών απολύσεων από το 5% στο 10%, αλλά και του λοκάουτ (της δυνατότητας ανταπεργίας των εργοδοτών) και εκεί που κυβερνητικές πηγές έβλεπαν το απόγευμα της Πέμπτης απόφαση του EuroWorking Group για επιστροφή του κουαρτέτου από την ερχόμενη Δευτέρα, μια τέτοια εξέλιξη δεν επιβεβαιώθηκε.

Οπως ανέφερε χθες η εκπρόσωπος Τύπου της Κομισιόν Ανίκα Μπράιντχαρτ, «οι συζητήσεις εξελίσσονται σε διάφορα επίπεδα από τα αρχηγεία των θεσμών και αυτές θα πρέπει να ανοίξουν τον δρόμο για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα με στόχο να κλείσει γρήγορα η αξιολόγηση, αλλά δεν υπάρχει ακόμα συγκεκριμένη ημερομηνία».

Κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι άμεσα θα υπάρξει σήμα από τους θεσμούς για την επιστροφή τους στην Αθήνα για να κλείσει η συμφωνία.

Η Μάλτα φεύγει

Το βασικό πρόβλημα είναι ότι ακόμα συμφωνία –επί των μέτρων –δεν υπάρχει. Ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντεϊσελμπλούμ δήλωσε χθες το μεσημέρι από τη Χάγη «ελπίζω να μπορέσουμε να εγκρίνουμε σύντομα μια συμφωνία, αλλά αυτό δεν θα είναι στις 7 Απριλίου στη Βαλέτα, είναι πολύ νωρίς», αν και σημείωσε ότι έχει γίνει μεγάλη πρόοδος μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και της Ελλάδας.
«Είναι πάντα δυνατό να συγκληθεί ένα έκτακτο Eurogroup. Αυτό δεν είναι μια ανακοίνωση, αλλά υπάρχει η δυνατότητα αυτή» πρόσθεσε.
Κατά τις εκτιμήσεις της Citigroup, μετά την αλλαγή δεδομένων, το νέο ορόσημο πλέον είναι η 22α Μαΐου, η επόμενη τακτική συνεδρίαση του Συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης.

«Οι προσδοκίες για επίτευξη τεχνικής συμφωνίας ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους πιστωτές στο Eurogroup της 7ης Απριλίου στη Μάλτα έχουν απομακρυνθεί» υπογραμμίζει ο αμερικανικός οίκος, επισημαίνοντας ότι η Σύνοδος του ΔΝΤ στις 22-23 Απριλίου ενδέχεται να ρίξει περισσότερο φως αναφορικά με τις προθέσεις του Ταμείου για συμμετοχή στο τρίτο πρόγραμμα, αναδεικνύοντας ως πιθανότερη ημερομηνία συμφωνίας την 22α Μαΐου.

Ζυμώσεις

Ευρωπαϊκές πηγές ανέφεραν χθες ότι οι εκπρόσωποι Κομισιόν, ΕΚΤ και ESM –το ευρωπαϊκό σκέλος του κουαρτέτου δηλαδή –είναι με τις βαλίτσες στο χέρι για να μη χαθεί ακόμα μια φορά το μομέντουμ της συμφωνίας με την ελληνική κυβέρνηση. Εστω και λίγο αργότερα από τις 7 Απριλίου. Οχι όμως τόσο μακριά όσο θεωρείται η 22α Μαΐου.

Το κλειδί των εξελίξεων κρατά και πάλι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο σε συνάρτηση με τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης. Ο Πολ Τόμσεν ήταν αυτός που, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, θα έδινε χθες το σήμα αν και πότε θα συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις επί ελληνικού εδάφους. Και όλες οι ενδείξεις συνέκλιναν στη διατήρηση της απαίτησης περικοπής περίπου 2 δισ. ευρώ από τις καταβαλλόμενες συντάξεις, μια κι έξω το 2019. Μάλιστα, σύμφωνα με μια πηγή, κάποια στιγμή, όταν τα πράγματα ζόρισαν στις συζητήσεις, έπεσε στο τραπέζι ακόμα και η πρόταση τα μέτρα να αρχίσουν να εφαρμόζονται από το 2018. Ο απόλυτος εφιάλτης στον δρόμο με τις νάρκες.