Οι εκλογές στην Ελλάδα είναι το σχέδιο Σόιμπλε και όχι του Μαξίμου. Και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο η προοπτική της κάλπης αποκλείεται από τον ορίζοντα του Αλέξη Τσίπρα, που ούτως ή άλλως θεωρεί ότι «δεν αποτελεί επιλογή για την Αριστερά να γίνει ο φυγάς της Ιστορίας». Στο σκεπτικό αυτό συμπυκνώνεται γενικώς η θέση της κυβέρνησης κάθε φορά που τα στελέχη της βολιδοσκοπούνται για τις επόμενες κινήσεις του Πρωθυπουργού.

Ο ίδιος απέρριψε με σαφήνεια τα εκλογικά σενάρια κατά την παρέμβασή του στο 5ο Συνέδριο του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) στο Βερολίνο. Και το έκανε δύο φορές. Η πρώτη όταν αναφέρθηκε στην Αριστερά ως πολιτική δύναμη που «δεν αποσύρεται σε δύσκολους καιρούς». Ιδιαίτερα δε «όταν ο λαός εμπιστεύεται την Αριστερά με την εντολή του, δεν έχει άλλη επιλογή –όσο δύσκολο κι αν είναι –παρά να τιμήσει αυτήν την εντολή και όχι να αποδράσει από το βάρος της δικής της πολιτικής ευθύνης». Ως παράδειγμα χρησιμοποίησε την απόφαση της κυβέρνησής του να συνεχίσει το καλοκαίρι του 2015 και να δικαιωθεί λίγο αργότερα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, για να επισημάνει ότι «δεν αποτελεί επιλογή για την Αριστερά να εγκαταλείψει τον λαό στα χέρια των συντηρητικών δυνάμεων».

Ετσι και σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του επιχειρούν να στείλουν ένα μήνυμα εντός και εκτός Ελλάδος ότι δεν θα είναι εκείνοι που στα δύσκολα θα αφήσουν την τύχη της χώρας στα χέρια εκείνων που δείχνουν πως αποδέχονται τις εξωπραγματικές απαιτήσεις των δανειστών. Με τον τρόπο του ο Πρωθυπουργός στη συνάντηση με τη Μέρκελ υπονόησε ότι δεν είναι στις προθέσεις του η προσφυγή στις κάλπες. Ηταν άλλωστε μία συνάντηση κατά την οποία περισσότερο μέτρησε ο ένας τον άλλον, με τον Πρωθυπουργό να προσπαθεί να κατανοήσει εάν η συνομιλήτριά του υποστηρίζει ένα σύστημα που θέλει την πτώση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ ή εάν ο Σόιμπλε λειτουργεί μόνος του. Τόσο από την επαφή με τη Μέρκελ όσο και από τα υπόλοιπα ραντεβού στο Βερολίνο τα κυβερνητικά στελέχη φαίνεται πως κατάλαβαν ότι η γερμανίδα καγκελάριος δεν αποτελεί μέρος ενός τέτοιου σχεδίου.

ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ’15. Το Μαξίμου γνωρίζει πως η διαπραγμάτευση έχει μπλοκάρει και βρίσκεται σ’ ένα σημείο που σε ορισμένες πτυχές του θυμίζει αρκετά το δραματικό καλοκαίρι της πρώτης κυβερνητικής θητείας. Με τη διαφορά ότι τώρα δεν είναι ορατός ο κίνδυνος της οικονομικής ασφυξίας. Ομως πιστεύει ότι υπάρχει η δυνατότητα να προχωρήσει και η δεύτερη αξιολόγηση να κλείσει χωρίς η κυβέρνηση να υποχωρήσει στα εργασιακά (συλλογικές διαπραγματεύσεις) και χωρίς να δεχτεί τη λήψη πρόσθετων μέτρων για τη διετία 2019-2020 όπως αξιώνει το ΔΝΤ. Εχοντας όπως φαίνεται και την πλήρη ανοχή της γερμανικής πλευράς, αφού κατά τη συνάντηση με τη Μέρκελ εκείνη φέρεται να απάντησε στον Αλέξη Τσίπρα για το αδιέξοδο πως «πρέπει να βρεθεί λύση».

Η δεύτερη φορά που ο Πρωθυπουργός, μιλώντας ενώπιον των ευρωπαίων συντρόφων του της Αριστεράς απέρριψε την προοπτική των εκλογών ήταν όταν υπεραμυνόμενος της απόφασής του για χορήγηση έκτακτης, 13ης, σύνταξης στους χαμηλοσυνταξιούχους και για πάγωμα της αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά που υφίστανται την προσφυγική κρίση, ανέφερε: «Είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε τα δικαιώματα του ελληνικού λαού και ειδικά των φτωχών, των ανέργων και των ανθρώπων με χαμηλά εισοδήματα. Για τον λόγο αυτό δεν πρόκειται ποτέ να παραδώσουμε τον λαό μας στους yes-men αυτών που θέλουν να παραμείνει η Ελλάδα στην προκρούστεια κλίνη της λιτότητας για πολλά χρόνια».

Ο Πρωθυπουργός προφανώς αναφερόταν στη Νέα Δημοκρατία την οποία εντάσσει στην κατηγορία των «προθύμων» να εκτελέσουν τους σχεδιασμούς των ακραίων κύκλων των δανειστών για παράταση της λιτότητας, υπονοώντας ότι αυτοί οι ακραίοι κύκλοι έχουν ως αναφορά το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.

ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΗΜΑ. Η κυβέρνηση βρήκε πάτημα και σε μία αναφορά του αντιπροέδρου της Νέας Δημοκρατίας Αδωνη Γεωργιάδη, ο οποίος αιτιολόγησε πως το αρχικό «ναι» του κόμματός του για την έκτακτη βοήθεια στους χαμηλοσυνταξιούχους μετατράπηκε σε «παρών» έπειτα από τηλεφώνημα που έγινε με τις Βρυξέλλες. Το Μαξίμου μέσω κύκλων του καταγγέλλει τον Κυριάκο Μητσοτάκη πως άλλαξε την απόφασή του για την εφάπαξ 13η σύνταξη σε 1.600.000 χαμηλοσυνταξιούχους έπειτα από τηλεφωνήματα των ακραίων κύκλων των δανειστών που τού έδωσαν τη σχετική εντολή. Και επίσης διερωτάται εάν ο Μητσοτάκης θέλει να κυβερνήσει μέσω τηλεφώνων σχολιάζοντας καυστικά πως έχει βαθιά εμπειρία από τηλέφωνα και τηλεφωνικά κέντρα γερμανικά.

Στο συνέδριο του ΚΕΑ είχε τη σημασία της η επαναλαμβανόμενη αναφορά Τσίπρα στην ανάγκη «να προσεγγίσουμε κι άλλες προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις» επειδή «χρειάζεται να βρισκόμαστε σε μόνιμο διάλογο και να εξαντλούμε όλες τις μορφές συνεργασίας με τις αντι-νεοφιλελεύθερες προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις». Δεν είναι τυχαία η πρότασή του για την καθιέρωση ενός μόνιμου ετήσιου φόρουμ όλων των προοδευτικών δυνάμεων της Ευρώπης που θα ερευνά πιθανούς τομείς πολιτικής σύγκλισης και μορφές συντονισμού.