Οι πολίτες ψήφισαν «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής για την έγκριση ή την απόρριψη της συμφωνίας ειρήνης που υπέγραψε η κυβέρνηση του προέδρου Χουάν Μανουέλ Σάντος με την οργάνωση Επαναστατικές Ενοπλες Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC), βάσει των σχεδόν τελικών αποτελεσμάτων, με το 99,59% των ψήφων καταμετρημένο.

Με ισχνή πλειοψηφία 50,23%, έναντι 49,76%, οι πολίτες της Κολομβίας ανέτρεψαν τα σχέδια του προέδρου της χώρας, αλλά και τις προβλέψεις των δημοσκόπων που έδειχναν άνετη επικράτηση του «ναι».

Η συμφωνία ήταν το αποτέλεσμα επίπονης διαπραγμάτευσης ανάμεσα στις δυο πλευρές, η οποία έγινε στην Κούβα και κράτησε τέσσερα χρόνια.

Μάλιστα, πριν από μια εβδομάδα υπογράφηκε με κάθε επισημότητα σε ιδιαίτερα λαμπρή τελετή στην Καρταχένα της Κολομβίας, παρουσία ξένων ηγετών και του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι.

Η ειρηνευτική συμφωνία στην Κολομβία, που επιτεύχθηκε έπειτα από 50 χρόνια πολέμου ο οποίος στοίχισε τη ζωή σε 250.000 ανθρώπους, είχε θέσει σοβαρή υποψηφιότητα για το φετινό Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης.

«Η συμφωνία… είναι ένας από τους πιο προφανείς υποψηφίους για το βραβείο ειρήνης που έχω δει ποτέ» είχε δηλώσει ο Ασλε Σβέεν, ιστορικός των βραβείων. Ωστόσο, πρόσθεσε πως η απονομή του μπορεί να εξαρτηθεί από το αν θα επικρατήσει το «Ναι» στο δημοψήφισμα.

Ζητούν επαναδιαπραγμάτευση

Το αποτέλεσμα αποτελεί οδυνηρή ήττα για τον πρόεδρο της χώρας, ο οποίος διακύβευσε την πολιτική του φήμη με την υπογραφή αυτής της συμφωνίας.

Η Κολομβία μπαίνει πλέον σε περίοδο αβεβαιότητας αφού ο ίδιος ο Χουάν Μανουέλ Σάντος είχε πει πριν από το δημοψήφισμα πως δεν έχει Plan B και εάν επικρατούσε το «όχι», η χώρα του θα επέστρεφε στον πόλεμο.

Οι επικριτές της ειρηνευτικής συμφωνίας ζητούν την επαναδιαπραγμάτευσή της, θεωρώντας ότι είναι πολύ επιεικής για τους αντάρτες των FARC αφού τους δίνει τη δυνατότητα να ενταχθούν στην κοινωνία, να ιδρύσουν πολιτικό φορέα και να απαλλαγούν από κάθε ποινική ευθύνη.

«Ψήφισα ‘όχι’. Δεν θέλω να διδαχθούν τα παιδιά μου ότι τα πάντα μπορούν να συγχωρηθούν» δήλωσε ο Αλεχάντρο Γιαραμίλο, 35 χρονών, εξοργισμένος από το ό,τι δεν θα τιμωρηθούν οι αντάρτες.

Ο πρώην πρόεδρος της χώρας Αλβαρο Ουρίμπε, ο οποίος ασκεί μεγάλη επιρροή και ηγείτο της εκστρατείας του «όχι», αντέτεινε ότι οι αντάρτες θα έπρεπε όχι μόνο να μην έχουν δικαίωμα εκλογής στο Κογκρέσο αλλά και να «πληρώσουν για τα εγκλήματα που διέπραξαν».

Με βάση τη συμφωνία, οι αντάρτες θα μπορούσαν να συμμετέχουν στις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές του 2018, ενώ θα εκπροσωπούνταν στο Κογκρέσο με δέκα έδρες εξασφαλισμένεςμέχρι το 2026.