«Και ρωτάω πώς γίνεται το δάκρυ να μην πίνεται… Και ρωτάω ποια λέξη το μαγεύει και άξαφνα στερεύει». Ποιητική διάθεση; Καθόλου. Τόσο απλά ξεκίνησε η κουβέντα μας –παρών / απών ο συνθέτης Θέμης Καραμουρατίδης –σε μια δροσερή αυλή της Αθήνας. Τώρα που κόπασε ο θόρυβος για τη συμμετοχή τής Νατάσσας Μποφίλιου στους αριστοφανικούς «Ορνιθες» κατά Νίκο Καραθάνο και Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στην Επίδαυρο και εκείνη ξαπόστασε από μια περιοδεία, με το πρόγραμμα στον Βοτανικό –όπου την είδα πιο ώριμη και συντεταγμένη (με όλη την παρέα) από ποτέ πριν. Λίγο πριν από την κεντρική της συναυλία στο Θέατρο Πέτρας. Ετσι απλά λοιπόν ξεκίνησε: «Πίνεται το δάκρυ;».

Γεράσιμος Ευαγγελάτος: Μπα, δεν πίνεται.

Νατάσσα Μποφίλιου: Αν πινόταν και γυρνούσε σ’ εσένα, θα είχε και ένα νόημα.

Γ.Ε.: Εγώ πάντως αυτό το τραγούδι, όπως και όλα τα τραγούδια, το έγραψα συνειρμικά. Και τώρα έχω πάρει απόσταση από αυτό.

Μιλάω με δύο ανθρώπους που γνωρίζουν το δάκρυ;

Γ.Ε.: Είμαστε από τους τυχερούς που το κλάμα το έχουμε εύκολο. Στο σινεμά, στα ξενύχτια, στα τραγούδια…

Ν.Μ.: Αν δεν είχα περάσει το στάδιο της επικοινωνίας με το συναισθηματικό μου εσώτερο, δεν θα μπορούσα να το μεταφέρω και στη σκηνή. Μπορώ να κλάψω οπουδήποτε. Οχι μόνον από λύπη. Αλλά και από μεγάλη χαρά. Το δάκρυ είναι μεγάλη εκτόνωση. Οταν είμαι πραγματικά στενοχωρημένη, δεν μπορώ να κλάψω.

Γ.Ε.: Επικοινωνούσαν και επικοινωνούν τα φορτία που είχαμε και οι τρεις.

Ν.Μ.: Το δύσκολο έργο του Γεράσιμου είναι ότι δίνει την πρώτη ύλη και πάνω εκεί χτίζονται όλα. Αυτή είναι η αφετηρία μας που συγκεντρώνει και συμπυκνώνει την αίσθηση για τα πράγματα που έχουμε και οι τρεις. Εμένα και τον Θέμη μάς ξαλαφρώνει γιατί μας φτιάχνει τον μπούσουλα.

Γ.Ε.: Κοινός παρονομαστής στη «Βαβέλ» είναι η απόσταση που πήραμε από τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω. Ετσι είδαμε ότι παρ’ όλα αυτά δεν φτάνουμε όλοι μας στην αντίδραση, στη μεγάλη έκρηξη που πρέπει να φτάσουμε με όλα αυτά. Το «Δάκρυ» ουσιαστικά αυτό λέει.

Ν.Μ.: Μιλάει και για ξένους κι αδέλφια. Αυτά μας απασχολούν χρόνια τώρα. Στα δύο χρόνια που δουλεύαμε όσο να γίνει η «Βαβέλ», αυτό το τραγούδι, το «Δάκρυ», ήταν αυτό που κουβαλήθηκε από το παρελθόν. Ξέραμε πως, ό,τι και να γινόταν, αυτό θα έμπαινε στη δουλειά μας. Ακόμη κι αν κάναμε δίσκο ρέγκε σκα!

Τραγουδάτε, αλήθεια, αυτό το γύρω μας, αυτό που συμβαίνει;

Γ.Ε.: Κατ’ εμένα, ναι. Επρεπε να μηδενίσω το κοντέρ, όλες τις δικλίδες ασφαλείας στη ζωή μου, ό,τι κουβαλούσα σαν σωσίβιο από το παρελθόν, πράγματα που ήξερα ότι μπορούσαμε εύκολα να πουλήσουμε. Επρεπε να ξεκινήσω από το μηδέν. Ξεκινήσαμε λοιπόν όλοι μαζί με την παραδοχή ότι δεν υπάρχει τίποτα και είδαμε τα πράγματα, όλα, από την αρχή.

Η Νατάσσα μού λέει, σαν μυστικό, ότι η «Βαβέλ» τους ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις έναν μήνα. Ολο αυτό που κυοφορούσαν καιρό.

Ν.Μ.: Αυτή η παραδοχή, αυτό από την αρχή με απενοχοποίησε από πολλά. Και επειδή τα τραγούδια μας είναι η ζωή μας κι εγώ, προσωπικά, ακούω τα τραγούδια των παιδιών, του Γεράσιμου και του Θέμη, ακόμη ως ακροατής, περιμένω πάντα με μεγάλη λαχτάρα αυτά τα τραγούδια να ξεκλειδώσουν κάτι. Προηγουμένως ένιωθα αμηχανία και ενοχή απέναντι σε αυτό που συνέβαινε γύρω. Επειδή είμαι έντονα πολιτικοποιημένη και υπάρχω επειδή ακριβώς υπάρχει το πλαίσιο μέσα στο οποίο ζούμε. Νιώθω σαν τον πολίτη που θέλει να γίνεται ολοένα και λίγο καλύτερος. Οταν άκουσα λοιπόν τα τραγούδια, μου απενοχοποίησαν κάτι. Είπα «αυτό είναι και πρέπει να το ζήσω». Και αυτή η ζωή έχει και το δάκρυ, έχει και το «άντε, ρε παιδιά». Μου ξεκλείδωσαν κάτι. Ημουν πια πιο ελεύθερη, ανακουφισμένη και ξαλαφρωμένη. Περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη φορά.
Βρήκατε σ’ αυτά τα χρόνια, σ’ αυτά τα τραγούδια, τον λόγο για τον οποίο κάνετε αυτό που κάνετε;

Γ.Ε.: Τον βρίσκω, τον χάνω, τον ψάχνω… Δεν το κάνω αυτό που κάνω για λόγους ματαιοδοξίας. Για να ακούγονται τα τραγούδια μου. Για να τραγουδιούνται από τον κόσμο. Η απάντηση είναι ότι τα τραγούδια αυτά είναι ο τρόπος μου να λέω εσωτερικά μου πράγματα δίχως να τα υπογράφω. Εγώ, ως υποκείμενο, έχω κρυψώνα. Εναν μαγικό μανδύα που με κάνει αόρατο και μου έχει δώσει δύναμη να αντιμετωπίζω το σκοτάδι και του εαυτού μου.

Ν.Μ.: Δεν θα γινόμουν τραγουδίστρια αν δεν είχα να πω κάτι. Είναι η στάση μου και η αισθητική μου απέναντι στη ζωή. Αισθάνομαι δέος που έχω πάρει ένα κομματάκι παραπάνω από αυτό που παίρνει κανείς ως ακροατής. Και έχω πράγματα να πω. Τα πράγματα που γράφουν οι φίλοι μου για τη ζωή.

Ποια είναι αυτή η λέξη που το μαγεύει το δάκρυ και άξαφνα στερεύει;

Γ.Ε.: Δεν μπορώ να εξηγήσω τι μας κάνει να δακρύζουμε και τι μας στερεύει το δάκρυ. Απλώς μιλάω γι’ αυτό που έχουμε γενικά οι άνθρωποι, που μας πιάνει να παντρευόμαστε τη συγκίνηση. Μ’ αρέσουν οι άνθρωποι που βλέπουν πιο βαθιά τα πράγματα, κι ας μελαγχολούν.

Ν.Μ.: Ερχονται πολλοί και μου λένε «αυτό το τραγούδι το έχει γράψει για μένα». Ο Γεράσιμος αφήνει στα τραγούδια του ένα κενό να συμπληρώσει ο καθένας αυτό που νιώθει. Κάτι που νομίζω ότι είναι ίδιον της υψηλής τέχνης. Να μπορεί να συγκινεί και να αφήνει καθέναν να βάλει μέσα σε αυτό που βλέπει ή ακούει τον δικό του εαυτό.

Μια και μιλάμε για τέχνη, πρέπει να είναι έτσι, ανοιχτή;

Γ.Ε.: Για μένα, ναι. Εκπαιδευμένος φιλότεχνος είναι ο άνθρωπος που στέκεται μπροστά στα έργα τέχνης σαν επτάχρονο παιδί. Τέχνη που βγαίνει με οδηγίες και εγχειρίδια κάπου το έχει χάσει στην πορεία.

Ν.Μ.: Μπορεί να σε πιάνει δέος μπροστά στην τέχνη, αλλά αν δεν έχεις και έναν μικρό μπούσουλα απέναντί της…

Γ.Ε.: Είναι ωραίο να γεμίσεις με πολλά διαβάσματα, στοιχεία, γνώση, αλλά η πρωτογενής συγκίνηση είναι για μένα το παν.

Ν.Μ.: Δεν μπορεί να σου προκαλεί κάτι, αν δεν γνωρίζεις και λίγο γι’ αυτό. Μια μικρή γνώση.

Γ.Ε.: Η τέχνη προέχει να είναι ανοιχτή σε ερμηνείες. Ειδικά το τραγούδι. Ομως και αυτό δεν γράφεται αυνανιστικά. Για να εκφράζουμε μόνο τον εαυτό μας. Γράφεται, γράφουμε, για να απευθυνθούμε σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.

Ν.Μ.: Εχω γνωρίσει φανταστικούς ανθρώπους που κάνουν τέχνη μόνο για τον εαυτό τους.

Γ.Ε.: Δεν πιστεύω ότι, σε καμία περίπτωση, η τέχνη δεν είναι για τον εαυτό μας.

Περιγράφετε το σήμερα με τα τραγούδια σας;

Γ.Ε.: Προσωπικά, την αμηχανία μου εκφράζω γι’ αυτό που συμβαίνει γύρω μας. Και ενώ όλα φαίνονται αυτονόητα, ζούμε ο καθένας στην κοσμάρα του. Δεν σκεφτόμαστε ότι τα ίδια ζούμε όλοι, τις ίδιες ματαιώσεις έχουμε υποστεί και κανονικά θα έπρεπε να είμαστε ενωμένοι, μαζί. Ενώ όλοι είμαστε στο ίδιο σημείο, αυτό δεν αποκτάει δύναμη για να γίνει η έκρηξη.

Ν.Μ.: Τα τραγούδια μας απευθύνονται σε ένα αληθινό συναίσθημα που προσπαθεί να καταγράψει το σύμπαν στο οποίο βρισκόμαστε. Και αυτό έχει και αισθήσεις και συγκινήσεις και ακυρώσεις και χαρές.

Αν κρίνει κάποιος από το τραγούδι, πιστεύετε στην «Ομορφιά στην Αθήνα».

Ν.Μ.: Και οι τρεις τής έχουμε φοβερή αγάπη. Αυτό που έγραψε ο Γεράσιμος είναι σεκάνς από όσα της έχουν συμβεί. Τα τελευταία χρόνια, η Αθήνα είχε τελειώσει. Ηταν ακόμη γοητευτική, αλλά σαν μια ανάμνηση. Οταν έγραψε ο Γεράσιμος την «Ομορφιά στην Αθήνα» και την έδωσε στον Θέμη, φτιάξαμε ένα ντέμο. Ενα πρωί περνούσα, στενοχωρημένη, από την Ομόνοια και το άκουγα και ξαφνικά η πλατεία άρχισε να παίρνει χρώμα. Λες και ξαναζωντάνεψε. Λες και με έκανε να ξαναεπικοινωνήσω μαζί της.

Ηθελε κάτι συγκεκριμένο να μας πει, όχι μόνο με αυτό το τραγούδι, αλλά και με τη «Βαβέλ» συνολικά, ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος;

Γ.Ε.: Πάντα η αρχή είναι αυτή. Ξέρεις, βάζω τα ακουστικά μου και περπατάω συχνά στην Πειραιώς, στην Ερμού. Οταν ξεκίνησα πέρυσι για να γράψω τραγούδια, η Αθήνα γύρω μου ήταν σαν να είχε καταρρεύσει. Αστεγοι, σκουπίδια, γκρίνια. Ενιωθα πως οτιδήποτε και να έγραφα για να εξωραΐσω αυτό που συνέβαινε θα ήταν προδοσία απέναντι στην πόλη. Εναν χρόνο δεν μπορούσα να γράψω τίποτα. Και κάποια στιγμή σκέφτηκα «αφού σε έχω τραγουδήσει με τόσους τρόπους, θα τραγουδήσω και αυτή την αποτυχία σου». Πήρα ένα σφουγγάρι και τα έσβησα όλα. Και είπα: «Αυτή την πόλη την ξέρω» (σ.σ.: έτσι ξεκινάει το τραγούδι). Μου άρεσε που τελικά το χρωστούμενο σε αυτή την πόλη ήταν όλα τα ωραία της που έχω γνωρίσει. Ακόμη την περπατάω και δεν νιώθω ότι την έχω προδώσει. Μόνον αλήθεια. Αν γράψουμε κάτι ψέμα, το καταλαβαίνουμε πρώτα οι ίδιοι και το ακυρώνουμε.

Ν.Μ.: Αναζητάμε πάντα την αλήθεια γιατί δεν μπορούμε να υπάρξουμε αλλιώς. Δεκατρία χρόνια φτιάχνουμε πράγματα και η σχέση μας είναι καινούργια και έχουμε πάντα πράγματα να πούμε. Δεν προσπαθούμε να κάνουμε τους μοντέρνους ή τους επίκαιρους. Θέλουμε να κάνουμε πράγματα που μας λυτρώνουν. Γι’ αυτό και δεν μας πονάνε οι κακοβουλίες. Ολα τα αντέχω, αλλά αν έρθει κάποιος να μου πει «είσαι ψεύτρα», θα φάει μια κουτουλιά.

Δεν υπάρχει ψέμα πουθενά;

Γ.Ε.: Είναι τεράστιος ο αγώνας μας για να μη λέμε ψέματα. Οταν αντιμετώπισα τον εαυτό μου, στο «σταμάτα να είσαι ψεύτης» τράβηξα τις πιο βαθιές χαρακιές. Είναι τεράστια ευκολία το ψέμα. Από αυτό πρέπει να απαλλαγούμε και να αποφασίσουμε να πούμε, με αγάπη και στοργή, την αλήθεια.

Ν.Μ.: Η αλήθεια έχει να κάνει με την καλλιτεχνική μας έκφραση. Τη θεωρούμε ως κάτι ακριβό και τη βλέπουμε σαν καταφύγιο. Είναι η πιο επαναστατική –και δύσκολη –πράξη αυτές τις μέρες.

Επανάσταση κι ένα βήμα πιο πάνω, λοιπόν. Ακόμη και μέσα από την επίπονη, κάποτε ζοφερή, «Βαβέλ» που ζούμε. Ακόμη και με βαθιές χαρακιές. Ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος το έχει γράψει: «Η καρδιά πονάει πάντα όταν ψηλώνει».

INFO

Την Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου η κεντρική συναυλία στο Θέατρο Πέτρας. Στη συναυλία το Μητροπολιτικό Κοινωνικό Ιατρείο Ελληνικού θα συγκεντρώνει φάρμακα, βρεφικά γάλατα, πάνες και παιδικές κρέμες, που θα φέρνουν οι θεατές και θα διατεθούν σε απόρους και ανέργους που τα έχουν ανάγκη