Ο υπουργός Οικονομικών παραδέχθηκε το λάθος της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αναφορικά με την υπερφορολόγηση, αποδεχόμενος ότι με τους φόρους που αποφασίστηκαν έχουν ζοριστεί τα μεσαία στρώματα, γιατί, όπως είπε, «δόθηκε προτεραιότητα στους απόλυτα φτωχούς». Στην αυτοκριτική του είπε επίσης ότι η κυβέρνηση έκανε λάθος στην πρόβλεψη για το πόσο γρήγορα μπορεί να αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά κι έτσι το βάρος έπεσε μοιραία στους συνήθεις υπόπτους. Η πάταξη της φοροδιαφυγής ηχεί πλέον στα αφτιά του μέσου ψηφοφόρου ως το συντομότερο ανέκδοτο προεκλογικής εξαγγελίας –ήταν όμως βασικό συστατικό της καμπάνιας του ΣΥΡΙΖΑ πριν γίνει κυβέρνηση: Οι «άλλοι» τα πιάνανε, δεν θέλανε να την αντιμετωπίσουν, ήταν σε λίστες, δεν μπορούσαν κι άλλα χαριτωμένα. Ο βασικότερος λόγος που ένα μεγάλο κομμάτι της μεσαίας τάξης, απηυδισμένο από τον ΕΝΦΙΑ της κυβέρνησης Σαμαρά, τις συνεχείς περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, τις αυξήσεις στον ΦΠΑ, ψήφισε τον Αλέξη Τσίπρα το 2015, ήταν αυτός: Να μπει ένα τέλος στη συνεχή φορολογική αφαίμαξη.

Αν το περίφημο mail Χαρδούβελη της εποχής Σαμαρά αντιμετωπιζόταν από την τότε αντιπολίτευση ως το σύμβολο ακραίας λιτότητας, σήμερα θα το βλέπαμε μάλλον ως μια όαση ευημερίας. Πίσω από τις υπερβολές, υπάρχει μια αναμφισβήτητη αλήθεια για τη σημερινή κυβέρνηση: σχεδίασε μια νοητή φορολογική γραμμή η οποία χωρίζει τον σκληρό πυρήνα των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ από τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα. Μετέφερε έτσι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των φορολογικών αλλά και των ασφαλιστικών βαρών στα πιο δυναμικά κομμάτια που πληρώνουν πλέον δυσανάλογα το δυσβάσταχτο κόστος των πρωτογενών πλεονασμάτων του προϋπολογισμού. Ενός πλεονάσματος που δεν προκύπτει από την υπεραπόδοση της οικονομίας, από την ανάπτυξη, από νέες επενδύσεις, από κέρδη ή τις υπεραξίες των υπηρεσιών και προϊόντων. Αλλά αποκλειστικά και μόνο από την υπερφορολόγηση.

Το δυστύχημα είναι ότι κυβέρνηση και δανειστές εξακολουθούν να διαπραγματεύονται ένα φορολογικό μείγμα που θα κόψει άλλο ένα 2% του ΑΕΠ, με έξτρα φορολόγηση και περικοπές στις συντάξεις τα επόμενα χρόνια. Ο κ. Τσακαλώτος βέβαια εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει προστατεύει τα φτωχά στρώματα –αν και όλος ο δυτικός κόσμος δημιουργεί δίχτυ προστασίας για τις ευάλωτες ομάδες μέσα από την ανάπτυξη και όχι την υπερφορολόγηση –κι αυτό φαίνεται ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το πολιτικό επιχείρημα μιας κυβέρνησης που εγκλωβίστηκε μέσα στις ιδεοληψίες της και βύθισε την οικονομία σε μια διετία ύφεσης από την οποία τίποτε δεν προμηνύει ότι θα βγει.

Οταν πριν από ένα χρόνο η κυβέρνηση διαπραγματευόταν το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης, υπουργός που έχει πλέον αλλάξει σήμερα χαρτοφυλάκιο συζητούσε σε ένα πηγαδάκι δημοσιογράφων για το εάν η πρόταση επιβολής ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση ήταν ιδέα της ελληνικής κυβέρνησης ή όχι. «Μα, είμαστε αριστερή κυβέρνηση», έλεγε τότε κάπως αυτάρεσκα, υπονοώντας σαφώς ότι το μέτρο ήταν ελληνικής εμπνεύσεως. Με τον ίδιο τρόπο, με όρους ταξικής πολιτικής, αντιμετώπισε η σημερινή κυβέρνηση τη φορολογία και την κοινωνική ασφάλιση.