Ολο νευρικότητα ήταν οι πρώτοι νοκάουτ αγώνες. Αναμενόμενο μεν, αποκαρδιωτικό δε: γιατί πάλι το θέαμα ήταν αυτό που την πλήρωσε.

Από όλα τα φαβορί μόνο η Γαλλία αποφάσισε, ή μάλλον εξαναγκάστηκε, να ρισκάρει λίγο. Πολωνία, που εντελώς ανεξήγητα παρέδωσε τα ηνία, Ουαλία, σε ρόλο θηριοδαμαστή χάμστερ, Κροατία και Πορτογαλία, που αποφάσισαν να εξουδετερώσουν τον εξουδετερωτή τους, έκαναν την επιλογή της «σιγουριάς». Κι έτσι όχι μόνο μας κοίμισαν αλλά κινδύνεψαν πολύ περισσότερο από όσο αν προσπαθούσαν να είναι ο έστω όχι λαμπερός εαυτός τους. Ειδικά για την Κροατία, που υπήρξε από τις λίγες πειστικές ομάδες της πρώτης φάσης, η αδικία ήταν διπλή: και έναντι του εαυτού τους και έναντι του τουρνουά. Η αδύναμη πλευρά του ταμπλό έγινε ήδη ακόμη πιο αδύναμη.

Η Γαλλία ξεκίνησε κι αυτή να κερδίσει μόνο με τη διαχείριση και το όνομα. Από μια άποψη στάθηκε τυχερή που δέχτηκε το γκολ πολύ γρήγορα κι αυτό το πλάνο πήγε στράφι. Εχασε βέβαια ένα ολόκληρο ημίχρονο, όμως στο δεύτερο θυμήθηκε ότι είναι και γηπεδούχος και ταλαντούχα. Κι έδωσε ένα ωραίο δείγμα του τι μπορεί να κάνει αν αφεθούν ελεύθεροι οι δημιουργικοί της παίκτες –ο Παγέ, που συνεχίζει να είναι ο πιο καθοριστικός παίκτης της διοργάνωσης, ο Γκριεζμάν, που πήρε φόρα για το παπούτσι, ο Πογκμπά, που για να χάσει μονομαχία πρέπει να του κόψεις πόδι, χωρίς και πάλι να είναι σίγουρο (ότι θα τη χάσει). Παράλληλα οι Γάλλοι πήραν μια γερή δόση αυτοπεποίθησης, την οποία δεν θα τους παρείχε μια «κλασικού τύπου» νίκη.

Είναι πιθανό, και θα ήταν πάντως ωραίο, το ψυχολογικό και αγωνιστικό προβάδισμα αλλά και το αναγκαίο σπρώξιμο της τύχης να πάρει τελικά η ομάδα που θα τολμήσει να βγει από το καβούκι της. Θα είναι άραγε μόνο εκείνη που δεν μπαίνει ποτέ, δηλαδή η παρέα του Μπόατενγκ ή θα ξυπνήσει και κάποιος άλλος; Κάτι μου λέει πως το γαλλικό μάθημα ελήφθη –θα δούμε από ποιον.